Site icon NewsIT
16:51 | 21.12.18

Πως θα καταλάβετε αν το λάδι που αγοράσατε είναι καλό; – Video

Πως θα καταλάβετε αν το λάδι που αγοράσατε είναι καλό; – Video
Newsit Newsroom

Οι μεσογειακές χώρες είναι από τους σημαντικότερους παραγωγούς ελαιολάδου στον κόσμο, με την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα να παράγουν τις μεγαλύτερες ποσότητες, ενώ η χώρα μας έχει με διαφορά τη μεγαλύτερη κατανάλωση ανά κεφαλή διεθνώς.

Στη χώρα μας, η βασική πηγή λαδιού είναι η Πελοπόννησος με το νομό Μεσσηνίας να είναι ο πρώτος σε παραγωγή και ποιότητα.

Πως όμως ένας καταναλωτής μπορεί να καταλάβει αν το λάδι που έχει αγοράσει είναι καλό; “Η γεύση, το χρώμα και η οσμή” θα σου δώσουν την απάντηση, αναφέρει η χημικός και μάνατζερ στο τμήμα ελέγχου ποιότητας σε γνωστή εταιρεία λαδιού, κυρία Δήμητρα Λάμπρου, η οποία εξηγεί στο newsit με ποιους τρόπους θα καταλάβουμε αν το λάδι που έχουμε προμηθευτεί είναι καλό.

“Αναλόγως με την ελιά, τις κλιματικές συνθήκες και το έδαφος που είναι το δέντρο σίγουρα θα διαφέρει από περιοχή σε περιοχή και από χρόνο σε χρόνο”, υποστηρίζει η Δήμητρα Λάμπρου.

“Δηλαδή το λάδι που βγάζουμε εμείς στην Λακωνία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι ίδιο με αυτό που είναι στην Κρήτη, στη Θεσσαλονίκη ή στην Μυτιλήνη – όπου είναι γνωστό ότι έχει κίτρινο λάδι.

Οπότε αναλόγως το εδαφολογικό και Κλιματολογικό κάθε χρόνο μιλάμε για διαφορετική ποιότητα λαδιού. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι θα διαφέρει τρομακτικά. Φέτος λόγω των δύσκολων συνθηκών (χαλάζι) είχε πολύ δάκο. Ο δάκος είναι ένας μικροοργανισμός που προσβάλει την ελιά και προκαλεί μεγάλη οξύτητα στο λάδι που σημαίνει ότι τα χαρακτηριστικά του λαδιού δεν είναι τόσο καλά. Όλοι φέτος ψάχνουν να βρουν αν είναι καλό το λάδι τους ή όχι. Ο πιο εύκολος τρόπος για τους κοινούς πολίτες είναι να το μυρίσεις και να το γευτείς. Δεν είναι κανένας ειδικός. Ούτε οι ειδικοί δεν μπορούν να σου πουν 100%.

Απλώς σίγουρα το λάδι που δεν είναι καλό θα σου μυρίσει σαν να έχει χαλάσει, δηλαδή μυρίζει όπως όταν τηγανίζεις και μετά μένει μια μυρωδιά που δεν μπορεί να φύγει από πάνω σου. Επίσης η γεύση. Το καλό λάδι θα σε κάψει και λίγο στο λαιμό, θα σου προκαλέσει έντονη γεύση “έντονα συναισθήματα στη γλώσσα σου”.

Άλλος ένας τρόπος είναι το χρώμα. Το αγουρέλαιο που βγάζουν όλοι είναι πρασινωπό. Αν έχει πάει ποτέ κάποιος σε ένα ελαιοτριβείο το χρώμα του είναι κατά πράσινο στην αρχή. Μπορεί επίσης κάποιος να κάνει μια χημική ανάλυση για να δεις την οξύτητα τα κάπα και τις φαινόλες του λαδιού. Αυτό δεν είναι εύκολο για τον οποιοδήποτε καταναλωτή, συν ότι και πάλι δεν θα είσαι σίγουρος για το αποτέλεσμα. Νομίζω το πιο σωστό, αν θέλει κάποιος να αγοράσει σωστό λάδι, είναι να πάρει μια μικρή ποσότητα από κάπου, να το δοκιμάσει, να το γευτεί, γιατί σίγουρα η μικρή ποσότητα νοθεύεται και πιο δύσκολα.

Το κυριότερο για έναν καταναλωτή είναι η γεύση και η οσμή. Οι χημικοί παράμετροι μπορούν σίγουρα να σου πουν κάτι αλλά δεν μπορούν να σου προκαλέσουν την ίδια διέγερση στους γευστικούς κάλυκες. Σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει κάποια συνταγή ότι ένα και ένα κάνει δύο. Πρέπει να εντοπίσεις ποια ποικιλία λαδιού σου αρέσει, δηλαδή από ποια περιοχή και από εκεί και πέρα να αγοράζεις από εκεί. Βέβαια ποτέ δεν θα έχεις την ίδια ποιότητα λόγω των συνθηκών”.

Λάδι: Ποιότητα, ποικιλίες, τιμές

Παράλληλα, η χημικός και παραγωγός λαδιού κυρία Κολοκάθη Χριστίνα, η οποία κατάγεται από την Καλαμάτα (και είναι μεγαλωμένη σε μια οικογένεια ελαιοπαραγωγών), αναλύει, μεταξύ άλλων στο newsit, τους παράγοντες που καθορίζουν την ποιότητα, τις ποικιλίες και την διαδικασία παραγωγής του λαδιού, καθώς και τις τιμές του.

“Ο τρόπος συλλογής λαδιού έχει περάσει στα χέρια μας πια, από γενιά σε γενιά με αμέριστο μεράκι τόσο του παππού, όσο και του προπάππου μου.

Οι παράγοντες που επηρεάζουν τον ελαιόκαρπο & το λάδι είναι πολλοί, με πιο βασικούς την ποικιλία, το κλίμα, το έδαφος, το υψόμετρο, την προσβολή από έντομα, τα μέσα μαζέματος, την αποθήκευση, το χρόνο αποθήκευσης του λαδιού & της πρακτικές του εκάστοτε ελαιοτριβείου.

Εμείς συγκεκριμένα, ασχολούμαστε με την κορωνέικη ποικιλία ελιών. Η ποικιλία αυτή εκτός από την σπάνια γεύση και το άρωμα, παράγει από τη φύση της λάδι με πολύ χαμηλά οξέα, μηδενικά όπως λέγεται στην γλώσσα των καλλιεργητών.

Το καλαματιανό λάδι έχει οξέα, 0, 3 – 0,4, αν ο ελαιόκαρπος συλλεχθεί σωστά. Σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνει το 0,1 – 0,2! Σπανιότερα ανεβάζει οξέα φτάνει το 0,8 – 0,9 αλλά ποτέ δεν ξεπερνάει την μονάδα, σε αντίθεση με αλλά είδη λαδιών.

Σύμφωνα με την ισχύουσα ποιοτική κατάταξη “παρθένο ελαιόλαδο” είναι: το έλαιο που λαμβάνεται μόνο με φυσικές επεξεργασίες και δεν έχει υποστεί καμία άλλη επεξεργασία, πλην της πλύσης, της μετάγγισης, της φυγοκέντρισης και της διήθησης.

Επομένως, το “παρθένο ελαιόλαδο” είναι το λάδι ”φυσικός χυμός”, το οποίο περιέχει όλα τα βασικά συστατικά που περιείχε και μέσα στον ελαιόκαρπο (βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, μικροστοιχεία κτλ) και κατ’ επέκταση εκείνο που έχει όλες τις ευεργετικές για την υγεία ιδιότητες.

“Παρθένα ελαιόλαδα”

Τα “παρθένα ελαιόλαδα” κατατάσσονται και ταξινομούνται αναλυτικά με τις ακόλουθες ονομασίες, ανάλογα με την περιεκτικότητά τους σε ελεύθερα λιπαρά οξέα (οξύτητα) και με κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που προβλέπονται για την κάθε κατηγορία:

▪ Εξαιρετικό Παρθένο Ελαιόλαδο (οξύτητα ≤0,8%)

▪ Παρθένο Ελαιόλαδο (οξύτητα ≤2,0%)

▪ Ελαιόλαδο Λαμπάντε (οξύτητα >2,0%) (είναι ακατάλληλο για κατανάλωση ως έχει και προορίζεται για ραφινάρισμα ή για βιομηχανική χρήση).

Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι η κορωνέικη ποικιλία ελαιολάδου με οξύτητα, κατά μέσο όρο, 0,3 ανήκει στην κατηγορία των “εξαιρετικά παρθένων ελαιολάδων”, γι’ αυτό και είναι πολύ συχνό φαινόμενο η μεταφύτευση της καλαματιανής ελιάς. Το 60% των ελαιόδεντρων της Κρήτης είναι κωρονέικης ποικιλίας, κι έτσι και οι Κρητικοί έχουν το περίφημο παραδοσιακό “κρητικό” ελαιόλαδο.

Όσον αφορά τη διαμόρφωση των τιμών, ως γνωστών, είναι συνεχής και εξαρτάται από τις αγοραπωλησίες και τη συχνότητά τους. Μέχρι τέλη Νοέμβρη είχε διαμορφωθεί στα 3,08 ευρώ το κιλό.

Δυστυχώς, η φετινή χρόνια δεν ήταν τόσο καλή παραγωγικά, γιατί η πλειοψηφία των δέντρων μας, στην περιοχή της Μεσσηνίας υπέφερε από Δάκο.

Οι καταστροφές πρέπει να ανέρχονται περίπου στο 50%. Αυτό δημιούργησε τόσο ποσοτικά, όσο και ποιοτικά θέματα στον ελαιόκαρπο και στο ελαιόλαδο. Αλλά ευελπιστούμε ότι η επόμενη χρόνια θα είναι πιο εύφορη και αποδοτική”.

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΕΙΡΗΝΗ ΜΙΛΗ

Τελευταίες ειδήσεις

Exit mobile version