«Φόβος και τρόμος» είναι για τους γιατρούς τα πολυανθεκτικά μικρόβια καθώς οι επιστήμονες στην Ελλάδα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την έλλειψη αποτελεσματικών φαρμάκων. Υπάρχουν νοσήματα, για τα οποία σήμερα δεν υπάρχουν αποτελεσματικές θεραπείες, υποστηρίζουν οι λοιμωξιολόγοι.
Ορισμένα αντιβιοτικά έχουν τεθεί πλέον «εκτός λειτουργίας», άλλα είναι πολύ ακριβά και εισάγονται από το εξωτερικό με το «σταγονόμετρο» μέσω του ΙΦΕΤ, ενώ παλιές αποτελεσματικές θεραπείες που καταπολεμούν τα μικρόβια (π.χ. η απλή πενικιλίνη) δεν εισάγονται πλέον από τις εταιρείες καθώς έχουν πολύ χαμηλή τιμή και δεν συμφέρει η παραγωγή τους.
Μιλώντας στο iatropedia.gr στο περιθώριο του πρόσφατου 23ου Πανελλήνιου Συνεδρίου της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων, ο Καθηγητής Λοιμωξιολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ, Νικόλαος Σύψας, εκπέμπει σήμα SOS καθώς υποστηρίζει πως οι γιατροί χάνουν ασθενείς μέσα από τα χέρια τους, γιατί δεν έχουν αποτελεσματικά “όπλα”.
«Φανταστείτε τώρα να κάνει ένας λευχαιμικός ασθενής μια θεραπεία π.χ. με CAR T-cell, θεραπεία που κοστίζει 300.000 ευρώ, η θεραπεία να επιτύχει και να τον χάσεις από ένα ενδονοσοκομειακό μικρόβιο γιατί δεν έχεις ένα φάρμακο που κοστίζει 3 ευρώ. Μια αμπούλα, δηλαδή και δεν την έχεις. Είναι παράλογο. Γι’ αυτό πρέπει να τα έχουμε αυτά τα φάρμακα», σημειώνει ο γιατρός.
Νικόλαος Σύψας: Οι τρεις διαφορετικές περιπτώσεις ελλείψεων φαρμάκων
Σύμφωνα με τον Καθηγητή Σύψα, υπάρχει ένα συνθετικό αντιβιοτικό της ομάδας των μονομπακταμών, η αξτρεονάμη, το οποίο είναι αναντικατάστατο και ανταγωνίζεται αποτελεσματικά τα πολυανθεκτικά ενδονοσοκομειακά μικρόβια.
Πρόκειται για ένα πολύ φθηνό φάρμακο, το οποίο είναι σε παγκόσμια έλλειψη γιατί οι εταιρείες δεν έχουν πλέον οικονομικό ενδιαφέρον για να το παράγουν.
«Είναι πολύ παλιό αντιβιοτικό, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις είναι η μοναδική μας επιλογή μας», αναφέρει ο Καθηγητής Σύψας.
Στην ίδια κατηγορία με την αξτρεονάμη ανήκει και η πενικιλίνη, την οποία επίσης δεν φέρνουν στην Ελλάδα οι εταιρείες λόγω χαμηλής κερδοφορίας.
Εκτός από τα φθηνά φάρμακα, τους τελευταίους μήνες έχουν κυκλοφορήσει ορισμένα πολύ σημαντικά νέα καινοτόμα φάρμακα, τα οποία, όμως, είναι πολύ ακριβά. Ένα από αυτά είναι και η πολύτιμη κεφιδεροκόλη.
«Η κεφιδεροκόλη είναι καινοτόμο φάρμακο, το οποίο είναι από τις λίγες επιλογές που έχουμε για να καταπολεμήσουμε το acinetobacter που έχουμε στις Mονάδες μας. Είναι, όμως, ένα πολύ ακριβό φάρμακο», αναφέρει ο κ. Σύψας και συνεχίζει:
«Για να τα εξασφαλίσουμε σήμερα αυτά τα φάρμακα για τους ασθενείς μας, εφόσον κρίνουμε ότι τα χρειαζόμαστε, πρέπει να τα παραγγείλουμε από το ΙΦΕΤ και να έρθουν από το εξωτερικό. Αυτό είναι, όμως, μια πολύ χρονοβόρα διαδικασία που ο ασθενής συνήθως έχει “χάσει το τρένο” μέχρι να έρθουν τα φάρμακα από το εξωτερικό», σημειώνει.
Τι προτείνουν οι λοιμωξιολόγοι
Για την επίλυση του παραπάνω πολύ σοβαρού προβλήματος οι επιστήμονες της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων έχουν προετοιμάσει τις προτάσεις τους, τις οποίες θα καταθέσουν στην πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας, σε συνάντηση που θα έχουν τις επόμενες μέρες με τον υπουργό Υγείας, Άδωνι Γεωργιάδη.
Οι προτάσεις αυτές, σύμφωνα με τις πληροφορίες του iatropedia.gr, είναι οι εξής:
- κατάθεση λίστας με αντιβιοτικά που είναι σε έλλειψη με σκοπό “να δημιουργηθεί ένα απόθεμα από τα φάρμακα αυτά στη χώρα μας, ώστε να έχουν σε αυτά άμεση πρόσβαση οι γιατροί την ώρα που τα χρειάζονται”, λέει ο Ν. Σύψας
- τα παλιά και φθηνά φάρμακα, των οποίων η πατέντα προστασίας έχει λήξει εδώ και πολλά χρόνια οι επιστήμονες ζητούν από το υπουργείο Υγείας, να δώσει κίνητρα στην Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία για την παραγωγή τους σε τοπικό επίπεδο.
Σχολιάζοντας τις παραπάνω προτάσεις ο Καθηγητής Νικόλαος Σύψας, σημειώνει: «Εμείς προτείνουμε, ή να δημιουργηθεί ένα απόθεμα από τα φάρμακα αυτά στη χώρα μας, ή να δώσει κίνητρα στις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες να τα παρασκευάσουν. Διότι τα φάρμακα αυτά είναι χωρίς πατέντα και μπορεί μια ελληνική εταιρεία να παράξει την πρώτη ύλη και το φάρμακο. Πρέπει να έχει όμως οικονομικό κίνητρο και να μην εμπίπτουν τα φάρμακα αυτά σε clawback, ώστε να μπορούν οι εταιρείες να τα παράγουν», τονίζει.
Σύμφωνα με τον ειδικό, πολλές χώρες έχουν προχωρήσει στις παραπάνω λύσεις για να εξασφαλίσουν επάρκεια αντιβιοτικών για τους ασθενείς τους.
«Ορισμένες χώρες, όμως η Γαλλία και η Ισπανία παράγουν σε τοπικό επίπεδο αυτά τα αντιβιοτικά για τις δικές τους ανάγκες. Οπότε αυτός είναι ένας λόγος παραπάνω που το ΙΦΕΤ έχει μεγάλη δυσκολία τα φάρμακα αυτά να τα εντοπίσει και να τα εισάγει. Πρέπει να βγουν τα φάρμακα αυτά από το γενικό και να μπουν σε ένα ειδικό καθεστώς, ώστε να υπάρχουν κίνητρα στις εταιρείες», καταλήγει ο επιστήμονας.
Πρώτοι στον επιπολασμό των νοσοκομειακών λοιμώξεων στις ΜΕΘ
Η υπερκατανάλωση των αντιβιοτικών στην Ελλάδα γίνεται τόσο εντός της κοινότητας, όσο και εντός των νοσοκομείων. Είναι χαρακτηριστικό πως ένας στους τέσσερις Έλληνες φυλάσσει κάποιο αντιβιοτικό στο σπίτι του … για ώρα ανάγκης!
Σύμφωνα με τα συγκριτικά αποτελέσματα καταγραφής από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων (ECDC) η ελληνική κατανάλωση αντιβιοτικών είναι διπλάσια έως και εξαπλάσια σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ήδη από το 2009 έως το 2020, με τις μικρότερες καταναλώσεις να διαπιστώνονται στις βόρειες χώρες της Ευρώπης.
H Ελλάδα και το 2023 διατήρησε τη θλιβερή πρωτιά της, ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης, ως προς την κατάχρηση των αντιβιοτικών και τα υψηλότερα ποσοστά αντοχής των μικροβίων στα αντιβιοτικά, τόσο στην κοινότητα – με έως και εξαπλάσια ποσοστά κατανάλωσης αντιβιοτικών συγκριτικά με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες- όσο και στα νοσοκομεία, όπου φάρμακα τελευταίας γενεάς όπως οι καρβαπενέμες έχουν χάσει πλέον τη δραστικότητά τους μπροστά στη γιγάντωση των πολυανθεκτικών μικροβίων, σύμφωνα με τα στοιχεία του ECDC.
H υπερκατανάλωση των αντιβιοτικών έχει δημιουργήσει μικρόβια όπως η Klebsiella και το Acinetobacter, πολυανθεκτικά στις καρβαπενέμες, με αποτέλεσμα να χορηγείται εμπειρικά (δηλαδή χωρίς επιβεβαίωση από καλλιέργειες) ακόμα και η τελευταία δραστική ομάδα αντιβιοτικών, ώστε να κινδυνεύει και αυτή να αχρηστευτεί.
Οι επιστήμονες ανησυχούν και δεν αποκλείουν να βγει αληθινή η αγγλική προφητεία του 2015, ότι μετά το 2050 θα πεθαίνουν κάθε χρόνο σε παγκόσμιο επίπεδο 10 εκατ. άνθρωποι από λοιμώξεις που θα προκαλούνται από πολυανθεκτικά βακτήρια.
Τέλος να σημειωθεί πως το 2019 έχασαν τη ζωή τους 1,27 εκ. άνθρωποι εξ αιτίας της πολυαντοχής, ενώ για άλλα 4,95 εκ. ο θάνατός τους αποδόθηκε στα πολυανθεκτικά μικρόβια. Στην Ευρώπη, τουλάχιστον για το 2020, οι λοιμώξεις από πολυανθεκτικά ξεπέρασαν τις 800.000, προκαλώντας 35.000 θανάτους.
Της Γιάννας Σουλάκη / Πηγή: iatropedia.gr