Και ανάβω το τζάκι. Όχι κάθε μέρα αλλά το ανάβω. Και την βγάζω με το air condition. Κάθε μέρα. Στο ζεστό!
Όταν πριν δυο χρόνια πλήρωνα 180 ευρώ το μήνα για πετρέλαιο και πάλι στέναζα θα μου ήταν αδύνατον να πληρώσω 300 φέτος και πέρυσι το μήνα για να ζεσταθώ κανονικά. Οι φίλοι μου, εργαζόμενοι όλοι, αλλά καταχρεωμένοι κυκλοφορούν με σκουφιά στο σπίτι.
Κάνουμε πλάκα. Εγινε και σλόγκαν στο facebook: Εβαλα γάντια, έβγαλα εσωθερμικό, έβαλα κασκόλ και πάω στην κουζίνα να πλύνω τα πιάτα!
Μόνο όσοι έχουν παιδιά ανάβουν το καλοριφέρ. Με μέτρο. Δεν γίνεται αλλιώς.
Πηγαίνοντας στο πατρικό μου την Παρασκευή το βράδυ και βγαίνοντας στην Μαρκοπούλου είδα το σύννεφο που είχε απλωθεί από τα τζάκια στα Μεσόγεια. Και τρόμαξα. Και είδα και το Σάββατο την αγωνία των υπουργών Υγείας και Περιβάλλοντος που έκαναν συστάσεις να περιορίσουμε το άναμμα των τζακιών γιατί οι ρύποι είχαν φτάσει στα όριά τους και τα είχαν ξεπεράσει.
Και εξοργίστηκα! Βγήκα από τα ρούχα μου! Μεταφορικά. Γιατί αλλιώς θα κρύωνα… Γιατί όπως είπαμε τα σώματα του καλοριφέρ είναι διακοσμητικά στο σπίτι. Βάζω πάνω διάφορα μπιμπελό και άλλα διακοσμητικά…
Δεν γίνεται σε αυτόν που πνίγεται να του πεις “έπρεπε να ήξερες κολύμπι”. Δεν γίνεται την στιγμή που έχεις γονατίσει τον κόσμο οικονομικά και είναι σε απόγνωση να του ζητάς το μόνο φθηνό μέσο που του έχει μείνει να ζεσταθεί να το περιορίσει.
Σε ποιόν αρέσει να επιστρέφει στο 1950; Σε ποιόν αρέσει να έχουν μπει στην καθημερινότητά του φράσεις όπως: “έχουμε προσανάμματα;”, “αναψες το τζάκι να ζεσταθεί λίγο το σπίτι;”
Σε ποιόν αρέσει να κάθεται σπίτι του και να μην μπορεί να κάνει ακόμα και τις καθημερινές του ασχολίες με άνεση γιατί ξεπαγιάζει;
Θυμάμαι την περίοδο της λειψυδρίας που προσέχαμε για να έχουμε. Θυμάμαι που προσέχαμε. Τώρα όμως είναι αλλιώς.
Κατ’ αρχήν δεν έχουμε. Οπότε γιατί να προσέχουμε;