Τα όσα προηγήθηκαν της ανακοπής της Τζωρτζίνας στο Καραμανδάνειο περιέγραψε η Ρούλα Πιαπιρίγκου στην απολογία της.
«Ξαφνικά άρχισα να βλέπω ότι το παιδί δεν πολυμιλούσε στις βιντεοκλήσεις με τον μπαμπά της και τη γιαγιά της. Μετά το συζήτησα με το Μάνο, διότι την ημέρα της ανακοπής ήταν μαζί της. Μου είπε πως ήταν στα όρια της εξάντλησης. Με προβλημάτισε και το χρώμα της. Άρχισε να παίρνει το χρώμα που ασπρίζουμε. Μου είπαν πως είναι γαστρεντερίτιδα, μην ανησυχώ», είπε η Ρούλα Πισπιρίγκου στην απολογία της.
Και συνέχεια πρόσθεσε: «Την μία ημέρα είχε γαστρεντερίτιδα, τη δεύτερη βρογχοπνευμονία και κάναμε τον σταυρό μας, τι θα μας ξημερώσει. Τελικά τι είχε; Και τα δύο; Ήταν τελείως περίεργο να μπαίνει για άλλο πράγμα και μετά να σου λένε γαστρεντερίτιδα, μετά βρογχοπνευμονία και τελικά μετά να παθαίνει ανακοπή».
Η κατηγορούμενη περιέγραψε καρέ-καρε τι συνέβη την ώρα της ανακοπής: «Αρχίζω φωνάζω. Βλέπω τη νοσοκόμα, της λέω τρέξε. Έρχεται η νοσοκόμα πάει προς το παιδί και μου λέει ”φωνάζω τους γιατρούς’‘. Εγώ φεύγω και πάω προς τους γιατρους. Συναντηθήκαμε στα ενδιάμεσα, μου λέει η κυρία Δημητρακοπούλου και «τι συμβαίνει, της λέω τίναξε τα πόδια, τα χέρια της δεν ξέρω». Βλέπω την κυρία Δημητροπούλου να κατεβάζει το κρεβάτι και να κάνει συμπιέσεις στο παιδί (κλαίγοντας), πέθανα, ήθελα να με πάρει ο Θεός.
Παίρνω τον Μάνο και του λέω «έλα». Μου κόπηκαν τα πόδια, έκατσα στο σκαλοπάτι, βγαίνει η νοσοκόμα και μου δίνει τα κομποσκοίνια της Τζωρτζίνας, αυτά τα τρία (τα δείχνει), ξαφνικά βλέπω μια γιατρό, που ανέβηκε τρέχοντας από τα επείγοντα και ανοίγει η πόρτα και βλέπω το παιδί σε μία σανίδα πάνω και βλέπω την γιατρό να καβαλάει παιδί και να παίρνει μία ένεση και να την κάνει στην καρδιά. Ανοιγοκλείνανε πόρτες, δεν μας έδινε κανείς ενημέρωση. Μου έλεγαν φωνάξτε τον γιατρό. Βλέπουμε από διάδρομο τον κ. Χασαπόπουλο να μπαίνει μέσα. Έχω κάτσει με κομποσκοίνια και να προσεύχομαι, ο Μάνος είχε πιάσει το κεφάλι του και έλεγε «είσαι δυνατή θα τα καταφέρεις».
Και ακούμε κάποια στιγμή «μπράβο κορίτσι μου». Βγαίνει η κυρία Δημητρακοπούλου και μου λέει επανήλθε ζει. Εγώ βρίσκομαι σε σοκ, δεν μιλάω πολύ, είμαι σαν χαμένη εκείνη την ώρα. Μας λέει ότι θα πάει στην εντατική. Δεν μας είπε κανείς ότι το παιδί θα έχει κάποιο εγκεφαλικό πρόβλημα. Βγήκε ο κύριος Χασαπόπουλος κλαμένος. Το μόνο που μας είπε είναι ότι έπαθε ανακοπή, επανήλθε και πάει εντατική. Δεν υπήρχε καλύτερο πράγμα από το ότι ήταν μαζί μας η Τζωρτζίνα» περιέγραψε η κατηγορούμενη.
«Είδα ένα παιδί από το κεφάλι μέχρι τα πόδια όλο καλώδια»
Όπως ανέφερε στη συνέχεια η κατηγορούμενη, η Τζωρτζίνα μεταφέρθηκε στην εντατική του νοσοκομείου του Ρίο και τέθηκε υπό την επίβλεψη του κ. Ηλιάδη. «Στις 13/04 ήταν η ημέρα που η Μαλένα είχε φύγει από ζωή, τα δύο χρόνια. Φανταστείτε τι συναισθηματική φόρτιση είχαμε. Μου έλεγε ο Μάνος «μίλα της Μαλένας που σε ακούει, μην την πάρει την Τζωρτζίνα». Δεν επιτρεπόταν να την δούμε. Μας έβαλε μετά από δύο ημέρες από την πόρτα να την δούμε. Και τι να δεις ένα παιδί από το κεφάλι μέχρι τα πόδια όλο καλώδια. Δεν μπορούσες να το αντικρίσεις, να το αντέξεις. Το παιδί που δεν είχε τίποτα, να το δεις έτσι. Μετά από 2-3 ημέρες μας είπε πως η Τζωρτζίνα έκανε οίδημα στον εγκέφαλο και μπορεί να έχει κάποιο νευρολογικό πρόβλημα. Μπορεί να μην είναι τίποτα. Της είχε ξυρίσει και τα μαλλάκια της και μας τα είχε δώσει. Όταν ο Μάνος πήγε και πήρε ζωγραφιές της Τζωρτζίνας, πήρε και τα μαλλιά και τα έχει εκείνος τώρα» είπε η Ρούλα Πισπιρίγκου.
Στη συνέχεια περιέγραψε και μία συνάντηση που είχαν στο γραφείο του Ανδρέα Ηλιάδη. «Μία ημέρα μας καλεί
μέσα στο γραφείο του και βλέπω όλο φωτογραφίες παιδιών. Τα κοιτούσα με συγκίνηση. Μου λέει τα κοιτάς, ξέρεις ποια παιδάκια είναι αυτά, έχουν κάποιες ηρωίδες μαμάδες που έχουν δωρίσει όργανα. Του λέω πολύ καλά έπραξαν, εννοείται είναι ηρωίδες. Εγώ δεν ήθελα να είμαι ηρωίδα μάνα διότι δώρισα τα όργανα, όμως εμένα το ενδιαφέρον ήταν στο παιδί, πάνω από Ηλιάδη, διότι είχε πάθει ανακοπή, αδιευκρίνιστη, είχε επανέλθει, είχε εγκεφαλοπάθεια, οι γονείς το είχαν πάει στο εξωτερικό και μίλαγε είτε πέντε είτε επτά γλώσσες. Απαντήσεις δεν πήρα. Όταν μας είπε για παιδάκια που γονείς είχαν δωρίσει τα όργανα, ο Μάνος είχε μπει λίστα για δότης μυαλού οστού μετά από τη Μαλένα, εμένα η απάντηση μου ήταν πως δεν με ενδιαφέρει η δωρεά, αλλά η εξέλιξη του παιδιού» περιέγραψε η κατηγορούμενη.
«Μας είπε ότι ήταν τετραπληγική, δεν θα μπορούσε να μιλήσει, να περπατήσει, να φάει»
Μετά από κάποιες ημέρες έμαθαν όπως περιέγραψε η κατηγορούμενη και την κατάσταση της Τζωρτζίνας. «Έγινε μαγνητική. Μας είπε ότι ήταν τετραπληγική, δεν θα μπορούσε να μιλήσει, να περπατήσει, να φάει. Μας είπε πως δεν γνωρίζει καλά καλά τι μπορεί να έχει. Μας είπε ότι δεν γνωρίζει καλά καλά αν ακούει».
Η Ρούλα Πισπιρίγκου αναφέρθηκε και σε ένα περιστατικό που την στεναχώρησε, όπως είπε, ενώ τόνισε πως το σύνδρομο Μινχάουζεν το άκουσε πρώτη φορά από το στόμα του κ. Ηλιάδη στο δικαστήριο. «Το σύνδρομο το άκουσα εδώ από συγκεκριμένο γιατρό. Έγινε ένα περιστατικό που με στεναχώρησε πάρα πολύ. Μπήκαμε μέσα να την δούμε και χασμουρήθηκε για πρώτη φορά και με τραβάει η κυρία Σαμκινίδου από το χέρι και λέει «εδώ τον μπαμπά». Με τραβάει πίσω. Βγαίνουμε και μου λέει ο Μάνος μη στεναχωριέσαι. Λέω γιατί να με σπρώξει. Αυτό με στεναχώρησε πάρα πολύ, αλλά το προσπέρασα» τόνισε η κατηγορούμενη.
Η Ρούλα Πισπιρίγκου μάλιστα υποστήριξε πως πιθανότητα ο Ανδρέας Ηλιάδης ηχογραφούσε τις συνομιλίες που είχαν στο γραφείο του και οι οποίες στη συνέχεια δημοσιεύθηκαν σε τηλεοπτική εκπομπή.
«Άλλος δεν υπήρχε σε αυτό το δωμάτιο, εγώ, ο Μάνος, αυτός και ο γενετιστής στο τηλέφωνο. Τον Μάνο τον ρώτησα, δεν ήταν αυτός. Αυτόν (το γιατρό) τον είχα θεό στα χέρια μου. Ήταν η ζωή του παιδιού μου στα χέρια μου. Και βλέπω το διάλογο να δημοσιεύεται σε εκπομπή..» είπε και πρόσθεσε: «Μας είπαν ότι ήταν τετραπληγική, δεν θα μπορούσε να μιλήσει, να καταπιεί, ακόμα καλά καλά δεν ήξερε αν βλέπει. Με ενδιέφερε η αποκατάσταση της Τζωρτζίνας. Από τη στιγμή που έγινε ό,τι έγινε με ενδιέφερε το μέλλον. Όχι να κοιτάξω πίσω αν θα πάθει μια επιπλοκή να δωρίσω τα όργανα της. Με ενδιέφερε αν θα ξαναπερπατήσει, αν θα πιάσει ξανά το μικρόφωνο να τραγουδήσει».