Οι καθηγητές κάνουν λόγο για «κατάσταση βαριάς παρανομίας» και τονίζουν ότι «καθημερινά τελούνται στον χώρο αυτό αξιόποινες πράξεις. Μιλούν για διακίνηση και χρήση ναρκωτικών ουσιών, απειλές, σωματικές βλάβες και εξυβρίσεις αναφέροντας ότι κάποιες εκ των οποίων έχουν κακουργηματικό χαρακτήρα.
«Διαμαρτυρόμαστε ως ακαδημαϊκοί δάσκαλοι για τη χείριστη παιδαγωγική του φαινομένου, την παιδαγωγική της ανοχής της παρανομίας. Διαμαρτυρόμαστε για τη διαστροφή της έννοιας του ασύλου, το οποίο δεν μπορεί να χρησιμοποιείται για την παράνομη συγκάλυψη κακουργηματικών πράξεων που καθημερινά τελούνται εντός και εκτός του κτιρίου της Νομικής Σχολής. Διαμαρτυρόμαστε για την έλλειψη ουσιαστικής και οργανωμένης προστασίας των πλέον δυστυχούντων συνανθρώπων μας, των θυμάτων των εμπόρων ναρκωτικών». Αυτά υπογραμμίζουν, μεταξύ άλλων, στην ανοικτή τους επιστολή.
«Απευθύνουμε ύστατη έκκληση προς όλες τις αρμόδιες Αρχές για την αντιμετώπιση αυτού του απαράδεκτου και χρόνιου φαινομένου παρανομίας ακριβώς δίπλα στον χώρο, όπου διδάσκεται το Δίκαιο και σπουδάζουν οι αυριανοί δημόσιοι λειτουργοί, δικαστές και δικηγόροι της χώρας» σημειώνουν οι καθηγητές στην επιστολή, η οποία κοινοποιείται στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών, τον αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη, τον αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, τον διοικητή του Α.Τ. Εξαρχείων, τον δήμαρχο Αθηναίων, τον υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και τον υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Η κατάσταση, όπως υποστηρίζουν, θέτει σε κίνδυνο την υγεία, την ασφάλεια και την αξιοπρέπεια των φοιτητών, των διδασκόντων και όλων των εργαζομένων και παράλληλα, προσβάλλει την ιστορία της Σχολής. «Εδώ, όπου άλλοτε δόθηκαν αγώνες για τη δημοκρατία και την ελευθερία, επιβιώνει και μακροημερεύει ένα άντρο παρανομίας, όπου δρουν άτομα ξένα προς την ακαδημαϊκή κοινότητα» τονίζουν. Οι 93 υπογράφοντες την επιστολή διαμαρτύρονται για την απραξία της Πολιτείας, «η οποία ανέχεται αυτή την κατάσταση, παντελώς αναντίστοιχη με την προσφορά και το έργο που επιτελείται στο παλαιότερο ακαδημαϊκό ίδρυμα της πατρίδας μας», αλλά και την αδράνεια των αρμοδίων και τη «διαχειριστική μετάθεση ευθυνών».
Παράλληλα, δηλώνουν ότι εάν δεν αντιμετωπισθεί το φαινόμενο από την Πολιτεία, θα προστατεύσουν την ασφάλεια και την υγεία των φοιτητών και θα περιφρουρήσουν το κύρος της Σχολής, «λαμβάνοντας κάθε μέτρο, ακόμη και επώδυνο αν χρειαστεί». Σημειώνεται ότι, από το 2012, έχει κατατεθεί μηνυτήρια αναφορά προς τις αρμόδιες εισαγγελικές Αρχές επισημαίνοντας ότι πρόκειται για ζήτημα εξαιρετικής φύσης που πρέπει να αντιμετωπισθεί κατά προτεραιότητα. Μάλιστα, με την υποστήριξη των πρυτανικών Αρχών, έχουν γίνει προσφυγές σε όλες τις αρμόδιες Αρχές, με «μηδαμινή ανταπόκριση» όπως υποστηρίζουν οι καθηγητές της Νομικής.