Την Τετάρτη το μεσημέρι στην οδο Κύπρου στο Μενιδι, όπου βρέθηκα για να κάλυψω τα επεισόδια σε καταυλισμό Αθίγγανων, τα σπίτια των οποίων κατεδαφίστηκαν από μικτά κλιμάκια του Δήμου Αχαρνών, είχα τη δυσάρεστη εμπειρία να διαπιστώσω τη “σκοτεινή” πλευρά του νόμου.
Μια φασιστική συμπεριφορά και νοοτροπία, θυματα της οποίας φοβάμαι πως πέφτουν καθημερινά αρκετοί ανώνυμοι συμπολίτες μας, τα λεγόμενα των οποίων εμεις οι δημοσιογράφοι πολλές φορες χαρακτηρίζουμε “υπερβολές”.
Να λοιπόν που οι υπερβολές αποδείχθηκαν κατι παραπάνω απο αληθινές.
Έχοντας ολοκληρώσει το ρεπορτάζ και αποχωρώντας, με φωνάζει ο επικεφαλής μιας διμοιρίας ΟΠΚΕ λέγοντας μου:
“Ε, ψηλέ ! Εσύ με το κινητό. Πήγαινε εκει που θέλουν να σου μιλήσουν κάποιοι κύριοι… Και μη μου βγάλεις καμία ταυτότητα δημοσιογράφου γιατί σε μένα δεν περνούν αυτά”.
Δίχως να φέρω αντίρρηση πηγαίνω στους επικεφαλής που στέκονται φορώντας πολιτικά μπροστά από ένα μπλε βαν, επι της οδού Κύπρου. Βγάζω και τους επιδεικνύω την ταυτότητα διαπιστευμένου αστυνομικού συντάκτη του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και Δημόσιας Τάξης, για να εισπράξω το χλευασμό του διμοιρίτη και των επικεφαλής του οι οποίοι μου λένε οτι “αυτη ειναι πλαστή και δεν τους λεει τίποτα”.
Τους ρωτάω να μου πουν το λόγο για τον οποίο με σταμάτησαν και υποστηρίζουν οτι βιντεοσκόπησα και φωτογράφησα πρόσωπα αστυνομικών. Οταν δε, τους είπα οτι μπορούν να ελέγξουν το κινητό μου τηλεφωνο, παρότι δεν ήμουν υποχρεωμένος να το κάνω, αρνήθηκαν. Όπως επίσης αρνήθηκαν να μου δώσουν και τα στοιχεία τους.
Λίγα λεπτά μετά κατέφθασε ο “κύριος Διευθυντής” από τον οποίο ζήτησα ευγενικά να μου εξηγήσει τους λόγους του ελέγχου. Μου απάντησε οτι αφου υποστηρίζω οτι είμαι αστυνομικός συντάκτης, γνωρίζω για ποιο λόγο διενεργείται ο έλεγχος και να μην αντιμιλώ στους αστυνομικούς γιατί θα μου περάσει χειροπέδες! Μου τόνισε μάλιστα πως αν δεν ήμουν δημοσιογράφος θα μου είχαν περάσει ήδη χειροπέδες…
Ενας υφιστάμενος του μάλιστα με “παρότρυνε” οποιαδήποτε παράπονα έχω να τα δηλώσω στο τοπικό αστυνομικό τμήμα! Αναγκάστηκα να τους δώσω και την αστυνομική μου ταυτότητα ζητώντας εγώ ο ίδιος να προχωρήσουν σε εξακρίβωση στοιχείων.
Αυτό το θέατρο του παραλόγου συνεχίστηκε εως ότου κάλεσα στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ζητώντας αρχικά το διευθυντή του γραφείου και εν συνεχεία τον εκπρόσωπο τύπου της ΕΛΑΣ.
Μόνο όταν ανέφερα το όνομα ενός ανώτατου αξιωματικού της ΕΛΑΣ, λέγοντας οτι τον “παίρνω αμέσως τηλέφωνο “, τα “όργανα της τάξης” φάνηκαν να αιφνιδιάζονται και επιστρέφοντας μου τις ταυτότητες, μου είπαν να πάω “στην ευχή του Θεού”.
Δεκατρία χρόνια στο επάγγελμα και έχοντας έρθει αρκετές φορες σε αντιπαράθεση εν ώρα εργασίας με τις διωκτικές αρχές, σε ακραίες συνθήκες έντασης, με τα πνεύματα να ειναι οξυμένα ένθεν κακείθεν, πρώτη φορά βρέθηκα αντιμέτωπος με ανάλογη ΦΑΣΙΣΤΙΚΗ συμπεριφορά.
Σέβομαι το ρόλο και το έργο που επιτελεί ο αστυνομικός από τον κατώτερο εως τον ανώτερο βαθμό. Όπως αντιλαμβάνομαι τις αντίξοες συνθήκες κάτω απο τις οποίες καλείται να τελέσει την υπηρεσία του. Επειδή όμως μια λαϊκή ρήση λέει πως “μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά” , γι΄ αυτό αποφάσισα να καταγγείλω επωνύμως το συγκεκριμένο συμβάν.
Με σεβασμό στον αστυνομικό ο οποίος καθημερινά τιμά τη στολή του, αλλά η συμπεριφορά μιας θλιβερής μειοψηφίας συναδέλφων του, τον προσβάλει ανεπανόρθωτα.