Φανερά συγκινημένη και σοκαρισμένη, η αδερφή της 43χρονης που δολοφονήθηκε στη Σαλαμίνα, μίλησε στον Νίκο Ευαγγελάτο και την εκπομπή “Live News”, εξιστορώντας όσα εφιαλτικά βίωνε το θύμα γυναικοκτονίας δίπλα στον 71χρονο.
«Αυτή η γυναίκα ήταν μια ηρωίδα μάνα, η οποία είχε έναν αγώνα μπροστά της ατελείωτο, αυτό το παιδί ήταν αγκιστρωμένο πάνω της και είναι λογικό να συμβαίνει αυτό σε αυτές τις περιπτώσεις, έναν πολύ καλό πατέρα το παιδί, με αγώνα και ο πατέρας δίπλα στο παιδί, σε όλα, πάντα, τώρα τραβάει και αυτός τον δικό του σταυρό», λέει σχετικά με το παιδί 43χρονης, το οποίο αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας.
«Το μόνο που σκέφτομαι είναι η μητέρα μου που αντίκρυσε αυτό το θέαμα, με τα ματάκια της το είδε γιατί αυτή βρήκε την αδερφή μου, και αυτό το παιδάκι που θα μείνει ξεκρέμαστο σε μια πολύ δύσκολη φάση της ζωής του. Η μαμά του είναι αναντικατάστατη, αυτό έχω να πω, τίποτε άλλο».
«Δεν είχαμε κάποια εικόνα»
Και συνέχισε: «Εγώ με τη μητέρα μου δεν είχαμε κάποια εικόνα. Η Γωγώ μας δεν ήθελε… προφανώς ντρεπόταν, ήταν ένα παιδί που γενικώς δε θα το έβγαζε προς τα έξω αν δεν το έφτανε στο τέρμα. Μπορεί να είχε συμβεί, αλλά δε μας είχε ενημερώσει για τη σοβαρότητα μιας κατάστασης που θα έπρεπε να κινηθούμε άμεσα».
«Αυτό που έγινε την Παρασκευή το βράδυ έφτασε στο σημείο να φοβηθεί τόσο πολύ για να πάει να ζητήσει βοήθεια στη μητέρα μου και να πάρουν την αστυνομία. Υπήρχε η μαρτυρία η δική της, γιατί μίλησα εγώ μαζί της, υπήρχε η μαρτυρία της μαμάς μου που πήραν την αστυνομία τηλέφωνο και τους είπαν το συμβάν, γιατί ο τύπος πηγαινοερχόταν εκείνη την ώρα με το αυτοκίνητο. Οι άνθρωποι είπαν ότι δεν είχαν περιπολικό, ότι δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι και θα έπρεπε να πάει η ίδια από εκεί να καταγγείλει το περιστατικό. Τους είπε ότι δεν μπορεί να πάει γιατί δεν μπορεί να περπατήσει».
Η ίδια λέει πως: «Την πήρε η μαμά μου, την πήγε στο Κέντρο Υγείας να της περιθάλψουν το πόδι. δεν ξέρω αν ήταν ακριβώς σπασμένο αλλά σίγουρα υπήρχε κάποιο ράγισμα. Έπρεπε να τη δει ιατροδικαστής, θα κινούσαμε τις διαδικασίες. Η πρώτη φάση ήταν να δοθεί κατάθεση για να γίνει κάποια μήνυση για να μπορέσει να κινηθεί η διαδικασία. Αφού δε δέχτηκαν να συμβεί αυτό την Παρασκευή, έγινε το Σάββατο το πρωί. Πήγε η αδερφή με τη μητέρα μου και έδωσε την κατάθεση που έπρεπε να δώσει».
Για το συμβάν το βράδυ της Παρασκευής αναφέρει: «Από ό,τι μου είχε πει η αδερφή μου, όχι, δεν χτύπησε το παιδί το βράδυ της Παρασκευής, δεν το πείραξε, ήταν όμως μπροστά στη φάση που έγινε με τον ξυλοδαρμό. Δεν ξέρω τι μεσολάβησε ακριβώς. Το μόνο που μου είπε ήταν ότι δεν πείραξε το παιδί και δεν το πείραξε και τη Δευτέρα γιατί, από ό,τι έχω καταλάβει, την ώρα που έβγαλε το παιδί έξω για να πάει στο σχολείο, αυτός ήταν εκεί. Άφησε το παιδί να φύγει και μετά έγινε ό,τι έγινε μέσα στο σπίτι. Αν είχε γίνει μπροστά στα μάτια του παιδιού, το παιδί θα είχε αντιδράσει με διαφορετικό τρόπο από ό,τι όταν αντέδρασε όταν μπήκε μέσα στο ταξί και έφυγε».
Για τον 71χρονο δράστη λέει: «Εφτά χρόνια υπήρχε στη ζωή της αδερφής μου, εγώ τον γνώρισα καλύτερα τον τελευταίο 1.5 χρόνο, όταν ήρθαν να μείνουν στη Σαλαμίνα μαζί. Δε θα σας πω ότι θεωρούσα ότι ήταν το ιδανικό, αλλά από την στιγμή που η ίδια δεν είχε εκφράσει κάτι και το παιδί δεν είχε εκφράσει κάτι, δεν είχα λόγο στις προσωπικές επιλογές. Το μόνο μελανό σημείο που υπήρχε και εγώ και η μητέρα μου προσπαθούσαμε να κάνουμε ό,τι μπορούσαμε για αυτό, ήταν ότι έπρεπε να έχε μια δουλειά. Δεν είχε δουλειά. Ζούσαν από τα πενιχρά έσοδα της αδερφής μου και τη βοήθεια της δική μου και της μητέρας μου.
Δεν επιθυμούσε ούτε καν να βγάλει μια σύνταξη και δουλειά μόνο όταν και εφόσον τον καλούσε κάποιος θα πήγαινε και τα έσοδα που είχε, δεν τα διέθετε καν στο σπίτι. Έπιασα και εγώ με τη μητέρα να της πούμε “εντάξει όλα τα άλλα, αλλά δεν μπορεί αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση”. Αισθάνομαι και εγώ και η μητέρα μου δύσκολα και άσχημα που με τον τρόπο μας προσπαθήσαμε να τη συνετίσουμε, μήπως προκαλέσαμε την οργή του περισσότερο. Με βασανίζουν και εμένα χίλια δυο ερωτήματα».
«Τις τελευταίες ημέρες είχε ξεφύγει η κατάσταση»
«Τις τελευταίες ημέρες είχε ξεφύγει η κατάσταση, αλλά και εμείς από τη μεριά μας της είπαμε να την πάρουμε στο σπίτι. πριν γίνει το περιστατικό που την χτύπησε.
Του είχε πει ότι “από την στιγμή που δεν εργάζεσαι, δεν μπορεί να συνεχιστεί η κατάσταση στο να σε συντηρώ”. Από εκεί ξεκίνησε το πρόβλημα, γιατί άλλη διαφορά με την αδερφή μου δεν είχε ο τύπος σε φάση ότι είχαν φασαρίες καβγάδες χωρίς λόγο. Το βασικό θέμα όλης της κατάστασης που ξεκίνησε τους τελευταίους μήνες και κορυφώθηκε με τη δολοφονία, ήταν το γεγονός ότι αρνούνταν να δουλέψει, δεν ήθελε με τίποτα. Είχε μάθει σε μια κατάσταση, είχε βολευτεί σε ένα σπίτι και δεν ήθελε να φύγει με τίποτα από εκεί μέσα».