Με ένα σκεπτικό-καταπέλτη οι δικαστές του Ειδικού Δικαστηρίου αναλύουν σε 2.368 σελίδες πώς κατέληξαν στην καταδίκη του Νίκου Παππά σε φυλάκιση 2 ετών για παράβαση καθήκοντος κατ’ εξακολούθηση με τριετή αναστολή που αφορούσε το παρασκήνιο του διαγωνισμού των τηλεοπτικών αδειών, το 2016.
Τα 13 μέλη του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, επικαλούμενα τις μαρτυρικές καταθέσεις αλλά και το αποδεικτικό υλικό μεταξύ των οποίων και τα περίφημα sms αλλά και τα email που προσκόμισε ο Χρήστος Καλογρίτσας, έκριναν πως υπήρξε σχέδιο της κυβέρνησης του Σύριζα που στόχο είχε τη δημιουργία ενός καναλιού με την «υπογραφή» του και αποδίδει στο Νίκο Παππά «πρωταγωνιστικό» ρόλο.
Ο τότε υπουργός της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σύμφωνα με τα μέλη του Ειδικού Δικαστηρίου, «αναφερόταν απευθείας στον τότε πρωθυπουργό της χώρας και συνεννοείτο με την ηγεσία της κυβέρνησης» έχοντας απόλυτη «κυριαρχία» στη διαδικασία διενέργειας του διαγωνισμού.
Όπως αναφέρεται μάλιστα στην απόφαση διακατεχόταν από «αίσθηση υπεροψίας και ισχύος ως κορυφαίος υπουργός που συνομιλούσε απευθείας με τον τότε Πρωθυπουργό».
Οι δικαστές περιγράφουν μάλιστα πως «περί τον Οκτώβριο του 2015 απευθύνθηκε στον Χρήστο Καλογρίτσα με τον οποίο διατηρούσε στενές φιλικές και οικογενειακές σχέσεις» προκειμένου να να ενεργήσει ως «καθοδηγούμενος» για να βοηθήσει στην υλοποίηση του συγκεκριμένου εγχειρήματος» για την απόκτηση τηλεοπτικού σταθμού και εφημερίδας. «Δέχθηκε να στηρίξει την πρόταση του συγκατηγορουμένου του Νίκου Παππά έχοντας πλήρη εμπιστοσύνη στην υπόσχεση του ότι «χρήματα υπάρχουν και θα βρεθούν»».
Στην απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου σημειώνεται πως ο Νίκος Παππάς «παραβιάζοντας τα υπηρεσιακά του καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του για τήρηση του Συντάγματος και του νόμου, πείθοντας τον Χρήστο Καλογρίτσα να υπακούσει στις εντολές τους ως «πειθήνιο όργανο του», ως «παρένθετος» τούτου, που θα εξασφάλιζε την νομιμοφάνεια στις παράνομες και εξωθεσμικές ενέργειές του ενώ ο ίδιος θα παρέμενε στο απυρόβλητο».
Στο σκεπτικό της απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου τονίζεται μάλιστα πως με βάση τα πραγματικά περιστατικά αποδεικνύεται ότι «ο πρώτος των κατηγορουμένων Νίκος Παππάς παρότι είχε πλήρη επίγνωση του ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος Χρήστος Καλογρίτσας δεν είχε την οικονομική επάρκεια και δεν διέρχεται από την αρχή τα οικονομικά εκείνα μέσα διά των οποίων θα μπορούσε να ανταπεξέλθει στις δαπάνες που απαιτούνται για την επίτευξη του εγχειρήματος της λήψης άδειας και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού έχοντας ήδη χρησιμοποιήσει χρήματα προερχόμενα από την εταιρεία CCC δια της καταρτίσεως της οικονομικής συμφωνίας με τη μεσολάβηση του ίδιου του Νίκου Παππά προκειμένου να εκδοθεί η απαιτούμενη για τη συμμετοχή στη δημοπρασία εγγυητική επιστολή των τριών εκατομμυρίων ευρώ σκοπίμως παρέλειψε να ασκήσει τον οφειλόμενο δέοντα έλεγχο και την εποπτεία επί των υπηρεσιών στελεχών και υπαλλήλων που υπάγονταν στον έλεγχο του υπουργείου το οποίο αυτός προΐσταται ως προς την επιμελή εκτέλεση των καθηκόντων τους υποδεικνύοντάς τους ότι όφειλαν να προβούν σε ενδελεχή έλεγχο των δικαιολογητικών που είχε υποβάλει η εταιρεία του γιου του δεύτερου κατηγορουμένου σχετικά με την επάρκεια των οικονομικών μέσων που διέθετε για τη συμμετοχή της στο διαγωνισμό επιπροσθέτως δε και ως προς τα πρόσθετα δικαιολογητικά σχετικά με την επάρκεια την προέλευση και τον τρόπο απόκτησης των οικονομικών μέσων που θα διέθετε για την απόκτηση της άδειας και την οργάνωση του τηλεοπτικού σταθμού προκειμένου έτσι με την ως άνω παράλειψη των εν λόγω υπουργικών του καθηκόντων να διαλάθει της προσοχής τους η ανεπάρκεια των σχετικών δικαιολογητικών που η εταιρεία προσκόμισε με επιμέλεια του δεύτερου κατηγορουμένου τόσο με το φάκελο συμμετοχής στη δημοπρασία όσο και εκ των υστέρων κατά τον πρόσθετο έλεγχο και να επιτευχθεί αρχικά μεν η αποδοχή της συμμετοχής της στη δημοπρασία και τελικά η ανακήρυξη της ως οριστικής υπερθεματίστριας, ώστε να αποκτηθεί ο τηλεοπτικός σταθμός όπως είχε σχεδιάσει προς βλάβη άλλων υποψηφίων οι οποίοι διέθεταν πράγματι τις νόμιμες προϋποθέσεις και ακόμη προς βλάβη του υγιούς ανταγωνισμού».
Σύμφωνα με τους δικαστές, ο Νίκος Παππάς «επιχειρούσε σκοπίμως να συγκαλύψει την πραγματική οικονομική κατάσταση του συγκατηγορουμένου του και πάση θυσία την εμπλοκή του στη συμφωνία με την εταιρεία CCC σχετικά με τη χρηματοδότηση του συγκατηγορουμένου του».
Μάλιστα, σημειώνουν πως «διακατεχόμενος από αίσθημα υπεροχής και κυριαρχίας χωρίς επίγνωση των σοβαρών επιπτώσεων των ενεργειών του στο δημόσιο συμφέρον το οποίο υποτίθεται ότι εξυπηρετούσε ως κρατικός λειτουργός κατέχοντας το ύψιστο αξίωμα του υπουργού υπό την επίφαση της τήρησης του νόμου και της δι αυτού επιβολής νομιμότητας στον τηλεοπτικό χώρο ενεργούσε με μοναδικό σκοπό την απόκτηση μέσω του δεύτερου κατηγορουμένου τον οποίον αυτός καθοδηγούσε σε κάθε ενέργεια του τηλεοπτικού σταθμού φερέφωνου των πολιτικών ιδεών και δράσεων της τότε κυβέρνησης του Σύριζα και του ίδιου».
Ο Νίκος Παππάς σύμφωνα με την απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου μάλιστα προκειμένου να βοηθήσει τον Χρήστο Καλογρίτσα επιστράτευσε τις διασυνδέσεις τις επαφές λόγω του υπουργικού του αξιώματος και την ισχύ που η θέση αυτή του προσέδιδε ήρθε σε επαφή με επιχειρηματίες διαμηνύοντας ότι ενεργεί σύμφωνα με τη βούληση του τότε πρωθυπουργού.
«Στις ενέργειες αυτές προέβη όχι βεβαίως με σκοπό να βοηθήσει ένα φιλικό του πρόσωπο, δίκην “ρουσφετιού”, αλλά για να διασφαλίσει με κάθε τρόπο την επιτυχία του δικού του εγχειρήματος δηλαδή την απόκτηση του εν λόγω τηλεοπτικού σταθμού» τονίζεται στην απόφαση.
«Η πρακτική αυτή του κατηγορουμένου όπως αποτυπώνεται από τα περιστατικά τα οποία αποδεικνύονται από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού δεν αποδίδεται σε απλή προσπάθεια ενίσχυσης του εγχειρήματος ενός φιλικού σε αυτόν προσώπου όπως υποστήριξε μέσω των συνηγόρων.
Αντίθετα, πρόκειται για ένα σύνολο επανειλημμένων εκ μέρους του παράνομων ενεργειών δηλαδή πράξεων και παραλείψεων στις οποίες προέβη προκειμένου να υλοποιήσει το σχεδιασμό του ίδιου και του κόμματος στο οποίο ανήκε για την απόκτηση μέσω του δεύτερου του κατηγορουμένου ως παρένθετο προσώπου τηλεοπτικού σταθμού πραγματικός ιδιοκτήτης του οποίου θα ήταν αυτός και το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ που θα καθόριζαν τις τηλεοπτικές πολιτικές εκπομπές και τα δελτία ειδήσεων.
Με σκοπό μέσω αυτών να προωθηθούν οι πολιτικές θέσεις και τα έργα του κόμματος και της τότε κυβέρνησης επεμβαίνοντας καθοριστικά στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης απασχολώντας δημοσιογράφους ενταγμένους στο κόμμα οι οποίοι θα εξυπηρετούσαν τους στόχους αυτούς βλάπτοντας τους λοιπούς συμμετέχοντες στον επίμαχο διαγωνισμό κατά παράβαση της αρχής του υγιούς ανταγωνισμού την οποία ο ίδιος ο πρώτος κατηγορούμενος μέσω του νόμου και της προκήρυξης είχε υποχρέωση να διαφυλάξει» αναφέρεται στο σκεπτικό της απόφασης.
Για τους δικαστές του Ειδικού Δικαστηρίου «αποδείχθηκε χωρίς να καταλείπεται η ελάχιστη αμφιβολία περί του αντιθέτου ότι με αφετηρία τη διενέργεια της δημοπρασίας για τη χορήγηση τεσσάρων αδειών σε ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς προκειμένου να επιβληθεί ο έλεγχος του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου και η αξιοποίηση των συχνοτήτων που αποτελούν περιουσιακό στοιχείο του ελληνικού λαού προς όφελος του δύναμη του νόμου 4337 2015 όπως συμπληρώθηκε με το νόμο 4357 του 2016 και της είπα αριθμόν 1 2016 προκηρύξεις που εν λόγω κατηγορούμενους εξέδωσε χωρίς να ενδιαφέρει το παρόν ποινικό δικαστήριο η ορθότητα η νομιμότητα η σκοπιμότητα του νόμου αυτού πολλώ δε μάλλον οι πολιτικές αντιπαραθέσεις που εκδηλώθηκαν κατά την ψήφιση του ή μετά την ισχύ του οι οποίες ουδόλως απασχόλησαν την αποδεικτική διαδικασία ή επηρέασαν την κρίση του δικαστηρίου τούτου που περιορίστηκε αποκλειστικά και μόνο στο στενό πλαίσιο της ενδελεχούς έρευνας και της βασιμότητας ή μη της κατηγορίας που αποδόθηκε στους δύο κατηγορούμενους καθώς και η αντισυνταγματικότητα διατάξεων αυτού που ελέγχθηκαν αρμοδίως από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με σειρά αποφάσεων του ο ανωτέρω ως κορυφαίος υπουργός ο οποίος αναφερόταν απευθείας στον τότε πρωθυπουργό της χώρας και συνεννοηθείτε με την ηγεσία της κυβέρνησης υπό το κράτος της ισχύος της επιρροής και των διασυνδέσεων που διέθετε ενεργώντας εξακολουθητικά με πράξεις και παραλείψεις με πρόθεση παρέβη τα υπηρεσιακά απολύτως συνυφασμένα με την υπουργική του ιδιότητα καθήκοντα σχεδιάζοντας και υλοποιώντας με αδιαφανείς διαδικασίες και αδιαφανές ιδιοκτησιακό καθεστώς την αποκτήσει μέσω της δημοπρασίας και υπό το μανδύα της νομιμότητας την απόκτηση τηλεοπτικού σταθμού ο οποίος τυπικά μεν θα λειτουργούσε από τον συγκατηγορούμενό του Χρήστο Καλογρίτσα στην πραγματικότητα όμως θα τελούσε υπό τις εντολές του την καθοδήγηση και τον έλεγχο αυτού και του κόμματός του με σκοπό να περιποιήσει στον ίδιο ως κυβερνητικό στέλεχος παράνομη και θίγουσα την υπηρεσιακή χρηστότητα και καθαρότητα δύναμη επιρροής στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης ώστε να αποκτήσει αυτός και το κόμμα του με αυτόν τον τρόπο η περιοχή στον τομέα της επικοινωνίας και της ενημέρωσης του κοινού βλάπτουν τα στέλνει τους επιχειρηματίες που διεκδικούσαν άδεια για τηλεοπτικό σταθμό αλλά και το κράτος ως εγγυητή της διαφάνειας της νομιμότητας του άνωθεν των σχετικών διαδικασιών και της πολυφωνίας».