Η Φωτεινή Παπαλεωνιδοπούλου τέτοια εποχή πριν 20 χρόνια έσβηνε τη φλόγα στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004, σήμερα είναι ολόκληρη γυναίκα 30 ετών.
Ένα κοριτσάκι που μεγάλωσε στα παιδικά χωριά SOS, είναι πλέον πτυχιούχος του βιολογικού στην Πάτρα, ζει και εργάζεται στο Λονδίνο και κάνει το διδακτορικό της στη μοριακή βιολογία. Η Φωτεινή Παπαλεωνιδοπούλου ήταν 10 ετών όταν επιλέχθηκε να σβήσει την Ολυμπιακή φλόγα στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2004.
Η ίδια μίλησε στην εκπομπή «Επίλογος», θυμήθηκε αυτή την μοναδική εμπειρία αλλά σχολίασε και τη ζωή της μετά από αυτή την τεράστια στιγμή που βίωσε.
Μάλιστα δήλωσε πως νιώθει πολύ τυχερή που επιλέχθηκε, ειδικά ενώ βρισκόταν σε πλήρη άγνοια, ούσα μόνο 10 χρονών και στην κατασκήνωση, την ώρα που το τηλέφωνο χτύπησε για να μεταφέρει τα χαρμόσυνα νέα. Ύστερα πέρασε από ένα κάστινγκ και όλα τα υπόλοιπα αποτελούν μια ευχάριστη ανάμνηση, αφού δεν στραβοπάτησε στις σκάλες, όπως είπε.
Παρά το άγχος που την είχε κυριεύσει, οι αθλήτριες Αιμιλία Τσουλφά και Σοφία Μπεκατώρου, την βοήθησαν να το κάνει στην άκρη και να ανέβει στη σκηνή, χαράζοντας ανεξίτηλα εκείνη τη μέρα στην παιδική αλλά και την ενήλικη πλέον μνήμη της Φωτεινής.
Η Φωτεινή δήλωσε πως οι πρόβες που είχαν προηγηθεί δεν αρκούσαν, και σίγουρα δεν την προετοίμασαν για αυτό που θα αντιμετώπιζε εκείνη τη στιγμή. Ένα κατάμεστο στάδιο, μεγάλες οθόνες που την προβάλλαν και στην τηλεόραση, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλο τον κόσμο.
Οι Ολυμπιακοί αγώνες του 2004, τα πρόσωπα, οι εικόνες, αναβιώνουν στη μνήμη τόσο της Φωτεινής, όσο και των υπόλοιπων Ελλήνων, καθώς όπως είπε «Επανέρχεται γιατί νομίζω σαν Έλληνες είμαστε πολύ περήφανοι για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και για αυτό το συζητάμε και μετά από 20 χρόνια».
Η Φωτεινή είδε για πρώτη φορά τον εαυτό της στην οθόνη να σβήνει την Ολυμπιακή φλόγα μέσα στη σχολική της τάξη, όταν ξεκίνησε η επόμενη σχολική χρονιά.
Η Φωτεινή, μιλώντας για τον εαυτό της αλλά και για την υπόλοιπη Ελλάδα, λέει πως η θύμηση και η εμπειρία των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 τη συγκινεί. Τη συγκινεί η μνήμη του έντονου συναισθήματος συλλογικότητας και χαράς που βίωσε, και θεωρεί πως όλοι και όλες βιώσανε κάτι αντίστοιχο. Συνέχισε λέγοντας: «Είτε οι άνθρωποι που οδηγούσανε στο δρόμο τα ταξί για να φέρνουνε τους προσκεκλημένους συναγωνιστές, είτε ως εθελοντές, και θεωρώ ότι τόνωσε πολύ την εθνική υπερηφάνεια και σίγουρα νιώθω συγκινημένη και πολύ χαρούμενη που ήμουνα κι εγώ μέρος αυτής της εμπειρίας. Εύχομαι να έχουμε κι άλλες τέτοιες εμπειρίες στο μέλλον και να εντυπωσιαζόμαστε από τα επιτεύγματά μας όλο και πιο πολύ, συλλογικά και ατομικά βέβαια».
Αυτή η εμπειρία την επηρέασε καθόλου την μετέπειτά πορεία της;
Η απάντηση της Φωτεινής: «Δεν ξέρω κατά πόσο αυτό το μεμονωμένο γεγονός έχει επηρεάσει την πορεία της ζωής μου τα τελευταία χρόνια, είμαι σίγουρη όμως ότι κάθε θετική εμπειρία στη ζωή μας επηρεάζει θετικά τις ζωές μας, αυτή, και άλλες εμπειρίες που κάθε άνθρωπος ζει. Σίγουρα αυτό που μου έχει μείνει ανεξίτηλο όμως, και επειδή θυμάμαι ότι και τότε το συζητούσαμε πάρα πολύ στο σχολείο και ήμασταν παιδιά ακόμα, όταν μιλούσαμε για το ολυμπιακό ιδεώδες, όταν λέγαμε πόσο σημαντική είναι η αξία της προσπάθειας και της ουσιαστικά προσωπικής τελειοποίησης – γιατί αυτό δείχνουν οι αθλητές μέσα από την προσπάθεια τους. Άλλοι τα καταφέρνουν στα 20 και άλλοι στα 35 και παίρνουν το χρυσό μετάλλιο ή και το αργυρό μετάλλιο. Και αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό πρότυπο για εμάς, οπότε θέλω και ελπίζω να μπορώ να κουβαλήσω κι εγώ μέσα από τη δικιά μου ζωή αυτές τις αξίες».
Και προσέθεσε: «Επίσης η συνεργασία η φιλία, εκείνη τη χρονιά στην Ελλάδα ζήσαμε όλοι μια χαρά που οι λαοί από όλο τον κόσμο ερχόντουσαν και επισκέπτονταν την Ελλάδα. Εκεί δεν βλέπαμε τη διαφορετικότητα μας, βλέπαμε ότι όλοι ήμασταν ένα. Και μακάρι και σήμερα να το βλέπαμε αυτό με τα άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε όπως γνωρίζετε».
Η Φωτεινή είναι ένα παιδί του brain drain, και κλείνει πλέον το 7ο έτος διαμονής της στο εξωτερικό. Ωστόσο αγαπάει πολύ την Ελλάδα και την επισκέπτεται με κάθε ευκαιρία. Την λυπεί που ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι των Ελλήνων αναγκάζεται να φύγει στο εξωτερικό ώστε να μπορέσει να βελτιωθεί και να συναντήσει καλύτερες ευκαιρίες. Δεν βλέπει τον εαυτό της να γυρνάει σύντομα μόνιμα στην Ελλάδα, ωστόσο εύχεται, κάποια στιγμή, να δοθούν ευκαιρίες ώστε να μπορέσουν να επιστρέψουν όσοι και όσες αναγκάστηκαν να φύγουν, και να προσφέρουν και πάλι στον τόπο μας.
Συνέχισε παραθέτοντας έναν από τους προβληματισμούς της: «Αυτό που ίσως με προβληματίζει και τα τελευταία 20 χρόνια μιας και κάνουμε αναφορά και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 είναι ότι βλέπουμε κάποιες δυσκολίες στην ελληνική πραγματικότητα και ένα λαμπρό παράδειγμα ας πούμε είναι η μη αξιοποίηση των ακινήτων, μιας και λέμε για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Φαίνεται λοιπόν ότι δυσκολευόμαστε συλλογικά να πάρουμε μια ευθύνη και να έχουμε ένα μακροχρόνιο σχεδιασμό. Βελτιώνονται τα πράγματα, αυτό φαίνεται αυτή τη στιγμή, αλλά θα ήθελα να δω κι άλλη βελτίωση στα επόμενα χρόνια ώστε κι εγώ να μπορέσω να γυρίσω πίσω».
Συχνά ακούει από κόσμο πως από κάπου την γνωρίζουν, ωστόσο εκείνη δεν αναφέρει κάτι. Αν το καταλάβουν, το κατάλαβαν.