Νόμιμη και σύμφωνη με το Σύνταγμα κρίθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας η κατάσχεση από το έτος 2014 του διαβατηρίου του πρώην επικεφαλής του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, Άγγελου Φιλιππίδη.
Η αφαίρεση του διαβατηρίου του Άγγελου Φιλιππίδη πραγματοποιήθηκε από την ΕΛ.ΑΣ. λόγω της εμπλοκής στην υπόθεση των “κόκκινων” δανείων που χορηγήθηκαν απο το Τ.Τ.
Μετά την δικαστική εμπλοκή του κ. Φιλιππίδη στο σκάνδαλο του Τ.Τ. και την σε βάρος του άσκηση ποινικής δίωξης σε βαθμό κακουργήματος, αλλά και τους περιοριστικούς όρους που του επιβλήθηκαν, αυτούς της εγγυοδοσίας των 2.000.000 ευρώ και της υποχρέωσης εμφάνισης στο Αστυνομικό Τμήμα του τόπου διαμονής του (αρχικά είχε και απαγόρευση εξόδου από την χώρα, αλλά ήρθη ο περιοριστικός αυτός όρος), η διεύθυνση διαβατηρίων της ΕΛΑΣ του αφαίρεσε το διαβατήριο λόγω του περιοριστικού όρου της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα που του είχε επιβληθεί και στην ήρθη.
Άγγελος Φιλιππίδης: Μπλόκο από το ΣτΕ
Ο κ. Φιλιππίδης ζήτησε από την αστυνομία να του επιστραφεί το διαβατήριο καθώς ήθελε να ταξιδέψει στις ΗΠΑ για να επισκεφθεί το γιό του και για να διεκπεραιώσει επαγγελματικές του υποχρεώσεις. Ωστόσο, η ΕΛ.ΑΣ. δεν ικανοποίησε το αίτημά του και έτσι προσέφυγε στο ΣτΕ ζητώντας να ακυρωθεί η άρνηση της ΕΛΛΑΣ να του επιτρέψει το διαβατήριο.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας με την υπ΄ αριθμ. 2044/2018 απόφαση του Δ΄ Τμήματος (προεδρεύων Ευθύμιος Αντωνόπουλος και εισηγήτρια η πάρεδρος Ευσταθία Σκούρα), αφού ερμήνευσαν το Σύνταγμα και την νομοθεσία (Ευρωπαϊκή και Ελληνική) απέρριψαν την αίτησή του.
Ειδικότερα, το ΣτΕ επισημαίνει ότι η μη χορήγηση ή η αφαίρεση διαβατηρίου σε περίπτωση άσκησης ποινικής δίωξης για κακούργημα ή για πλημμέλημα “δικαιολογείται από λόγους δημοσίου συμφέροντος που συνδέονται με την ανάγκη αποτροπής του κινδύνου διαφυγής σε τρίτες χώρες, μη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των προσώπων σε βάρος των οποίων υφίστανται σοβαρές ενδείξεις, κατά την κρίση του αρμόδιου δικαστικού οργάνου, τέλεσης ιδιαιτέρως σοβαρής, ποινικώς κολάσιμης πράξης και αποβλέπει δε στη διασφάλιση της αυτοπρόσωπης παρουσίας του κατηγορουμένου στην ποινική δίκη και στην απρόσκοπτη διεξαγωγή της, καθώς και στη διασφάλιση ότι θα υποβληθεί στην εκτέλεση της απόφασης”.
Το σκεπτικό του ΣτΕ
Κατά τους συμβούλους Επικρατείας το ΠΔ 25/2004 που προβλέπει την μη χορήγησης διαβατηρίου στις περιπτώσεις αυτές, “δεν παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητος (άρθρο 25 παρ. 1 εδ. δ΄ του Συντάγματος)”.
Και αυτό, γιατί “ο περιορισμός αυτός δεν παρίσταται απρόσφορος ούτε υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο, και μάλιστα προδήλως, για την επίτευξη του επιδιωκομένου με αυτόν σκοπού δημοσίου συμφέροντος, εν όψει άλλωστε και του ότι αφ’ ενός μεν δεν στερεί από το πρόσωπο στο οποίο επιβάλλεται τη δυνατότητα να κυκλοφορεί ελεύθερα εντός των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την επίδειξη ισχύοντος δελτίου ταυτότητος, αφ’ ετέρου δε, κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου 1 παρ. 3 περ. α΄ και β΄ του π.δ. 25/2004, παρέχεται η, κατ’ εξαίρεση, δυνατότητα προσωρινής χορήγησης διαβατηρίου” (σ.σ.: σε περιπτώσεις θεμάτων υγείας).
Επίσης, αναφέρεται ότι “η μη χορήγηση ή η αφαίρεση του διαβατηρίου δεν ενέχει κρίση περί της ενοχής του προσώπου κατά του οποίου έχει ασκηθεί ποινική δίωξη, και, συνεπώς, δεν ανατρέπει το τεκμήριο της αθωότητάς του (άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) για το ποινικό αδίκημα για το οποίο διώκεται”.
Υπενθυμίζεται ότι η δίκη για την υπόθεση έχει αναβληθεί για τις 3 Δεκεμβρίου 2018.