Και δυστυχώς δεν ήταν η ανεύθυνη ενέργεια κάποιων ανεγκέφαλων. Ελάχιστοι βεβαίως αυτοί, που έριξαν την μολότωφ στην τράπεζα. Πολλοί όμως εκείνοι, που γιουχάϊσαν τους υπαλλήλους της Μαρφίν γιατί, όπως είχαν το δικαίωμα, δεν απεργούσαν κι εργάζονταν. Πολλοί, πάρα πολλοί εκείνοι, που εμπόδισαν τους πυροσβέστες να πάνε στο τραπεζικό κατάστημα για να απεγκλωβίσουν τους υπαλλήλους. Και χιλιάδες εκείνοι, που επεχείρησαν να καταλάβουν και να κάψουν τη Βουλή υπακούοντας στο σύνθημα «κάψτε, κάψτε το μπο… τη Βουλή». Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι όλα υπακούν σε ένα, γελοίο κατά τη γνώμη μου αλλά υπαρκτό, σχέδιο ορισμένων να βυθίσουν τη χώρα στο χάος και στην αναρχία για να κάνουν την «επανάσταση» τους, να πάρουν την ρεβάνς τους και να καταλάβουν με τη βία την εξουσία. Αλλωστε δεν κρύβονται.
Η ελληνική κοινωνία ανέχθηκε επί μακρόν τη βία και την ανομία. Γιατί είναι ανομία να καταλαμβάνεις δημόσια κτίρια και δρόμους εις βάρος των εργαζομένων και των πολιτών, που έχουν το δικαίωμα να κυκλοφορούν ελεύθερα. Γιατί είναι ανομία, που ενθαρρύνει ακραίες συμπεριφορές, το να δηλώνεις δημοσίως ότι δεν αναγνωρίζεις το Σύνταγμα, ότι για σένα «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», δηλαδή αυτό, που εσύ εκλαμβάνεις ως «δίκιο του εργάτη» και γράφεις στα παλαιότερα των υποδημάτων σου την έννομη τάξη, ακριβώς επειδή η κυβέρνηση, η δικαιοσύνη και τα μέσα ενημέρωσης μέσα στην αδυναμία και τον λαϊκισμό τους, αποδέχονται τον ακτιβισμό σε οποιαδήποτε μορφή κι αποφεύγουν να εφαρμόσουν το νόμο.
Τα συγκλονιστικά γεγονότα, που συγκλόνισαν την Ελλάδα αλλά και τον κόσμο την περασμένη Τετάρτη, πιστεύω ότι ήταν η ακραία έκφραση μιάς ολόκληρης διεστραμμένης νοοτροπίας που καλλιεργήθηκε επί δεκαετίες στο όνομα μιάς ψευδεπίγραφης δημοκρατίας κι ελευθερίας. Όταν οι διαδηλωτές κι οι διοργανωτές της συγκέντρωσης της προηγούμενης Τετάρτης θεωρούν ότι οι εργαζόμενοι της Μαρφίν, επειδή δεν απεργούν κι εργάζονται, είναι «προδότες της εργατικής τάξης», κάποιοι ακραίοι εξ αυτών, θεωρούν ως φυσιολογικό να στραφούν εναντίον τους, να τους προπηλακίσουν, να τους επιτεθούν ακόμα και να τους δολοφονήσουν για να τους τιμωρήσουν στο όνομα μιάς εξίσου ψευδεπίγραφης «επανάστασης». Και για το φαινόμενο αυτό δεν είναι υπεύθυνοι μόνον οι νεαροί χουλιγκάνοι, που δρούν εις βάρος του κοινωνικού συνόλου εδώ και δεκαετίες. Αλλά κι εκείνοι, που με την συμπεριφορά τους έδωσαν την ιδεολογικοπολιτική κάλυψη σε τέτοιου είδους ακραίες εκφράσεις. Ολοι εκείνοι, που έσπευδαν να συμπαραταχθούν, στο όνομα δήθεν των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» σε όλους εκείνους, που αναμιγνύοντο σε τρομοκρατικές πράξεις και δολοφονίες «πλουτοκρατών» και των «τσιρακιών» τους.
Όταν ανεχόμαστε ως δήθεν ακτιβισμό την βίαιη πράξη κάποιων να καταλάβουν με το έτσι θέλω τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης, διεθνές σύμβολο δημοκρατίας κι ελευθερίας, και να αναρτούν τα πανό τους εις βάρος της διεθνούς εικόνας της χώρας και του τουρισμού μας αλλά και του νόμου, τότε είναι σαν να επιτρέπουμε να μετατρέψουμε την πατρίδα μας σε ξέφραγο αμπέλι. Όπως όταν δεχόμαστε ότι κάποιοι αδιόριστοι εκπαιδευτικοί να μπαίνουν στην ΕΡΤ και να τα κάνουν γυαλιά καρφιά επειδή διαμαρτύρονται κατά των αποφάσεων της υπουργού Παιδείας. Όπως όταν σωπαίνουμε ότι κάποιοι, μια χούφτα άνθρωποι, θα καταλάβουν το λιμάνι και θα εμποδίσουν τους ξένους τουρίστες να επιβιβαστούν στο κρουαζιερόπλοιο τους. Όπως όταν δεχόμαστε σε μια χούφτα ακραίων στοιχείων να καταστρέφουν τα πανεπιστήμια μας στο όνομα μιάς διεστραμμένης αντίληψης του «πανεπιστημιακού ασύλου». Σήμερα, όπως είπε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, είμαστε ένα βήμα πριν από την άβυσσο. Στην πραγματικότητα είχαμε ήδη βουτήξει και κάποιοι, το ΔΝΤ και η Ευρωπαϊκή Ενωση, μας έριξαν ένα λεπτό σχοινί να μας σώσουν. Αν δεν ανταποκριθούμε στην τελευταία αυτή ευκαιρία μας, τότε θα είμαστε άξιοι της τύχης μας. Ο λαϊκισμός θα έχει επικρατήσει εις βάρος του λαϊκού συμφέροντος και του πατριωτικού καθήκοντος.