Μειώσεις στις συντάξεις του Δημοσίου που μπορεί να φτάσουν ακόμη και το 30% φέρει ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων με μεγάλους χαμένους όσους βγήκαν στη σύνταξη μετά τις 13 Μαΐου 2016.
Ο νέος τρόπος υπολογισμού προβλέπει δυο στάδια, σύμφωνα με δημοσίευμα του Ελεύθερου Τύπου. Πρώτα βγαίνει η σύνταξη που θα έπαιρνε ο δικαιούχος με τον παλιό τρόπο υπολογισμού. Σύμφωνα με τις οδηγίες της εγκυκλίου, η σύνταξη που θα έπαιρνε είναι 1.373 ευρώ (προ φόρου και περικοπών) ενώ μετά τις μνημονιακές μειώσεις το ποσό πέφτει στα 1.267 ευρώ (προ φόρου και εισφοράς ασθένειας).
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στη συνέχεια ακολουθεί ο υπολογισμός της σύνταξης με τα ποσοστά αναπλήρωσης για την ανταποδοτική σύνταξη. Στα 35 χρόνια, το ποσοστό αναπλήρωσης είναι 33,81% των συντάξιμων αποδοχών. Με το μέσο όρο στα 1.538 ευρώ η ανταποδοτική σύνταξη είναι 520 ευρώ. Στο ποσό αυτό προστίθεται η εθνική σύνταξη των 384 ευρώ και το σύνολο της σύνταξης βγαίνει στα 904 ευρώ.
Υπολογίζεται η μείωση της νέας με παλιά σύνταξη που είναι 363 ευρώ ή σε ποσοστό 29% και ενεργοποιείται ο μηχανισμός της προσωπικής διαφοράς, ο οποίος προστατεύει όσους αποχωρήσουν από 13 Μαΐου 2016, μέσα στο 2017 και το 2018. Οι μειώσεις θα ξεπεράσουν το 20%.
Όσοι συνταξιοδοτήθηκαν τον Δεκέμβριο του 2016 και έχουν μείωση 30% θα πάρουν το μισό της μείωσης ως προσωπική διαφορά. Αν η μείωση 363 ευρώ, θα έχουν μείωση 183 ευρώ και τα άλλα 183 θα τα παίρνουν ως προσωπική διαφορά.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Όσοι φύγουν το 2017, θα πάρουν προσωπική διαφορά το 1/3 της μείωσης, δηλαδή από τα 363 ευρώ θα έχουν μείωση 242 ευρώ και τα υπόλοιπα 121 καταβάλλονται ως προσωπική διαφορά.
Όσοι φύγουν το 2018, θα πάρουν το 1/4 της μείωσης ως προσωπική διαφορά και από τα 363 ευρώ θα έχουν περικοπή 272 ευρώ και τα 91 θα τους δοθούν ως προσωπική διαφορά, η οποία ανά πάσα στιγμή μπορεί να καταργηθεί.
Όσοι φύγουν το 2019 και μετά, δεν θα έχουν καμία προσωπική διαφορά και θα υπολογιστεί ολόκληρη η μείωση, δηλαδή 363 ευρώ και σύνταξη 904 ευρώ.
Δεν προστατεύονται από την προσωπική διαφορά όσοι έχουν μείωση μέχρι 19,99% καθώς η εγκύκλιος προβλέπει ότι επιβαρύνονται εξαρχής όλο το ποσοστό της μείωσης.
Όπως αναφέρει εξάλλου δημοσίευμα του Έθνους, σύμφωνα με ειδικούς της κοινωνικής ασφάλισης, όσοι συνταξιοδοτηθούν από 13/5/2016 και μετά θα δουν τη σύνταξή τους να “ψαλιδίζεται” μεσοσταθμικά κατά 15%-18%. Μεγάλοι χαμένοι είναι όσοι αποχωρούν με 35ετίες και άνω, ειδικά αν εισέπρατταν υψηλούς μισθούς τα τελευταία 15 χρόνια.
Μπορούν όμως να περιορίσουν τις απώλειες αν αποχωρήσουν φέτος ή του χρόνου, ώστε να κερδίσουν πίσω ως «προσωπική διαφορά» ένα μέρος της απώλειας. Όσοι χάνουν πάνω από 20% στο καθαρό προ φόρου ποσό, θα πάρουν αν φύγουν φέτος το 1/3 και του χρόνου το 1/4.
Όλα αυτά μετά τη δημοσίευση, την Τετάρτη (16.02.2017) των τριών Κοινών Υπουργικών Αποφάσεων, οι οποίες ξεκαθαρίζουν για το Δημόσιο το πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων για εθνική σύνταξη, ανταποδοτική και συντάξεις χηρείας. «Για τους δημοσίους υπαλλήλους ο νέος τρόπος υπολογισμού οδηγεί κατά κανόνα σε απώλειες, καθώς πλέον χρησιμοποιείται ο μέσος όρος αποδοχών από το 2002 και μετά, και όχι το μισθολογικό κλιμάκιο τερματισμού της υπηρεσίας ή έστω του 2011» δηλώνει στο Έθνος ο δικηγόρος Διονύσης Ρίζος, ειδικός σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης, και εξηγεί πως απώλειες θα έχουν:
– Όσοι συνταξιοδοτούνται με 30 χρόνια και πλέον (35ετία, 37ετία, γονείς, εκπαιδευτικοί κ.λπ.).
– Οι ΠΕ με αποδοχές υψηλότερες προς το τέλος της υπαλληλικής σταδιοδρομίας τους, ειδικά στα τελικά κλιμάκια.
– Οι ΤΕ με υψηλές αποδοχές, καλύτερες προς το τέλος της σταδιοδρομίας, ειδικά στα τελικά κλιμάκια.
– Οι ένστολοι που υπολογίζουν τη σύνταξή τους με τον μέσο όρο των αποδοχών σταδιοδρομίας.
– Όσοι εξαγοράζουν αρκετά πλασματικά χρόνια, καθώς αυτά θα υπολογιστούν σε χαμηλές αποδοχές.
– Όσοι πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν με έως 25 έτη ασφάλισης (στα 67, τρίτεκνοι κ.λπ.).
– Οι ΔΕ και ΥΕ που δεν έχουν μεγάλες διακυμάνσεις στις αποδοχές τους από το 2002 έως σήμερα.
Το πλήρες ποσό της εθνικής σύνταξης είναι 384 ευρώ για όσους φεύγουν με τουλάχιστον 20 χρόνια ασφάλισης και 40 χρόνια στην Ελλάδα. Όσοι αποχωρούν με 15-20 χρόνια θα πάρουν εθνική σύνταξη μειωμένη κατά 2% για κάθε έτος που υπολείπεται της 20ετίας. Για όσους φεύγουν με μειωμένη γήρατος (15ετία στα 62) η εθνική σύνταξη διαμορφώνεται στα 241,92 ευρώ.
Ορίζεται ανώτατο πλαφόν μείωσης 30% (με το παλαιό σύστημα έφτανε κατά περιπτώσεις και το 50%) και δεν θα επιβάλλεται η επιπλέον μείωση του 10% που προέβλεψε το τρίτο Μνημόνιο. Δηλαδή το ανώτατο «πέναλτι» είναι 115,2 ευρώ.
Πλασματικοί χρόνοι που έχουν αναγνωριστεί χωρίς εξαγορά συνυπολογίζονται στη διαμόρφωση της εθνικής σύνταξης, αλλά όχι και της ανταποδοτικής. Αντίθετα, οι πλασματικοί που εξαγοράζονται συνυπολογίζονται για εθνική και ανταποδοτική σύνταξη. Σε αυτή την περίπτωση, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζονται το ποσό που θα αποτελούσε τον ασφαλιστέο μισθό αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά. Τυχόν έκπτωση για εφάπαξ εξαγορά δεν λαμβάνεται υπόψη.
Για να υπολογιστούν τα πλασματικά χρόνια στο ποσό της σύνταξης πρέπει η αναγνώριση να έχει γίνει από το 2002 και μετά. Σημειώνεται πως για αιτήσεις αναγνώρισης χρόνου ως συντάξιμου στο Δημόσιο που έχουν υποβληθεί μέχρι 31.12.2016 καταβάλλεται μόνο η εισφορά ασφαλισμένου (6,67%).
Για αιτήσεις που θα υποβληθούν από 1.1.2017 και μετά, καταβάλλεται η εισφορά ασφαλισμένου και εργοδότη (κράτους), όπως αυτή ισχύει κάθε φορά (συνολικά 10% για φέτος). Στις συντάξιμες αποδοχές συμπεριλαμβάνονται δώρα και επιδόματα. Για παράδειγμα: Υπάλληλος έχει αναγνωρίσει 12 μήνες το 2014 από χρόνο σπουδών, με 55 ευρώ τον μήνα.
Οι αποδοχές επί των οποίων θεωρείται ότι καταβλήθηκαν εισφορές υπολογίζονται: 55/6,67% = 824,59 ευρώ τον μήνα. Οι 12 πλασματικοί μήνες ισοδυναμούν με 9.895 μισθό. Επί της εθνικής «χτίζεται» η ανταποδοτική σύνταξη με ποσοστά αναπλήρωσης που υπολογίζονται με μαθηματική ακρίβεια ημέρας ασφάλισης. Για 40 χρόνια η αναπλήρωση φτάνει στο 42,8% του μισθού, ενώ για 35ετία στο 34,5%.
Το καθεστώς αλλάζει και για τις συντάξεις λόγω θανάτου, ενώ καταργείται το δικαίωμα για σύνταξη σε άγαμες θυγατέρες. Οι άλλες δύο βασικές αλλαγές είναι η θέσπιση ορίου ηλικίας στα 55 και η μείωση του ποσοστού της σύνταξης που δικαιούται η χήρα στο 50% από 70%.
Ειδικά όσοι συνταξιοδοτηθούν εντός του 2017 και του 2018 θα πάρουν υπό προϋποθέσεις και «προσωπική διαφορά». Το νέο καθεστώς ισχύει για θανάτους από 13/5 και μετά. Αν πεθάνει συνταξιούχος μετά τις 13/5, η σύνταξή του υπολογίζεται εκ νέου με τον νέο τρόπο και αποδίδεται με τα νέα ποσοστά στους δικαιούχους.
Με πληροφορίες από Ελεύθερο Τύπο και Έθνος