Απορρίφθηκε από το A’ τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας η προσφυγή του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου για το μειωμένο, βάση των μνημονιακών επιταγών, εφάπαξ των ιατρών.
Η απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου εκδόθηκε τρία χρόνια μετά την κατάθεση της προσφυγής με την οποία ζητείτο να ακυρωθούν δύο αποφάσεις του υπουργού Εργασίας (από 7.6.2016 και από 8.6.2016) για τον καθορισμό των παραμέτρων υπολογισμού των εφάπαξ παροχών, κατά το σκέλος εκείνο που επέρχονται ποσοστιαίες μειώσεις στις χορηγούμενες στους γιατρούς εφάπαξ παροχές.
Το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ με την υπ΄ αριθμ. 1223/2019 απόφασή του (πρόεδρος ο αντιπρόεδρος Αναστάσιος Γκότσης και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Όλγα Ζύγουρα) έκρινε ότι οι ισχυρισμοί οι οποίοι προβάλλονται από τον ΠΙΣ είναι αόριστοι και απορρίφθηκε η αίτηση ακύρωσης ως απαράδεκτη. Και αυτό, επισημαίνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, ανεξάρτητα από την υπ΄ αριθμ. 734/2016 απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου που έκρινε συνταγματικές και σύμφωνες με την ΕΣΔΑ τις περικοπές του εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων που έγιναν σύμφωνα με τη μνημονιακή νομοθεσία.
Σημειώνεται ότι η μείωση του εφάπαξ έγινε κατά τις επιταγές του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2013-2016 (νόμος 4092/2012) σε όσους γιατρούς αποχωρούσαν από την υπηρεσία. Σύμφωνα με όσα υποστήριξε ενώπιον του ΣτΕ ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος, τα ποσά του εφάπαξ είναι σημαντικά μειωμένα σε σχέση με αυτά που χορηγούντο έως την έκδοση της προσβαλλόμενης υπουργικής απόφασης.