Τα σχολεία αποτελούν το τελευταίο – και το πιο δύσκολο – κομμάτι του παζλ στο σχέδιο της κυβέρνησης για την άρση των περιοριστικών μέτρων και τη (σταδιακή) επιστροφή στην κανονικότητα.
Η εισήγηση των ειδικών επί της υγείας για τα σχολεία αναμένεται να παραδοθεί σήμερα στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος θα λάβει τις αποφάσεις του μετά τις τελικές συσκέψεις το Σαββατοκύριακο. Έτσι, πιθανότατα τη Δευτέρα, ο πρωθυπουργός θα παρουσιάσει το ολοκληρωμένο σχέδιο που θα έχει πρώτο ορόσημο την 4η Μαΐου, με την άρση των περιορισμών στην κυκλοφορία, την κατάργηση των SMS και των βεβαιώσεων για τις μετακινήσεις, καθώς και το άνοιγμα των μικρών εμπορικών καταστημάτων, των κομμωτηρίων κτλ.
Διχογνωμία για τα σχολεία
Οι τελευταίες πληροφορίες για τα σχολεία αναφέρουν πως ακόμη και οι επιστήμονες της υγείας είναι διχασμένοι ως προς το αν πρέπει ή όχι ν’ ανοίξουν όλες οι σχολικές μονάδες. Πρόθεση της κυβέρνησης είναι πάντως η σταδιακή επαναλειτουργία όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης. Να επιστρέψουν, δηλαδή, στις αίθουσες πρώτοι οι μαθητές της Γ’ Λυκείου στις 11 ή στις 18 Μαΐου και ν’ ακολουθήσουν έως το τέλος του μήνα σταδιακά κι εφόσον το επιτρέπουν οι συνθήκες αυτοί των υπολοίπων τάξεων των Γυμνασίων και των Δημοτικών, με μια μικρή παράταση της σχολικής χρονιάς έως τα τέλη Ιουνίου – ταυτόχρονα, δηλαδή, με την εκκίνηση των Πανελλαδικών Εξετάσεων για τους τελειόφοιτους του Λυκείου.
Click4more Καραντίνα αντέχουμε, δεν θέλουμε εκλογές αλλά… μπάνιο στη θάλασσα – Αποκαλυπτική δημοσκόπηση
Το σχέδιο αυτό προϋποθέτει την τήρηση αυστηρών κανόνων υγιεινής και πρόληψης, δηλαδή λιγότεροι μαθητές στις τάξεις, μεγαλύτερες αποστάσεις μεταξύ των θρανίων κτλ., με αποτέλεσμα να είναι αρκετά πιθανό σε κάποια σχολεία να χρειαστούν διπλές βάρδιες, πρωί και απόγευμα. Όλα τα σενάρια, όμως, εξακολουθούν να είναι ανοιχτά: ακόμη και να ξαναγυρίσουν στα θρανία μόνον οι μαθητές της Γ’ Λυκείου και οι υπόλοιποι μαθητές να δώσουν ραντεβού το Σεπτέμβριο, αλλά και το ενδιάμεσο σενάριο, το οποίο που προβλέπει τη σταδιακή επαναλειτουργία μόνο των Λυκείων και Γυμνασίων και να παραμείνουν κλειστά Δημοτικά και Νηπιαγωγεία.
Σε κάθε περίπτωση, τον τελικό λόγο θα έχουν οι ειδικοί επί της υγείας, τους οποίους ακούει κι εμπιστεύεται ο πρωθυπουργός. Το ζήτημα πάντως γίνεται ακόμη πιο σύνθετο εάν ληφθούν υπόψη κι άλλοι παράγοντες, όπως ο φόβος κάποιων γονέων να στείλουν στο σχολείο τα παιδιά τους – ειδικά τα μικρότερα. Επίσης, ο κίνδυνος να μολυνθούν παππούδες και γιαγιάδες και άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας που συμβιώνουν με τα παιδιά ή τα προσέχουν. Αλλά και το γεγονός ότι η επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας θα δυσκολέψει τις άδειες ειδικού σκοπού για τους γονείς που εργάζονται, καίτοι με νέα ΚΥΑ παρατάθηκαν έως τις 10 Μαΐου.
Ο τουρισμός
Ένα ακόμη κρίσιμο στοιχείο για το σχέδιο αποκατάστασης της κανονικότητας είναι ο τουρισμός. Αν και τα ξενοδοχεία θ’ ανοίξουν με βάση τον υπάρχοντα σχεδιασμό μετά τα μέσα Ιουνίου – αρχικά οι μονάδες των μεγάλων αστικών κέντρων και αυτές της ετήσιας λειτουργίας κι από τις αρχές Ιουλίου τα εποχικά καταλύματα – καθοριστικές θα είναι οι εξελίξεις στις αερομεταφορές.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο το ζήτημα τέθηκε από τον κ. Μητσοτάκη στη χθεσινή Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, με τον πρωθυπουργό να ζητεί από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ να ζητήσει από την Κομισιόν την επεξεργασία ενός συγκεκριμένου σχεδίου για την επανέναρξη των πτήσεων. Παράλληλα, ενθάρρυνε τους πολίτες από τον ευρωπαϊκό Βορρά να κάνουν διακοπές στις χώρες του Νότου που είναι υγειονομικά ασφαλείς, ήτοι στην Ελλάδα, εάν ληφθεί υπόψη η κατάσταση που επικρατεί με την πανδημία σε Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία και Τουρκία.
Αναφορικά με την οικονομία, ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι η Ελλάδα υποστηρίζει πλήρως την επείγουσα συγκρότηση ενός Ταμείου Ανάκαμψης, πέραν της χρήσης των κεφαλαίων από το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (σ.σ.: τον προϋπολογισμό της ΕΕ). Μάλιστα, τόνισε ότι το Ταμείο Ανάκαμψης πρέπει να είναι μεγάλο και να χρηματοδοτηθεί με ένα κοινό εργαλείο μακροπρόθεσμου χρέους, εστιάζοντας εμπροσθοβαρώς σε επιχορηγήσεις προς τα κράτη-μέλη αντί για δάνεια. Ο κ. Μητσοτάκης επισήμανε χαρακτηριστικά πως η στρατηγική που δεν θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος κάθε χώρας θα ήταν πράξη προς το συμφέρον όλων των χωρών κι όχι μόνο μια πράξη αλληλεγγύης. Αλλά και ότι η Ευρώπη δεν πρέπει να κάνει για μία ακόμη φορά «πολύ λίγα και πολύ αργά», όπως είχε πει πριν από τη Σύνοδο Κορυφής η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ.