Νόμιμη και σύμφωνη με τις διατάξεις του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) είναι, σύμφωνα με την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), η μη πρόσδοση αναδρομικότητας στις υπουργικές αποφάσεις, με τις οποίες διορίστηκαν εκπαιδευτικοί δυνάμει του άρθρου 73 του νόμου 4589/2019.
Η υπόθεση αφορά μη διορισμούς εκπαιδευτικών από τον ενιαίο πίνακα αναπληρωτών και από τον πίνακα εκπαιδευτικών με τριαντάμηνη και με εικοσιτετράμηνη προϋπηρεσία σε κενές οργανικές θέσεις εκπαιδευτικών κατά τα σχολικά έτη 2009-2010 έως και 2013-2014.
Όπως επισημαίνεται στην απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ (πρόεδρος η Μαίρη Σαρπ και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Σταυρούλα Κτιστάκη) «η συνταγματικώς απορρέουσα αρχή της ορθολογικής οργάνωσης της Διοικήσεως επιτάσσει ότι κάθε μεταβολή στο αφορών τις προσλήψεις των δημόσιων εκπαιδευτικών λειτουργών νομοθετικό καθεστώς πρέπει να αποφασίζεται κατόπιν συνεκτίμησης αφενός των αναγκών της δημόσιας εκπαίδευσης σε ανθρώπινο δυναμικό και αφετέρου των δυναμένων να διατεθούν για την κάλυψη των αναγκών αυτών οικονομικών πόρων, ώστε να τεκμηριώνεται ότι οι νέες ρυθμίσεις είναι ορθολογικές, αποτελεσματικές και πάγιες και όχι περιστασιακές, αποσπασματικές και εξυπηρετικές άλλων σκοπών».
Συνεπώς, η Ολομέλεια του ΣτΕ με την υπ΄ αριθμ. 1834/2021 απόφασή της έκρινε ότι είναι σύμφωνη με τις συνταγματικές επιταγές (άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος) «η διάταξη του άρθρου 73 του νόμου 4589/2019, με την οποία η Ελληνική Πολιτεία, στο πλαίσιο συμμορφώσεώς της προς ακυρωτικές αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών και κατ’ εφαρμογήν κριτηρίων που δεν παρίστανται ως προδήλως απρόσφορα για την επίτευξη των σκοπών του ανωτέρω νόμου δεν προσέδωσε αναδρομικότητα στους διορισμούς των αιτούντων εκπαιδευτικών».