Σε τρεις περιπτώσεις το Σύνταγμα επιτρέπει να προσλαμβάνονται σε οργανικές θέσεις μονίμων υπαλλήλων στο Δημόσιο και ευρύτερο Δημόσιο τομέα συμβασιούχοι για την κάλυψη απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών, υπό τη βασική όμως προϋπόθεση ότι θα έχει προηγηθεί η έκδοση νόμου ο οποίος θα καθορίζει τη διάρκεια των συμβάσεων αυτών (ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου), η οποία δεν μπορεί να είναι μεγάλη, ενώ παράλληλα, ρητά απαγορεύεται η μονιμοποίηση των συμβασιούχων ή η μετατροπή των συμβάσεών τους σε αορίστου χρόνου.
Αυτό αποφάσισε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με αφορμή την επεξεργασία σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη που αφορά «την οργάνωση και λειτουργία υπηρεσίας πρώτης υποδοχής» (αλλοδαπών).
Ειδικότερα, οι σύμβουλοι Επικρατείας στην υπ’ αριθμ. 86/2012 γνωμοδότησή τους αναφέρουν ότι σύμφωνα με το αναθεωρημένο (το έτος 2001) άρθρο 103 του Συντάγματος σε τρεις περιπτώσεις είναι, πλέον, επιτρεπτή η σύναψη συμβάσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου αφενός, με το Δημόσιο ή άλλούς φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα και αφετέρου με φυσικά πρόσωπα.
Σύμφωνα με τους συμβούλους Επικρατείας, η πρώτη περίπτωση αφορά συμβάσεις ορισμένου χρόνου για την κάλυψη απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών και μόνον, για μη νομοθετημένες οργανικές θέσεις, υπό την προϋπόθεση ότι για την σύναψή των εν λόγω συμβάσεων έχει εκδοθεί εκτελεστικός του Συντάγματος νόμος (όπως λέγεται στη νομική ορολογία), ο οποίος καθορίζει και την χρονική τους διάρκεια, η οποία δεν μπορεί να είναι μακρά (παράγραφοι 2 και 8 άρθρο 103 Συντάγματος)
Η δεύτερη αφορά συμβάσεις είτε ορισμένου είτε αορίστου χρόνου για την κάλυψη είτε απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών είτε παγίων και διαρκών αναγκών, υπό την προϋπόθεση όμως ότι: α) τα προσλαμβανόμενα πρόσωπα καταλαμβάνουν νομοθετημένες οργανικές θέσεις, και β) ότι ανήκουν είτε στο ειδικό επιστημονικό προσωπικό είτε στο τεχνικό-βοηθητικό προσωπικό (παράγραφος 3 άρθρου 103 Συντάγματος).
Η τρίτη και τελευταία περίπτωση αφορά συμβάσεις ορισμένου χρόνου (και μόνον) για την κάλυψη νομοθετημένων οργανικών θέσεων με πρόσωπα που δεν ανήκουν στο ειδικό επιστημονικό ή στο τεχνικό-βοηθητικό προσωπικό, υπό την προϋπόθεση όμως ότι για την σύναψη των εν λόγω συμβάσεων έχει εκδοθεί εκτελεστικός του Συντάγματος νόμος, ο οποίος καθορίζει και την χρονική τους διάρκεια, η οποία δεν μπορεί να είναι μακρά (παράγραφος 8 άρθρου 103 Συντάγματος).
Μάλιστα, στο σημείο αυτό, για την τελευταία τρίτη περίπτωση οι σύμβουλοι Επικρατείας, επικαλούνται από τα πρακτικά της Βουλής την αγόρευση του Ευ. Βενιζέλου κατά τη αναθεώρηση του Συντάγματος το 2011 που ανέφερε: «Διευκρινίζω στα πρακτικά ότι όταν λέμε σύμβαση ορισμένου χρόνου εννοούμε την κλασική σύμβαση ορισμένου χρόνου, δηλαδή σύντομο χρόνο, για να μη βρεθεί ποτέ στο μέλλον κάποιος, ο οποίος θα θελήσει να καταστρατηγήσει τη διάταξη αυτή. Για φανταστείτε, κύριοι συνάδελφοι, συμβάσεις ορισμένου χρόνου τριακονταπενταετούς διάρκειας».
Τέλος, υπογραμμίζεται στη γνωμοδότηση του ΣτΕ ότι, το ίδιο άρθρο 103 του Συντάγματος στην παράγραφο 8 θεσπίζει ρητή απαγόρευση της μονιμοποιήσεως των προσώπων που προσλαμβάνονται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για την κάλυψη οποιασδήποτε κατηγορίας θέσεων, καθώς και της ρητής επίσης απαγόρευσης μετατροπής των συμβάσεών τους σε συμβάσεις αορίστου χρόνου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ