- Επίσκεψη με ισχυρό συμβολισμό από τον υπουργό Δικαιοσύνης Μιχάλη Καλογήρου στις φυλακές Ελαιώνα Θηβών - Συνάντησε την 53χρονη καθαρίστρια που έχει καταδικαστεί για πλαστογραφία του απολυτήριου δημοτικού - Στις 28 Νοεμβρίου θα συζητηθεί η αίτηση για την αναστολή της ποινής της - Βαρυσήμαντη παρέμβαση και από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων
Στις φυλακές Ελαιώνα Θηβών βρέθηκε το μεσημέρι της Παρασκευής (23.11.2018) ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου. Σύμφωνα με πληροφορίες ο υπουργός συναντήθηκε με την 53χρονη καθαρίστρια από το Βόλο, η οποία βρίσκεται ανάμεσα στις κρατούμενες που συνάντησε και συνομίλησε μαζί τους.
Με απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Λάρισας, η 53χρονη γυναίκα καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλακή (!) γιατί πλαστογράφησε το απολυτήριο του δημοτικού (είχε τελειώσει την Ε’ τάξη και παρουσίασε ότι είχε τελειώσει και την ΣΤ’) ώστε να προσληφθεί ως καθαρίστρια στο δήμο Βόλου.
Στην υπόθεση, που έχει προκαλέσει οργισμένες αντιδράσεις, παρενέβη η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου, που ζήτησε να ενημερωθεί για το σκεπτικό της απόφασης. Όπως έγινε νωρίτερα γνωστό, η αίτηση αναστολής εκτέλεσης της ποινής της ορίστηκε να συζητηθεί την επόμενη Τετάρτη, 28 Νοεμβρίου. Η 53χρονη γυναίκα βρίσκεται στη φυλακή από τις 6 Νοεμβρίου.
Οι συνήγοροι της παράλληλα κατέθεσαν και αίτηση αναίρεσης της απόφασης του Δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, ενώ η εισαγγελέας έχει ήδη κινήσει τις διαδικασίες για την αναίρεση της.
Παρέμβαση και από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων
Με βαρυσήμαντη ανακοίνωση, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων παρεμβαίνει στο θέμα που έχει δημιουργηθεί στο ζήτημα της 53χρονης καθαρίστριας και κάνει λόγο για ανάγκη «εκλογίκευσης των δρακόντειων ποινών που προβλέπει ο ν. 1608/50 και ορθότερης διάκρισης των αδικημάτων».
Η ΕΔΕ κάνει λόγο «αναντιστοιχία αδικήματος και ποινής στην προκειμένη περίπτωση είναι προφανής».
Συγκεκριμένα η ΕΔΕ αναφέρει: «Στη δημόσια συζήτηση που άνοιξε με αφορμή την ποινική καταδίκη εργαζόμενης στην καθαριότητα από Εφετείο Κακουργημάτων, σημειώνουμε αρχικά την εκπεφρασμένη θέση μας περί ανάγκης εκλογίκευσης των δρακόντειων ποινών που προβλέπει ο ν. 1608/50 και ορθότερης διάκρισης των αδικημάτων. Η χρήση ενός νόμου που ψηφίστηκε σε εντελώς διαφορετικές ιστορικές συνθήκες ως εργαλείο αντιμετώπισης σύγχρονων ζητημάτων οδηγεί σε αμφιλεγόμενα αποτελέσματα. Η αναντιστοιχία αδικήματος και ποινής στην προκειμένη περίπτωση είναι προφανής. Η σύγχυση που δημιουργείται από δύο διαφορετικές τάσεις που διαμορφώθηκαν στην νομολογία και οδηγούν σε διαφορετική ποινική αντιμετώπιση όμοιων περιπτώσεων μπορεί να αρθεί είτε με νομοθετική παρέμβαση είτε με λύση του νομικού ζητήματος από σταθερή νομολογία του Αρείου Πάγου. Οι κατηγορίες περί αναλγησίας δικαστικών λειτουργών που εξέδωσαν τη συγκεκριμένη ή άλλες όμοιες αποφάσεις είναι τουλάχιστον άδικες και συγκαλύπτουν την πραγματική αιτία του προβλήματος. Οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί εκδίδουν πάντα τις αποφάσεις τους μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας».
Μετά την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων και η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος εξέδωσε ανακοίνωση για την απόφαση καταδίκης της 53χρόνης καθαρίστριας.
Όπως επισημαίνει η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος κάνει λόγο για «νόμο, κατάλοιπο, μίας άλλης εποχής με έντονες κατά καιρούς επικρίσεις από θεωρητικούς και εφαρμοστές του δικαίου.Παράλληλα, αναφέρει ότι οι δικαστές εξάντλησαν την επιείκεια τους.
Συγκεκριμένα η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος αναφέρει στην ανακοίνωση της:
«Με αφορμή πρόσφατη απόφαση ποινικού δικαστηρίου, το οποίο επέβαλε σε καταδικασθείσα για παράβαση του νόμου περί Καταχραστών του Δημοσίου (ν. 1608/1950) ποινή καθείρξεως δέκα (10) ετών, η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος υπογραμμίζει ότι ο σεβασμός στο Σύνταγμα και την εφαρμογή των Νόμων που θεσπίζονται από τη νομοθετική εξουσία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση των Ελλήνων Δικαστών και Εισαγγελέων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Ο ανωτέρω νόμος-κατάλοιπο μιας άλλης εποχής-με έντονες κατά καιρούς επικρίσεις από θεωρητικούς και εφαρμοστές του δικαίου, απειλεί στη διακεκριμένη του μορφή, όπως στην κριθείσα περίπτωση, ποινή ισόβιας κάθειρξης και σε περίπτωση αναγνώρισης ελαφρυντικών περιστάσεων, ποινή κάθειρξης, τουλάχιστον, δέκα (10) ετών.
Οι δικαστικοί λειτουργοί, στα πλαίσια της νομιμότητας, με την καταδικαστική απόφαση εξήντλησαν τα όρια της επιείκειας και επέβαλαν την κατώτατη προβλεπόμενη ποινή.
Κατά συνέπεια, η έκφραση υπονοιών κατά των εφαρμοστών του δικαίου από οποιονδήποτε είναι πρόδηλα εσφαλμένη και δυσχεραίνει τον επιστημονικό διάλογο για νομοθετικές μεταρρυθμίσεις, όταν αυτές είναι αναγκαίες».