Ο Νίκος Ρωμανός, ο φίλος του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου που τον είδε να πέφτει νεκρός δίπλα του στις 6 Δεκέμβρη του 2008, από τις σφαίρες του ειδικού φρουρού Κορκονέα, “βλέπει” στην πρόσφατη δήλωση του δράστη μια ομολογία πολιτικής δολοφονίας από πλευράς του.
Σύμφωνα με το Νίκο Ρωμανό, ο Επαμεινώνδας Κορκονέας “Με την άρνηση του να ζητήσει συγγνώμη για την δολοφονία του συντρόφου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου εισάγοντας ως βασική επιχειρηματολογία το γεγονός ότι ο Αλέξανδρος ήταν αναρχικός ουσιαστικά αναλαμβάνει πέρα από τις όποιες ποινικές προεκτάσεις που μας είναι αδιάφορες και την πολιτική ευθύνη καθιστώντας την δολοφονία πολιτική με τις πολιτικές ευθύνες να αναρριχούνται έως την κορυφή της τότε κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.”
Προσθέτει ακόμα για τον δράστη της δολοφονίας του 15χρονου φίλου του πως “Έχει αντίληψη του θεσμικού του ρόλου καθώς θεωρεί ότι η πράξη του δεν εξελίχθηκε εκτός των αστυνομικών του καθηκόντων αλλά μέσα στα πλαίσια που ορίζει η υπηρεσία του στην αστυνομία.”
Ολόκληρο το κείμενο του Νίκου Ρωμανού, όπως αναρτήθηκε στο Indymedia:
“Στις 23 Δεκεμβρίου σε μια από τις συνεδριάσεις του μικτού ορκωτού εφετείου Λαμίας το οποίο δικάζει τους μπάτσους – δολοφόνους Κορκονέα και Σαραλιώτη η πρόεδρος του δικαστηρίου ζήτησε όπως συνηθίζεται από τους κατηγορούμενους να τοποθετηθούν σχετικά με τις κατηγορίες που τους αποδίδονται.
Η τοποθέτηση του Κορκονέα ήρθε να επιβεβαιώσει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο την αντίληψη που διέπει όσους υπηρετούν στα σώματα ασφαλείας και αποτελούν τους ένοπλους υπερασπιστές της ματωμένης κοινωνικής ειρήνης που επιβάλουν κράτος και κεφάλαιο.
– Δεν ζητάω συγγνώμη για την δολοφονία του Γρηγορόπουλου επειδή δεν υπήρξε ένας απλός 15χρονος αλλά ήταν αντιεξουσιαστής.
Η συγκεκριμένη δήλωση αποτελεί μια παραδοχή τεράστιας πολιτικής σημασίας που καταρρίπτει στην πράξη όλα τα συστημικά αφηγήματα τα οποία μεθοδευμένα επιχειρούν να αλλοιώσουν και να παραχαράξουν την ιστορική πραγματικότητα. Την πραγματικότητα της ύπαρξης ενός αδυσώπητου κοινωνικού πολέμου στον οποίο οι μισθοφόροι της έννομης τάξης ανέκαθεν είχαν έναν συγκεκριμένο ρόλο.
Ας εξετάσουμε όμως τι σημαίνει στην πραγματικότητα αυτή η παραδοχή. Αρχικά η παραίτηση του συνήγορου του Κορκονεά Αλέξη Κούγια δεν αποτέλεσε μια πράξη εναντίωσης του συγκεκριμένου στην δήλωση του πελάτη του. Εξάλλου ήταν ο ίδιος που είχε δηλώσει ότι το αν έπρεπε να πεθάνει ή όχι ο Αλέξανδρος θα το κρίνει τελικά η δικαιοσύνη. Ο μοναδικός λόγος της παραίτησης του ήταν ότι ο πελάτης του με την δήλωση του κατέρριψε την υπερασπιστική γραμμή που ο ίδιος είχε αναλάβει να οικοδομήσει και χάραζε από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε την υπόθεση.
Το προφίλ του μετανοημένου οικογενειάρχη αστυνομικού με την βαθιά χριστιανική πίστη που βρέθηκε στον λάθος τόπο την λάθος στιγμή και εξαιτίας του κινδύνου που βρισκόταν από μια ομάδα νεαρών με αποκλίνουσες συμπεριφορές αναγκάστηκε να χρησιμοποίησει το όπλο του ρίχνοντας στον αέρα χωρίς να μπορεί να υπολογίσει τον εξοστρακισμό της σφαίρας.
Η δήλωση του Κορκονέα αποδήμησε σε τέτοιο βαθμό την υπερασπιστική γραμμή του Κούγια τόσο δικονομικά όσο και για το ηθικό υπόβαθρο του πελάτη του που ήταν αδύνατον να συνεχίσει να τον εκπροσωπεί.
Μέσα στην δήλωση παραίτησης του ο Κούγιας αποκαλύπτει και μια λεπτομέρεια η οποία μόνο ασήμαντη δεν είναι. Η εντολή για την υπεράσπιση του Κορκονέα στον Κούγια δόθηκε από τον πρόεδρο του σωματείου των ειδικών φρουρών Ντούμα.
Αυτή η αποκάλυψη απλώς επιβεβαιώνει με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο ότι η αποδοχή που έχει ο Κορκονέας μέσα στα σώματα ασφαλείας δεν προέρχεται μόνο από το 50% των αστυνομικών που ψηφίζουν Χρυσή Αυγή όπως θα ήθελαν να πούνε κάποιοι μαθητευόμενοι μάγοι του αριστερού εκσυγχρονισμού αλλά από το σύνολο τους για αυτό και τα συνδικαλιστικά τους όργανα ανέθεσαν στον Κούγια να ξελασπώσει τον δικό τους. Επιβεβαιώνει ότι οι δολοφονικές ενέργειες των μπάτσων επικροτούνται και συγκαλύπτονται από όλη την βαθμίδα ιεραρχίας του κατασταλτικού μηχανισμού. Αποδεικνύει το μέγεθος της συγκάλυψης που διαπράττεται καθημερινά στα αστυνομικά τμήματα, στα κρατητήρια, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών για τις βιαιοπραγίες, τους βασανισμούς, τις δολοφονίες των μπάτσων που βαφτίζονται “μεμονωμένα περιστατικά”, “αυτοκτονίες”, “τυχαίες εκπυρσοκροτήσεις”.
Αποδεικνύεται επίσης ότι η πολιτική κάλυψη των κατασταλτικών πογκρόμ ενάντια στο ανατρεπτικό κίνημα, τους μετανάστες, όσους βρίσκονται στο κοινωνικό περιθώριο και πετιούνται στα αστικά γκέτο των μητροπόλεων είναι μια πολιτική επιλογή που ξεπερνάει τις ιδεολογικές ταμπέλες του αστικού πολιτικού προσωπικού. Είναι μια επιλογή κρατικής διαχείρισης και χάραξης κυβερνητικής πολιτικής. Είναι η ίδια η ουσία του κράτους.
Ας επιστρέψουμε όμως στην δήλωση του Κορκονέα. Η αναφορά στην πολιτική ταυτότητα του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου ως έναν λόγο για τον οποίο παραμένει αμετανόητος δείχνει ότι ο Κορκονέας έχει ένα ιδεολογικό υπόβαθρο που τον καθιστά εχθρικό απέναντι στους αναρχικούς σε τέτοιο βαθμό ώστε να θεωρεί ηθικό και δίκαιο να δολοφονούνται από την αστυνομία. Έχει αντίληψη του θεσμικού του ρόλου καθώς θεωρεί ότι η πράξη του δεν εξελίχθηκε εκτός των αστυνομικών του καθηκόντων αλλά μέσα στα πλαίσια που ορίζει η υπηρεσία του στην αστυνομία.
Με την άρνηση του να ζητήσει συγγνώμη για την δολοφονία του συντρόφου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου εισάγοντας ως βασική επιχειρηματολογία το γεγονός ότι ο Αλέξανδρος ήταν αναρχικός ουσιαστικά αναλαμβάνει πέρα από τις όποιες ποινικές προεκτάσεις που μας είναι αδιάφορες και την πολιτική ευθύνη καθιστώντας την δολοφονία πολιτική με τις πολιτικές ευθύνες να αναρριχούνται έως την κορυφή της τότε κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.
Ταυτόχρονα η δήλωση του Κορκονέα κουβαλάει και ένα κοινωνικό φορτίο με αντιδραστικό πρόσημο. Εκφράζει εκείνα τα μικροαστικά και συντηρητικά κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας τα οποία έσπευσαν να νομιμοποιήσουν την κρατική δολοφονία λέγοντας “καλά να πάθει”, “πήγαινε γυρεύοντας”, “τι δουλεία είχε στα Εξάρχεια;”. Τα κοινωνικά κομμάτια που σε ένα ενδεχόμενο μιας επαναστατικής απόπειρας θα ταχθούν ψυχή και σώμα με το στρατόπεδο της αντεπανάστασης.
Την ίδια στιγμή με την δήλωση του αντικρούει και τα αφηγήματα που εμφανίζουν την συγκεκριμένη κρατική δολοφονία ως ένα μεμονωμένο περιστατικό σε μια προσπάθεια να την αποσυνδέσουν από την ιστορική αντιπαράθεση του κόσμους της εξουσίας με όσους εξεγείρονται εναντίον της, να την αφοπλίσουν από τα μαχητικά πεδία του κοινωνικού πολέμου, να την αφομοιώσουν ως μια σταγόνα κρατικής βίας που ξεχείλισε το ποτήρι απαιτώντας τον εκδημοκρατισμό της αστυνομίας.
Όμως αν ο Κορκονέας και οι όμοιοι του παραμένουν αμετανόητοι για την δολοφονία του συντρόφου μας εξίσου αμετανόητοι παραμένουν και όσοι εξακολουθούν να αγωνίζονται για ένα κόσμο ισότητας και ελευθερίας μέσα από τις γραμμές του ανατρεπτικού κινήματος. Εκείνοι που δεν αφήνουν της σταγόνες ζωής να στάζουν ανεκμετάλλευτες στο πάτωμα γνωρίζοντας πως είναι σταγόνες χαμένες από την φυσική ροή των πραγμάτων, της αέναης κίνησης προς την ελευθερία. Εκείνων που χορεύουν μέσα στις δίνες της καταιγίδας που κατακλύζουν το μυαλό και την καρδιά μας, της καταιγίδας δράσεων, σκέψεων και συναισθημάτων που ονειρευόμαστε να ξεσπάσει και να παρασύρει το σώμα μας στα μονοπάτια των απέραντων ωκεανών που θέλουμε να κατακτήσουμε αγναντεύοντας και γελώντας.
Αυτοί είναι εκείνοι που θα βάλουν τις βάσεις ώστε η ιστορία να γραφτεί με τον τρόπο που της αρμόζει.
Νίκος Ρωμανός”