Οι πτωτικές πιέσεις στις τιµές των ακινήτων αναμένεται να συνεχιστούν σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος.
H συνεχής αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης της ακίνητης περιουσίας τα τελευταία έτη, το υψηλό κόστος συναλλαγών µε τις υποχρεωτικές επιβαρύνσεις κατά τη μεταβίβαση των ακινήτων, αλλά και η συνεχιζόμενη αστάθεια του φορολογικού πλαισίου, αποτελούν πιθανότατα τα σηµαντικότερα εμπόδια στην ανάκαμψη της ελληνικής κτηματαγοράς, επισημαίνεται στην έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (TtE), που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Στην εντεινόμενη ύφεση της αγοράς ακινήτων και τη δυσκολία ανάκαμψής της έχουν βεβαίως συμβάλει, εκτός των άλλων, το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και η ανησυχία τους για τις προοπτικές των εισοδημάτων και της απασχόλησης, καθώς και το γεγονός ότι έγιναν αυστηρότεροι οι όροι της τραπεζικής χρηματοδότησης, αναφέρεται στην έκθεση.
Η αποκλιμάκωση των τιμών στην αγορά των κατοικιών συνεχίστηκε µε εντονότερο ρυθμό το 2012, καθώς τα πρώτα έτη της τρέχουσας κρίσης είχε καταγραφεί σχετική ανθεκτικότητα στον ρυθμό μείωσης των τιμών των κατοικιών.
Ειδικότερα, µε βάση τα στοιχεία που συγκεντρώνονται από τα πιστωτικά ιδρύματα, οι τιμές των διαμερισμάτων υποχώρησαν κατά 11,7% το 2012, έναντι 5,5% το 2011, 4,7% το 2010 και 3,7% το 2009. Από την αρχή της τρέχουσας κρίσης (γ’ τρίμηνο του 2008) έως το δ’ τρίμηνο του 2012 η συνολική υποχώρηση των τιμών των διαμερισμάτων έφθασε σε ονομαστικούς όρους το 27,9%.
Όπως προκύπτει από την ανάλυση των στοιχείων κατά παλαιότητα και γεωγραφική περιοχή, η μείωση αυτή ήταν μεγαλύτερη για τα “παλαιά” διαμερίσματα (ηλικίας άνω των 5 ετών: -30,1%) από ό,τι για τα “νέα” (ηλικίας έως 5 ετών: -24,5%), καθώς και στην περιοχή της Θεσσαλονίκης (-34,7%) έναντι της Αθήνας (-27,9%) και κυρίως των λοιπών περιοχών (-26,4%).
Σε σχέση µε τα προηγούμενα στοιχεία επισημαίνεται πάντως ότι καταγράφεται μεγαλύτερη υποχώρηση των τιμών των κατοικιών µε βάση τις πληροφορίες που συγκεντρώνονται από τα κτηματομεσιτικά γραφεία στην περίοδο της κρίσης. Κατά την περίοδο της τρέχουσας κρίσης καταγράφεται στροφή του αγοραστικού ενδιαφέροντος των νοικοκυριών προς ακίνητα μικρότερου εμβαδού, σε μεσαίου κόστους περιοχές, παλαιότερα και κυρίως μικρότερης αξίας.
Στην έκθεση της ΤτΕ, σημειώνεται επίσης αύξηση του ποσοστού των συναλλαγών σε μετρητά και του μεριδίου των ιδίων κεφαλαίων στη συνολική χρηματοδότηση της απόκτησης ακινήτων.
Όπως εκτιμάται στην έκθεση της ΤτΕ, με βάση τις προσδοκίες των νοικοκυριών, αλλά και τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα, που εντούτοις φαίνεται να μειώνεται όπως υποδηλώνουν οι πρώτες ενδείξεις βελτίωσης του οικονομικού κλίματος, εκτιμάται ότι οι πτωτικές πιέσεις στις τιμές των ακινήτων είναι πιθανόν να συνεχιστούν και τα επόμενα τρίμηνα, µε περιορισμένο ωστόσο τον κίνδυνο απότομης μεταβολής τους.
Μετά τη συνεχή αποκλιμάκωση των τιμών τα τελευταία έτη, η ελληνική αγορά ακινήτων πιθανότατα δεν παρουσιάζει χαρακτηριστικά σημαντικής υπερτίμησης καθώς, εκτός των άλλων, υποχώρησε σημαντικά τα τελευταία πέντε έτη ο λόγος του δείκτη τιμών των κατοικιών προς τον δείκτη των ενοικίων ο οποίος συνήθως αξιολογείται μαζί µε άλλους παράγοντες ως δείκτης αποτίμησης της αγοράς ακινήτων.
Η προοπτική ανάκαμψης της αγοράς ακινήτων εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από τη βελτίωση των προσδοκιών των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, τη βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα, καθώς και από την υποχώρηση της αβεβαιότητας, την ενίσχυση των προοπτικών ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, τη σταθεροποίηση του φορολογικού πλαισίου και τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης των ακινήτων.
Σύμφωνα με την έκθεση, καθοριστική σημασία για την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων έχει επίσης η επιτυχής υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της δημόσιας ακίνητης περιουσίας που έχει εξαγγελθεί από την κυβέρνηση. Η επίλυση των σημαντικών προβλημάτων που δυσχεραίνουν την αξιοποίηση των ακινήτων του ∆ημοσίου, µε προτεραιότητα την αντιμετώπιση των νομικών και τεχνικών ζητημάτων πολεοδομικού σχεδιασμού και έκδοσης αδειών, είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσει σημαντικές υπεραξίες στη δημόσια ακίνητη περιουσία και κυρίως θα συμβάλει στην προσέλκυση ξένων επενδυτών στην ελληνική αγορά ακινήτων µε πρόσθετα αναπτυξιακά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες και οικονομίες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Προβόπουλος: Ανάπτυξη από το 2014
Έρευνα για τις τιμές των ακινήτων σε όλη την Ελλάδα