Η συντριπτική πλειοψηφία των διατάξεων για το αναθεωρημένο-αναμορφωμένο σύστημα που καθορίζει τους δασικούς χάρτες όλης της χώρας, πέρασαν τον “σκόπελο” του Συμβουλίου της Επικρατείας καθώς η μείζονα Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου αποφάνθηκε ότι δεν αντίκεινται στις συνταγματικές διατάξεις.
Από το Συμβούλιο της Επικρατείας ακυρώθηκαν μόνο δύο διατάξεις που αφορούν τις οικοδομικές άδειες που έχουν εκδοθεί εντός δασικών περιοχών και δεν έχουν υλοποιηθεί ακόμα και την εξαίρεση από τη δασική νομοθεσία περιοχών εντός οικισμών.
Συγκεκριμένα, με τις 1364 και 1365/2021 αποφάσεις της μείζονος Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε, κατά πλειοψηφία (μειοψήφησαν οκτώ σύμβουλοι επικρατείας ), συνταγματικός ο βασικός πυρήνας του νέου συστήματος κατάρτισης των δασικών χαρτών. Όπως επισημαίνεται στις αποφάσεις του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου πλέον οι δασικοί χάρτες καταρτίζονται, όχι μόνο βάσει αεροφωτογραφιών, που απεικονίζουν διαχρονικά τη δασική βλάστηση κάθε περιοχής, αλλά και βάσει διοικητικών πράξεων, οι οποίες καθορίζαν άλλες χρήσεις για ορισμένες εκτάσεις κατά το παρελθόν, ιδίως, μάλιστα, προ του Συντάγματος του 1975.
Ουσιαστικά, το νέο σύστημα συνοψίζεται στον εξής κανόνα: δασικό είναι ό,τι καλύπτεται από δασική βλάστηση όχι μόνο σήμερα, αλλά και κατά το παρελθόν, αρκεί να μην έχει εκδοθεί διοικητική πράξη που να αλλάζει τη χρήση του, κατά βάση, πριν από το Σύνταγμα του 1975 και για όσο χρόνο συνεχίζεται η επιτραπείσα χρήση.
Σκεπτικό ΣτΕ
Από το Συμβούλιο της Επικρατείας κρίθηκε ότι η αποτύπωση των δασικών εκτάσεων στους δασικούς χάρτες πρέπει να είναι αξιόπιστη και να μην περιλαμβάνει εκτάσεις, επί των οποίων δεν είναι νομικώς δυνατή η εφαρμογή της δασικής νομοθεσίας και δεν επιτρέπεται να κηρυχθούν ως αναδασωτέες για να ανακτήσουν τη χαμένη δασική τους βλάστηση, διότι η βλάστηση αυτή απομακρύνθηκε για κάποιο νόμιμο λόγο.
Σύμφωνα με το ΣτΕ, η εμφάνιση τέτοιων εκτάσεων (καλλιεργουμένων ή άλλων) ως δασικών, θα προκαλούσε σύγχυση ως προς το ποιός είναι, πράγματι, ο δασικός πλούτος της χώρας, και θα εμπόδιζε τη χάραξη αποτελεσματικής δημόσιας πολιτικής για τη σωτηρία των δασών που έχουν διασωθεί και την αναγέννηση όσων έχουν παρανόμως καταστραφεί ή αποτεφρωθεί (κατασκευή δασοτεχνικών έργων, διαχειριστικές μελέτες, συντήρηση δασών, καθορισμός σχεδίου και μέσων πυροπροστασίας κ.λπ.).
Όμως, σύμφωνα με τους συμβούλους Επικρατείας, «η εμφάνιση αυτών των εκτάσεων ως δασικών θα ναρκοθετούσε και την ανάπτυξη των γεωργικών δραστηριοτήτων, οι οποίες, ιστορικά, συνέβαλαν στη μεταπολεμική ανόρθωση της χώρας και στον επισιτισμό του πληθυσμού της, τα οποία είχε υπόψη του το Σύνταγμα και γι’ αυτό, άλλωστε, επιτρέπει την κατ’ εξαίρεση μεταβολή του προορισμού των δασών για γεωργικές χρήσεις».
Πέραν, όμως, αυτών, η εξαίρεση των εκτάσεων που έχουν αποδοθεί σε άλλες χρήσεις με διοικητικές πράξεις, εξοπλισμένες με το τεκμήριο της νομιμότητας, αποσκοπεί και στην ασφάλεια δικαίου, η οποία δεν συμβιβάζεται με τη διαρκή αναμόχλευση εννόμων σχέσεων που έχουν διαμορφωθεί κατά το παρελθόν (π.χ. πολεοδόμηση δεκάδων Δήμων της Αττικής, οι οποίοι, πριν ενταχθούν σε σχέδιο είχαν, ίσως, δασικό χαρακτήρα και μη νομίμως εντάχθηκαν τότε).
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα πάντα με την Ολομέλεια του ΣτΕ, η ισορροπία μεταξύ προστασίας του περιβάλλοντος και ασφάλειας δικαίου διασφαλίζεται από την πρόβλεψη του νομοθέτη ότι η εξαίρεση από τη δασική νομοθεσία των εκτάσεων αυτών τίθεται υπό τη διαρκή αίρεση της συνέχισης της χρήσης που επέτρεψε η διοικητική πράξη (π.χ. γεωργική), αφού, αν η χρήση αυτή εγκαταλειφθεί, η έκταση υπάγεται και πάλι στη δασική νομοθεσία.
Μη νόμιμες διατάξεις
Από το Συμβούλιο της Επικρατείας ακυρώθηκαν δύο διατάξεις ωστόσο της υπουργικής απόφασης που είχε προσβληθεί. Πρώτον, ακυρώθηκαν ως αντισυνταγματικές, οι διατάξεις που εξαιρούσαν από τη δασική νομοθεσία εκτάσεις για τις οποίες είχαν εκδοθεί οικοδομικές άδειες, στην περίπτωση που αυτές δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί.
Ειδικότερα, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε η εφαρμογή της διάταξης αυτής θα επέτρεπε την εκχέρσωση δασικών εκτάσεων, για πρώτη φορά σήμερα, με σκοπό την ανέγερση κτιρίων, γεγονός αντίθετο με την ήδη ισχύουσα συνταγματική προστασία των δασών.
Δεύτερον, το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε την εξαίρεση από τη δασική νομοθεσία περιοχών εντός οικισμών, που είχαν οριοθετηθεί με απρόσφορες ρυθμίσεις ή διοικητικές εγκυκλίους και όχι σύμφωνα με την πάγια σχετική νομοθεσία.
Τέλος, το ΣτΕ ομόφωνα επιβεβαίωσε την ισχύουσα νομολογία του περί χρονικής προτεραιότητας του Δασολογίου έναντι του Κτηματολογίου, υπό την έννοια ότι η κτηματογράφηση πρέπει να στηρίζεται σε αξιόπιστους δασικούς χάρτες, ώστε το Δημόσιο να μπορεί αποτελεσματικά να αποκρούσει κακόπιστες διεκδικήσεις από τρίτους ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων του επί δασικών εκτάσεων.