- Και οι δύο κατήγγειλαν παρεμβάσεις στο έργο τους, χωρίς ωστόσο να τις κατονομάσουν - Ο Άρειος Πάγος αναμένεται να διατάξει τις επόμενες ημέρες έρευνα για όσα καταγγέλλουν οι εισαγγελείς - Εργάζονταν σε πρωτόγονες συνθήκες καθώς αναγκάζονταν να δουλεύουν με δικό τους υπολογιστή - Βενιζέλος & Παπαϊωάννου: Βεβιασμένη και υπερβολική δημόσια αντίδραση των δύο αντεισαγγελέων εφετών - Μείζον ζήτημα η παραίτηση, λένε στη Συγγρού
Η είδηση έσκασε σαν βόμβα. Δυο οικονομικοί εισαγγελείς, οι κύριοι Μουζακίτης και Πεπόνης ανακοίνωσαν ότι παραιτούνται από την θέση του οικονομικού εισαγγελέα. Ο Γρηγόρης Πεπόνης και ο Σπύρος Μουζακίτης, ζήτησαν την αντικατάστασή τους από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.
Αφήνουν σαφείς αιχμές στην παραίτησή τους για οικονομικά συμφέροντα που τελικά δεν τους επέτρεψαν να εκτελούν τα καθήκοντά τους όπως εκείνοι κρίνουν με βάση τη νομιμότητα. «Δεν δεχόμαστε να είμαστε εισαγγελείς υπό απαγόρευση και καθ’υπαγόρευση», υποστηρίζουν στην επιστολή τους.
Λένε επίσης ότι έλαβαν γνώση σχεδίου νόμου το οποίο προβλέπει την αντικατάστασή τους. Οι δύο εισαγγελείς σχολιάζουν το εν λόγω νομοσχέδιο, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι με αυτό “επιχειρείται η απαλλαγή από την παρουσία μας”. Επίσης, είναι δυσαρεστημένοι από την έως τώρα αντιμετώπισή τους, καθώς όπως λένε δεν τους έχουν παρασχεθεί οι αναγκαίες υποδομές για την άσκηση των καθηκόντων τους.
Η επιστολή προωθήθηκε μέσου του προϊσταμένους τους αντεισαγγελέα κ. Ν. Παντελή στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Ι. Τέντε, ο οποίος μάλιστα σύμφωνα με πληροφορίες αναμένεται τις επόμενες ημέρες να ξεκινήσει έρευνα για να διαπιστώσει τις καταγγελίες των δύο εισαγγελέων.
Μεταξύ των υποθέσεων που χειρίστηκαν οι δύο οικονομικοί εισαγγελείς είναι και:
– αυτές που αφορούν τις καταγγελίες για παραποίηση των στοιχείων του αναθεωρημένου ελλείμματος του 2009 από την ΕΛΣΤΑΤ,
– τις καταγγελίες του πρώην υφυπουργού οικονομικών Δημήτρη Κουσελά για την ύπαρξη λίστας φοροφυγάδων,
– τις καταγγελίες, με αφορμή την παραίτηση Σπινέλη από την θέση του Γενικού Γραμματέα του υπουργείου Οικονομικών, για ύπαρξη παραμηχανισμού εντός του υπουργείου που αδρανοποιεί την διαδικασία είσπραξης προστίμων, που επιβλήθηκαν, μέσω του προγράμματος ΗΦΑΙΣΤΟΣ,
– και τις καταγγελίες για τις παράνομες ‘εκπτώσεις’ που εφαρμόζουν εφοριακοί για τις πληρωμές οφειλών στο Δημόσιο,
– τη διερεύνηση καταγγελιών περί συμμετοχής του αδελφού του πρώην πρωθυπουργού σε εταιρία που φέρεται να εμπλέκεται με ασφάλιστρα κινδύνου των ελληνικών ομολόγων,
– και τις καταγγελίες για δανειοδοτήσεις τραπεζών προς τα δύο μεγάλα κόμματα, με εγγυήσεις μελλοντικές κρατικές επιχορηγήσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στην επιστολή των κ.κ. Πεπόνη και Μουζακίτη αναφέρεται:
“Παρά το γενικότερο αρνητικό κλίμα και με πλήρη επίγνωση της ιδιάζουσας σχέσης μεταξύ της ελληνικής πραγματικότητας και του εν Ελλάδι αναπτυσσόμενου οικονομικού εγκλήματος, αποδεχθήκαμε ασμένως τον διορισμό μας, εμφορούμενοι από ειλικρινή διάθεση προσφοράς και βαθιά προσήλωση στο υπηρεσιακό καθήκον μας”.
Τονίζουν, επίσης, οι εισαγγελείς ότι “δεν επιδιώξαμε να γίνουμε αρεστοί, ούτε να εξασφαλίσουμε ανοχές των παντός είδους πολυποίκιλων οικονομικών συμφερόντων έναντι των οποίων η συγκρουσιακή μας πορεία, με γνώμονα πάντα τη νομιμότητα ,ήταν δεδομένη και αδιαπραγμάτευτη”.
Για την τροπολογία οι κ.κ. Πεπόνης και Μουζακίτης αναφέρουν:”Ήδη με σχέδιο νόμου που πρόκειται να κατατεθεί και μας κοινοποιήθηκε, όλως προφασιστικά και με δήθεν επιχειρήματα ως αιτιολογία, επιχειρείται η αντικατάσταση μας και η απαλλαγή από την παρουσία μας”.
Χαρακτηριστική δε της φόρτισης των δύο εισαγγελικών λειτουργών είναι η καταληκτική φράση της επιστολής τους :
“Δεν δεχόμαστε να είμαστε Εισαγγελείς υπό απαγόρευση και καθ’ υπαγόρευση, πολλώ δε μάλλον δεν δεχόμαστε να αποτελέσουμε ένα άλλοθι και μία θεσμική ‘κολυμβήθρα του Σιλωάμ’ για τα πολυποίκιλα οργανωμένα συμφέροντα και τους ποικιλώνυμους εκφραστές τους, που δραστηριοποιούνται και αναπτύσσονται στην γκρίζα ζώνη του οικονομικού εγκλήματος”.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στο Εφετείο ήταν γνωστό από καιρό ότι οι δύο εισαγγελείς δεν βοηθήθηκαν στην άσκηση των καθηκόντων τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι εδώ και επτά μήνες εκκρεμεί το αίτημα τους για την υποστήριξη του γραφείου τους με έναν δικαστικό υπάλληλο, ενώ όλοι γνώριζαν πως οι κ.κ. Πεπόνης και Μουζακίτης εργάζονταν με τους προσωπικούς τους φορητούς υπολογιστές, καθώς στο χώρο που τους παραχωρήθηκε, δεν εγκαταστάθηκε ηλεκτρονικός υπολογιστής, παρότι ζητήθηκε πολλές φορές.
ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΚΟΜΜΑΤΩΝ
Η Νέα Δημοκρατία εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία αναφέρει: “Από το ίδιο το κείμενο της παραίτήσής τους προκύπτει σαφώς ότι αναγκάζονται να παραιτηθούν γιατί κάποιοι, προφανώς υψηλά ιστάμενοι, ενοχλούντο από την αμεροληψία και την αντικειμενικότητα με την οποία ασκούσαν τα καθήκοντά τους”.
“Δεν χρειάζονταν οι καταγγελίες των δύο εισαγγελέων για να αποδειχθεί αυτό που γνωρίζουν οι πάντες και πρώτη απ’ όλους η συγκυβέρνηση του μαύρου μετώπου: Ότι ο πόλεμος κατά της φοροδιαφυγής είναι μία απάτη όσον αφορά το κεφάλαιο που φοροδιαφεύγει νόμιμα και παράνομα, ενώ είναι μία πραγματικότητα όσον αφορά τη φοροεξόντωση της λαϊκής οικογένειας από τη συγκυβέρνηση και απ’ όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις” τονίζει ανακοίνωση του ΚΚΕ.
Ο Συνασπισμός αναφέρει σε ανακοίνωσή του: “Σε μια εποχή που η ελληνική κοινωνία συμπιέζεται αφόρητα αποτελεί πρόκληση πρώτου μεγέθους να γίνονται παρεμβάσεις στο έργο της δικαιοσύνης με σκοπό να πέσουν στα μαλακά οι μεγάλοι οικονομικοί παραβάτες”.
“Η επιστολή παραίτησής τους υποχρεώνει αμέσως την πολιτική ηγεσία του υπ. Οικονομικών σε εξηγήσεις τόσο για τα καταγγελλόμενα όσο και για τις συνθήκες λειτουργίας του νεοσύστατου θεσμού”, αναφέρει ανακοίνωση της Δημοκρατικής Αριστεράς.
“Οι παραιτήσεις και οι καταγγελίες των οικονομικών εισαγγελέων κ.κ. Πεπόνη και Μουζακίτη, δημιουργούν μείζον πολιτικό και ηθικό θέμα. Το αίσθημα δικαίου στην κοινωνία δεν θα αποκατασταθεί και η πάταξη της φοροδιαφυγής, της διακίνησης μαύρου χρήματος και της ανομίας δεν θα επιτευχθούν, όταν το έργο των εντεταλμένων εισαγγελικών λειτουργών υπονομεύεται και ακυρώνεται από πολιτικές παρεμβάσεις.”, αναφέρει η Δημοκρατική Συμμαχία σε ανακοίνωσή της.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Βενιζέλος & Παπαϊωάννου: Βεβιασμένη και υπερβολική δημόσια αντίδραση των δύο αντεισαγγελέων εφετών