Ο πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, Χριστόφορος Σεβαστίδης, αναφέρθηκε διεξοδικά στις προτάσεις των κομμάτων για τη συνταγματική αναθεώρηση, επισημαίνοντας για το εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα της επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης πως θα ήταν χρήσιμο το σχετικό άρθρο να αναθεωρηθεί και να υπάρχει και η έκφραση άποψης των δικαστών.
Παράλληλα, ο πρόεδρος της ΕΔΕ τάχθηκε υπέρ της θέσης, την οποία έχει υποστηρίξει και πολλάκις στο παρελθόν, οι δικαστικοί λειτουργοί να μην λαμβάνουν καμία δημόσια θέση για τρία χρόνια από την αποχώρηση τους από το δικαστικό σώμα.
Επίσης, ο κ. Σεβαστίδης συμφώνησε με την πρόταση για την κατάργηση του ειδικού δικαστηρίου ( Μισθοδικείου) το οποίο εκδικάζει οικονομικά θέματα των δικαστών για λόγους που σχετίζονται το κύρος της δικαιοσύνης ενώ χαρακτήρισε θετική την πρόταση να καταργηθεί το δικαίωμα του υπουργού Δικαιοσύνης για πειθαρχική δίωξη σε βάρος δικαστικών λειτουργών.
Σχετικά με το κομβικό ζήτημα της ποινικής ευθύνης των υπουργών που επί μακρόν έχει απασχολήσει το δημόσιο διάλογο ο κ. Σεβαστίδης αφενός εξέφρασε τη συμφωνία του στην ανάγκη να υπάρξουν αλλαγές ωστόσο εξέφρασε προβληματισμούς για την έκταση τους αναφερόμενος και στο τι επικρατεί σε διεθνές επίπεδο. «Έχουν περάσει σχεδόν 30 χρονια από την υπόθεση Κοσκωτά και η ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής δεν έφερε κανένα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Αποδείχθηκε ότι ούτε η διαφθορά μπορεί να παταχθεί, ούτε η πολιτική ηρεμία να επέλθει» επισήμανε ο κ. Σεβαστίδης,προσθέτοντας ότι «τα πολιτικά κόμματα χρησιμοποιούν τη δικαιοσύνη για εξοντώσουν πολιτικά τους αντιπάλους τους».
«Μήλον της έριδος»
Νωρίτερα ο πρόεδρος της ΕΔΕ είχε επισημάνει ότι «η δικαιοσύνη μπαίνει μόνιμα σε μία πολιτική διελκυνστίνδα και πλήττεται καίρια στον πυρήνα της λειτουργίας της, στην αμεροληψία της» προσθέτοντας ότι «αποτελεί το μήλο της έριδος ανάμεσα σε πολιτικά κόμματα, ισχυρές κοινωνικές ομάδες και εμφανή ή υποκρυπτόμενα οικονομικά συμφέροντα».
Παράλληλα αναφέρθηκε εκτενώς στις επιθέσεις κατά καιρούς σε δικαστές και εισαγγελείς, σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι «η συνεχής και τυφλή ρητορική απέναντι σε δικαστές, εισαγγελείς και δικαστικές αποφάσεις, δημιουργεί σταδιακά ένα χάσμα ανάμεσα στα δικαστήρια και στους πολίτες και μια ανεπανόρθωτη φθορά στην αναγκαία σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ κοινωνίας και δικαιοσύνης.Η αντίδραση του νομικού κόσμου της χώρας και των υπευθύνων πολιτικών κομμάτων σ αυτόν τον κίνδυνο πρέπει να είναι άμεση και αποτελεσματική πριν την εδραίωση μιας ψευδούς κοινωνικής συνείδησης και τη δημιουργία αμετάκλητων καταστάσεων».
Την ανάγκη να υπάρξει ευρύτητα της αποδοχής των επικείμενων αλλαγών στο πλαίσιο της συταγματικής αναθεώρησης από το δικαστικό σώμα αναφέρθηκε ο υπουργός Δικαιοσύνης,Μιχάλης Καλογήρου. «Μία ομοφωνία και ευρύτερη συναίνεση δημιουργεί τους κατάλληλους όρους και τις κατάλληλες προϋποθέσεις προκειμένου να εισαχθούν σε αυτήν την συζήτηση οι προτάσεις που θα κατατεθούν από τους δικαστές» τόνισε ο κ. Καλογήρου.
Παράλληλα, ο υπουργός Δικαιοσύνης τόνισε ότι «η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης είναι ο καθρέφτης της» προσθέτοντας «η κυβέρνηση προσπαθεί για τη θεσμική θωράκιση και νέες θεσμικές πρωτοβουλίες».
Επιπλέον,επισήμανε πως η Κυβέρνηση επιχειρεί αλλαγές στους ποινικούς κώδικες, στο σωφρονιστικό σύστημα, στο οικογενειακό δίκαιο και καταβάλλει προσπάθειες ικανοποίησης αιτημάτων οικονομικής φύσεως για το δικαστικό σώμα, όπως μισθολογικές ωριμάνσεις και άλλα.
Ο κ. Καλογήρου επίσης τόνισε ότι υπάρχει αύξηση των κονδυλίων για τη δικαιοσύνη στον προϋπολογισμό αλλά και καλύτερη κατανομή των πιστώσεων προκειμένου να επιλυθούν προβλήματα της δικαιοσύνης, ενώ αναφέρθηκε και στις πολιτικές εκσυγχρονισμού της δικαιοςύνης και ειδικά στην e- justice.
Από την πλευρά της, η αντιπρόεδρος της Βουλής, Τασία Χριστοδουλοπούλου, αναφερόμενη στο κράτος δικαίου και στο ρόλο της δικαιοσύνης τόνισε ότι «η δικαιοσύνη μπορεί να απαντήσει στα κρίσιμα ερωτήματα των καιρών μας»,ενώ, για την αναθεώρηση του συντάγματος σε σχέση με την επιλογή της ηγεσίας της δικαιοσύνης υποστήριξε ότι το ισχύον σύστημα είναι το καλύτερο παρά τα προβλήματα του. «Άλλο καταφύγιο εκτός από τη νομιμότητα δεν υπάρχει» υποστήριξε η αντιπρόεδρος της Βουλής κλείνοντας την παρέμβασή της.
Απαντώντας στην αντιπρόεδρο της Βουλής, ο Νίκος Σαλάτας γενικός γραμματέας της Ένωσης ανέφερε ότι μπορεί η ίδια να μην προέβη σε κινήσεις επηρεασμού της δικαιοσύνης αλλά πρόσθεσε με νόημα «είναι γνωστό ποιοι προσπαθούν να επηρεάσουν αλλά λαμβάνουν απαντήσεις στις προσπάθειες τους».
Ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Βασίλειος Πέππας, αναφέρθηκε στις μεγάλες δίκες που διεξάγονται ταυτόχρονα με αργούς ρυθμούς και τόνισε την ανάγκη να δημιουργούν υποδομές για την εκδίκαση των υποθέσεων ενώ αναφέρθηκε στον όγκο των αδίκαστων υποθέσεων, επισημαίνοντας την ενίσχυση των θεσμών για εξωδικαστική επίλυση των διαφορών.
Από την πλευρά της, η Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Κατερίνα Σακελαροπούλου αναφέρθηκε στο διεθνές περιβάλλον επισημαίνοντας ότι και σε πολλές χώρες της Ευρώπης αμφισβητείται η δικαστική ανεξαρτησία και είναι καθήκον πρωτίστως των δικαστών να υπερασπιστούν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Σε ό,τι αφορά την αναθεώρηση επισήμανε ότι δεν «πρέπει να βαραίνουμε το σύνταγμα με διατάξεις που δεν χρειάζεται να είναι στο Σύνταγμα» και υποστήριξε την ανάγκη της συναίνεσης για την επικείμενη αναθεωρητική λειτουργία.
Η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ξένη Δημητρίου, απευθυνόμενη για τελευταία φορά στους δικαστές καθώς αποχωρεί τον προσεχή Ιούνιο, επισήμανε τις άθλιες συνθήκες απονομής δικαιοσύνης σε πολλά δικαστήρια της χώρας, όπου μαζεύουν τα νερά με κουβάδες και οι δικαστές δεν έχουν γραφεία, συγκρίνοντας τις τεχνολογικές δυνατότητες σε άλλες χώρες σε σχέση με την απονομή της δικαιοσύνης.
Στη γενική συνέλευση των δικαστών και εισαγγελέων χαιρετισμούς απηύθυναν οι εκπρόσωποι όλων των πολιτικών κομμάτων.