Οφείλω να ομολογήσω ότι αμφιταλαντεύτηκα πολύ για τη συγγραφή του παρόντος άρθρου, αφενός λόγω των έντονων προκαταλήψεων που επικρατούν γύρω από το θέμα και αφετέρου λόγω της ιδιαιτερότητας της θέσης μου που ενισχύει τις συγκεκριμένες προκαταλήψεις.
Κι όλα αυτά μέσα σε ένα αβέβαιο και θολό τοπίο, που συσκοτίζεται ακόμη περισσότερο από συγκεχυμένες και ασαφείς ερμηνείες κι εν αναμονή διευκρινιστικών εγκυκλίων, που θα καθορίζουν κανόνες και εξαιρέσεις.
Αν στα παραπάνω προσθέσει κανείς ότι η χώρα βαδίζει σε κάλπες για τρίτη συνεχόμενη φορά εντός του έτους, αντιλαμβάνεται εύκολα ότι μάλλον δεν είναι και η καλύτερη περίοδος για τέτοιους προβληματισμούς.
Από την άλλη πλευρά όμως, και ίσως εξαιτίας των παραπάνω, αναρωτιόμαστε ως πότε θα πρέπει να παραμένουμε αδρανείς και σιωπηλοί, απέναντι στην επιχειρούμενη χειραγώγηση της κοινής γνώμης;
Ως πότε θα επιτρέπουμε σε ιδεολογικά δόγματα και πνευματικές αγκυλώσεις να καθορίζουν τη μοίρα του τόπου μας και των παιδιών μας;
Το θέμα είναι μάλλον γνωστό. Η κυβέρνηση με την πρόσφατη ψήφιση νόμου για την επιβολή φόρου 23% στην εκπαίδευση πλήττει αιφνιδιαστικά και βάναυσα χιλιάδες οικογένειες, που επέλεξαν να φοιτήσουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία.
Πρέπει να είμαστε με τη συγκεκριμένη απόφαση η μοναδική χώρα σε παγκόσμιο επίπεδο (με εξαίρεση τοΜπαγκλαντές), όπου το δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής εκπαίδευσης, όχι μόνο δεν αναγνωρίζεται, αλλά και τιμωρείται.
Ακόμη και στο Μπαγκλαντές, όμως, το ποσοστό ΦΠΑ επί των διδάκτρων ορίστηκε στο 7%, έναντι του23% που ορίσαμε εμείς. Είναι γνωστό εξάλλου ότι σε όλη την Ε.Ε. τα δίδακτρα που αφορούν στην παροχή εκπαίδευσης από φορείς κερδοσκοπικού ή μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ.
Κι αυτό γιατί σε όλα τα πολιτισμένα κράτη του κόσμου η εκπαίδευση αναγνωρίζεται ως κοινωνικό αγαθόκι όχι ως… είδος πολυτελείας.
Τιμωρούνται, λοιπόν, οι γονείς που επέλεξαν να στείλουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία και που -επιβαρυνόμενοι με τα δίδακτρα του δικού τους παιδιού- απαλλάσσουν την ίδια στιγμή τον δημόσιο προϋπολογισμό από τα έξοδα φοίτησης, περίπου 80.000 μαθητών.
Τιμωρούνται οι γονείς των μαθητών αυτών, που ως φορολογούμενοι πολίτες στηρίζουν ένα δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο όμως δεν χρησιμοποιούν.
Τιμωρούνται οι γονείς αυτοί, που αναγκάζονται να πληρώσουν ακόμη και τα βιβλία των παιδιών τους, όταν σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη οι αντίστοιχες οικογένειες επιδοτούνται.
Την ίδια στιγμή το ελληνικό κράτος εμφανίζεται για ακόμη μια φορά ανάλγητο, για τους χιλιάδες εκπαιδευτικούς και λοιπούς εργαζομένους, που θα χάσουν τη δουλειά τους, αλλά και αδιάφορο για τον ίδιο τον κρατικό προϋπολογισμό, που θα επιβαρυνθεί με το κόστος εκπαίδευσης των μαθητών, οι οποίοι θα εισρεύσουν στα δημόσια σχολεία.
Σε μια δημόσια εκπαίδευση, για την οποία δυστυχώς δεν επιδεικνύεται κανένα ουσιαστικό ενδιαφέρον, καθώς τα προβλήματα που την ταλανίζουν επί δεκαετίες συσσωρεύονται απειλητικά.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, δυσκολεύεται πραγματικά κανείς να ερμηνεύσει τη φιλοσοφία αυτού του βιαστικού κι άδικου μέτρου, με κοινωνικοοικονομικούς -τουλάχιστον- όρους.
Δυσκολευόμαστε όμως κι εμείς με τη σειρά μας να πιστέψουμε ότι εν έτει 2015 συντηρούνται ακόμη τόσο ισχυρές ιδεοληψίες, κατά τη λήψη τόσο σημαντικών για την ελληνική κοινωνία αποφάσεων.
Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, έρχεται και η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων με ένα πολλαπλώς ερμηνευόμενο δελτίο Τύπου να διευκρινίσει τα αδιευκρίνιστα, περί απαλλαγών από τονΦΠΑ.
Το μόνο που ουσιαστικά πετυχαίνει είναι, εν τέλει, να κατηγοριοποιήσει όχι μόνο τα ιδιωτικά σχολεία, αλλά και τους ίδιους τους γονείς των μαθητών, που φοιτούν σε αυτά. Λες και θα μπορούσε κανείς να κατατάξει με ένα τόσο συγκεχυμένο τρόπο τους γονείς σε διαφορετικές κοινωνικοοικονομικές ομάδες, που επομένως έχουν κι ανάλογες υποχρεώσεις, σύμφωνα πάντα με το σχολείο στο οποίο φοιτούν τα παιδιά τους.
Πρόκειται για πρωτόγνωρες και τραγελαφικές αποφάσεις, που εντείνουν τις κοινωνικές διακρίσεις και υπονομεύουν την ήδη διαταραγμένη κοινωνική ισορροπία στη χώρα μας.
Αυτό, όμως, που πραγματικά υπερέβη όποια λογική σκέψη μού έχει απομείνει -και τελικά με οδήγησε στο να γράψω αυτές τις γραμμές-, δεν είναι τόσο το ίδιο το μέτρο, όσο η υποδοχή του από μερίδα συμπολιτών μου.
Μια απίστευτη χαιρεκακία, που αναδύεται μέσα από πικρόχολα σχόλια για τους γονείς και “τα παιδιά της άρχουσας τάξης” κατακλύζει όλο το φάσμα του διαδικτύου και των Social Media. Φαίνεται ότι κάποιος πρέπει να πληροφορήσει -επιτέλους- τους δυστυχείς και ημιμαθείς αυτούς συμπατριώτες μας, ότι στα ιδιωτικά σχολεία -ιδίως τα τελευταία χρόνια- φοιτούν πέρα από “τα παιδιά της άρχουσας τάξης” και πάρα πολλά παιδιά που δεν ανήκουν στην περίφημη ελίτ.
Φοιτούν παιδιά, των οποίων οι γονείς αγωνίζονται κι αυτοί καθημερινά, μαζί με τους υπόλοιπους γονείς των δημοσίων σχολείων, για να αντεπεξέλθουν στις εξαιρετικά δύσκολες οικονομικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στη χώρα μας.
Κυρίως, όμως, φοιτούν Ελληνόπουλα, που αντί να τα καταβροχθίζουμε, καλό θα ήταν να φροντίσουμε, ώστε να μην εγκαταλείψουν κι αυτά μαζί με τα υπόλοιπα το σκάφος “Ελλάς” που βυθίζεται.
Εάν πραγματικά έχουμε συναισθανθεί τις κρίσιμες στιγμές ,που διανύουμε ως χώρα κι ως έθνος, θα πρέπει επιτέλους να ομονοήσουμε. Ο Περικλής απευθυνόμενος στους συμπολίτες του Αθηναίους, το είχε επισημάνει πριν από χιλιάδες χρόνια, όπως το διασώζει ο Θουκυδίδης στην Ιστορία τουΠελοποννησιακού Πολέμου (Βιβλίο Α’, 144,1): “Μᾶλλον γὰρ πεφόβημαι τὰς οἰκείας ἡμῶν ἁμαρτίας ἢ τὰς τῶν ἐναντίων διανοίας” (=διότι περισσότερο φοβούμαι τα δικά μας σφάλματα, παρά τα σχέδια των εχθρών μας).
Φαίνεται ότι αυτήν τη διαχρονική αλήθεια αδυνατούμε να κατανοήσουμε, ακόμη και σήμερα. Παγιδευμένοι μέσα σε συμπλέγματα κι αιχμάλωτοι διαχρονικών σχεδόν προκαταλήψεων, αδυνατούμε να δούμε ότι ο κόσμος γύρω μας αλλάζει με καταιγιστικούς ρυθμούς.
Όμως κι αυτό είναι θέμα Παιδείας.
– Είναι ευθύνη της Παιδείας να γκρεμίζει τα μεσαιωνικά τείχη των δογματισμών και των πάσης φύσεως διακρίσεων, που “στεγανοποιούν” τους πολίτες σε κατηγορίες.
– Είναι ευθύνη της Παιδείας να καλλιεργεί την ώριμη κριτική σκέψη, ως ασπίδα απέναντι στονφανατισμό και στην αδιαφορία, που αποτελούν τους δύο θανάσιμους εχθρούς του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.
Από την άλλη πλευρά, είναι πρωταρχική ευθύνη της πολιτείας να αναβαθμίζει διαρκώς το επίπεδο της δημόσιας παιδείας στη χώρα. Προς αυτή την κατεύθυνση η ιδιωτική παιδεία, με τη γονιμοποιό δύναμη των καινοτόμων ιδεών της, μπορεί να λειτουργήσει ως πολύτιμος αρωγός και συμπαραστάτης. Το ζητούμενο είναι κάποια στιγμή και το κράτος να την αντιμετωπίσει ως συνεργάτη κι όχι ως εχθρό.
* Ο Αντώνης Ψύρης είναι Φιλόλογος – Ιστορικός, Διευθυντής Γυμνασίου “Εκπαιδευτηρίων Δούκα“.