Μπορεί σήμερα να συμπληρώνεται ένας χρόνος από τον θάνατο της παγκοσμίου φήμης σχεδιάστριας μόδας Σοφίας Κοκοσαλάκη, ένας θάνατος που πάγωσε τον κόσμο της μόδας, ωστόσο το έργο και το όνομα της θα μείνουν για πάντα χαραγμένα στην αιωνιότητα, καθώς ήταν εκείνη που με τις εντυπωσιακές δημιουργίες της κατάφερε να δώσει πνοή στις τελετές έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας του 2004.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ήταν η σχεδιάστρια που σ’ ένα μόνο ρούχο και συγκεκριμένα το φόρεμα που φόρεσε η Ισλανδή τραγουδίστρια Björk στην τελετή έναρξης, τραγουδώντας το “Oceania”, κατάφερε να συμπεριλάβει έναν ολόκληρο πολιτισμό μιας Ελλάδας, που γέννησε την καλαισθησία και την υψηλή αισθητική. Αυτό και μόνο το ρούχο γνωστό και ως “Ocean dress” αν και θα έπρεπε σήμερα να βρίσκεται μέσα σε κάποια προθήκη ενός μουσείου, ώστε ν’ αποτελεί πηγή θαυμασμού ως σύγχρονο έργο τέχνης για κάθε επισκέπτη, στην αντίθετη περίπτωση φαίνεται να αγνοείται αφού κανένας δεν γνωρίζει που βρίσκεται.
Το newsit.gr θέλοντας να αποδώσει φόρο τιμής στην βραβευμένη σχεδιάστρια, προσπάθησε να εντοπίσει το συγκεκριμένο φόρεμα ή έστω κάποιες από τις υφασμάτινες δημιουργίες, που έφεραν την υπογραφή της αποκλειστικά για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, αλλά δεν έβγαλε καμία άκρη. Στάθηκε ακατόρθωτο κι αυτό γιατί σε κάθε επικοινωνία με υπουργεία και γενικές γραμματείες που θα έπρεπε να γνωρίζουν κάτι, διαπιστώσαμε πως ο ένας μας έστελνε στον άλλον.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αρκεί μόνο να αναφέρουμε την διαδρομή που ακολούθησε στο χρόνο η Ειδική Γραμματεία Ολυμπιακών Αγώνων 2004, που συστάθηκε με νόμο το 1998, για να καταλάβουμε τι πραγματικά συνέβη από την ανάθεση των αγώνων στην χώρα μας αλλά και αρκετά χρόνια μετά.
Συγκεκριμένα το 2001 μετονομάστηκε σε Γενική Γραμματεία Ολυμπιακών Αγώνων 2004, στη συνέχεια την είπαν Γενική Γραμματεία Ολυμπιακής Αξιοποίησης, ενώ το 2010 άλλαξε πάλι ονομασία σε Γενική Γραμματεία Πολιτιστικής και Τουριστικής Υποδοχής, το έργο και οι πράξεις της οποίας παραμένουν άγνωστα, καθώς κανένας δεν γνωρίζει το παραμικρό για την ύπαρξη της, αφού δεν τελούσε ούτε υπό την εποπτεία του υπουργείου Πολιτισμού, ούτε υπό της γενικής γραμματείας Αθλητισμού. Μάλιστα όπως μάθαμε στο τέλος καταργήθηκε.
Έτσι όλα αυτά τα ρούχα, τα άρματα και κάθε λογής αντικείμενα τα οποία αποτέλεσαν τις τελετές έναρξης και λήξης, που βρίσκονται προφανώς κλεισμένα για 16 χρόνια μέσα σε αποθήκες και κάτω από ακατάλληλες συνθήκες κανένας δεν γνωρίζει με σιγουριά να μας πει που ανήκουν, αλλά και τι έχει απομείνει πλέον από όλο αυτόν τον ολυμπιακό εξοπλισμό των αγώνων, που λίγο πολύ στοίχισαν στο Ελληνικό κράτος κάπου στα 140 εκατ. ευρώ.
Αλήθεια που μπορεί να βρίσκεται το “Ocean dress” από την στιγμή που δεν υπάρχουν έγγραφα που να αποδεικνύουν πως δωρήθηκε στην τραγουδίστρια των αγώνων; Το θέμα είναι πως εκτός από αυτό αγνοούνται και τα υπόλοιπα κοστούμια της συλλογής που έδωσαν ζωή στο «Ελληνικό Πολύπτυχο», όπως είχε ονομαστεί από τους διοργανωτές η συγκλονιστική παρέλαση μιας πραγματικότητας που ξεκινούσε από τη γένεση του ανθρώπου και τη μυθολογία, στην Κλασική εποχή και τους Ελληνιστικούς χρόνους και από εκεί στο Βυζάντιο, την Επανάσταση του 1821 και τη μεταπολεμική Ελλάδα.
Μια έμπνευση του Δημήτρη Παπαϊωάννου, ο οποίος κατάφερε να χωρέσει στην Κλεψύδρα μια ονειρική πολύχρωμη πομπή αρμάτων, όπου μέσα σε 21 λεπτά ζωντάνεψαν 10 «σκηνές» ελληνικού πολιτισμού που απεικόνιζε στιλιζαρισμένες μορφές που λες και ζωντάνεψαν μέσα από ελληνικές τοιχογραφίες, ψηφιδωτά γλυπτά και ζωγραφιές.
Η αλήθεια είναι πως μέρος των κατασκευών και των παραδοσιακών στολών της χώρας, κάποια στιγμή παρουσιάστηκαν σε έκθεση αφιερωμένη στους 6000 χιλιάδων εθελοντές των αγώνων στη Γλυπτοθήκη στο Γουδί και κάποια άλλα αποτελούν τα εκθέματα ενός υποτυπώδους μουσειακού χώρου του Ιστορικού Αρχείου της Οργανωτικής Επιτροπής των Ολυμπιακών Αγώνων ΑΘΗΝΑ 2004, σε αίθουσα που στεγάζεται στην Διεθνή Ολυμπιακή Ακαδημία στην Αρχαία Ολυμπία.
Από κει πέρα τίποτε άλλο δεν υπάρχει που να θυμίζει το ξεχασμένο πλέον 2004, αφού ακόμα και το μουσείο των Ολυμπιακών Αγώνων που καλείται κάθε ολυμπιακή χώρα να φτιάξει πέντε χρόνια μετά τους αγώνες που ανέλαβε, στην δική μας περίπτωση αν και έγιναν μελέτες που κόστισαν ακόμα και 40 εκατ. ευρώ εξακολουθεί να παραμένει στα χαρτιά.