Ο Ιανουάριος του 1991 ήταν από τους πλέον ταραγμένους που έζησε ποτέ η Ελλάδα. Η δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα στην Πάτρα και τέσσερις νεκροί από πυρκαγιά που προκλήθηκε στο πολυκατάστημα της Αθήνας «Κ. Μαρούση» θα γράψουν μία από τις μελανότερες σελίδες στην ιστορία της χώρας μας.
Τριάντα τρία χρόνια πίσω, στις 10 Ιανουαρίου του 1991, μία μόλις ημέρα μετά τη δολοφονία του καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα στην Πάτρα, στην Αθήνα διεξάγονται σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ των αστυνομικών και νεαρών διαδηλωτών και τέσσερις άνθρωποι βρίσκονται νεκροί στο κτίριο του «Κ. Μαρούση».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το πολυνομοσχέδιο που έφερε αναβρασμό
Στις 11 Απριλίου 1990 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αναλαμβάνει τα ηνία της χώρας και είναι αποφασισμένος να επιβάλει μια σειρά από σημαντικές μεταρρυθμίσεις σε διάφορους τομείς, ανάμεσά τους και σε αυτόν της Παιδείας.
Ο τότε υπουργός Παιδείας, Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, ανακοινώνει το φθινόπωρο του 1990 πως θα καταθέσει άμεσα ένα πολυνομοσχέδιο που προέβλεπε μεταξύ άλλων την λειτουργία ιδιωτικών ΑΕΙ, την κατάργηση της δωρεάν παροχής συγγραμμάτων, την επιβολή χρονικού ορίου στις σπουδές, τον πιθανό περιορισμό του πανεπιστημιακού ασύλου, την επιβολή ομοιόμορφης ενδυμασίας σε λύκεια και γυμνάσια και άλλα.
Στον χώρο της παιδείας επικρατεί μεγάλος αναβρασμός καθώς εκπαιδευτικοί και μαθητές εναντιώνονται στο νομοσχέδιο. Το θεωρούν συντηρητικό και αναχρονιστικό. Η εκπαιδευτική κοινότητα εξαγγέλλει κινητοποιήσεις μέχρι την τελική απόσυρσή του με φοιτητές και μαθητές να είναι στο πλευρό τους.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Σχεδόν αμέσως ξεσπά ένα πρωτοφανές κύμα καταλήψεων σε Γυμνάσια και Λύκεια, αλλά και μαζικές κινητοποιήσεις σε κάθε πόλη μαζί με συγκρούσεις διαδηλωτών και αστυνομίας.
Πηγή φωτογραφία: Eurokinissi
Ο πρόεδρος της τοπικής ΟΝΝΕΔ και δημοτικός σύμβουλος, Γιάννης Καλαμπόκας και άλλα μέλη της ΟΝΝΕΔ, κρατώντας λοστούς και ρόπαλα, πραγματοποιούν έφοδο στο υπό κατάληψη Σχολικό Συγκρότημα 3ου και 7ου Γυμνασίου και Λυκείου Πάτρας, με στόχο να «σπάσουν» την κατάληψη.
Το βράδυ της 8ης προς 9η Ιανουαρίου 1991, ο καθηγητής μαθηματικών σε Λύκειο της Πάτρας, και στέλεχος του Εργατικού Αντιμπεριαλιστικού Μετώπου (ΕΑΜ), Νίκος Τεμπονέρας, δέχεται δολοφονικό χτύπημα με σιδερολοστό στο κεφάλι από τον Γιάννη Καλαμπόκα. Λίγη ώρα αργότερα, θα ανακοινωθεί ο θάνατος του εκπαιδευτικού.
Η φονική πυρκαγιά και οι τέσσερις νεκροί
Η είδηση της δολοφονίας του καθηγητή στην Πάτρα μεταδίδεται με την ταχύτητα της αστραπής και η οργή ξεχειλίζει. Πραγματοποιούνται πορείες στη διάρκεια των οποίων σημειώνονται συγκρούσεις, ενώ ειδικά στην Πάτρα τα επεισόδια είναι γενικευμένα.
Στην Αθήνα το μεγάλο ραντεβού δίνεται το μεσημέρι της επόμενης ημέρας, 10 Ιανουαρίου 1991. Πριν ξεκινήσει η πορεία, η οργή ξεσπά και σημειώνονται επεισόδια που λαμβάνουν μεγάλες διαστάσεις. Αργά το απόγευμα μία μεγάλη πυρκαγιά ξεσπά στο πολυκατάστημα «Κ. Μαρούσης» στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου και Θεμιστοκλέους και οι εγκλωβισμένοι ψάχνουν απεγνωσμένα διέξοδο.
Ένας 22χρονος που είχε επισκεφθεί το κατάστημα του πατέρα του ανέφερε στα «Νέα» εκείνης της εποχής: «Φλόγες τύλιξαν τη σκάλα που ήταν και η μόνη μας διέξοδος. Μέσα σε δευτερόλεπτα έκαιγα ολόκληρος και όταν ανέπνεα νόμιζα ότι κατάπινα κάρβουνο. Νόμιζα ότι ήλθε το τέλος. Εκείνη την ώρα στο παράθυρο εμφανίστηκαν οι πυροσβέστες με μια σκάλα…».
Τέσσερις άνθρωποι δεν θα τα καταφέρουν, θα πεθάνουν από ασφυξία και εγκαύματα μέσα στο κτίριο. Όταν η φωτιά σβήνει οι πυροσβέστες εντοπίζουν νεκρούς τον 32χρονο επιχειρηματία Περικλή Ρεπάπη, τον 57χρονο δικηγόρο Μανώλη Κοντόπουλο και τον 59χρονο χρυσοχόο Γιάννη Μεμετζίδη. Ένα ακόμα άτομο θα βρεθεί απανθρακωμένο αλλά η σορός του δεν θα αναγνωριστεί ποτέ.
Σε ό,τι αφορά τη φονική φωτιά στο «Κ. Μαρούσης», δεκάδες μάρτυρες κατέθεσαν πως προκλήθηκε από ρίψη δακρυγόνου με τα ειδικά τουφέκια που διαθέτουν τα ΜΑΤ. Η υπηρεσιακή ΕΔΕ της αστυνομίας, ωστόσο έκλεισε την υπόθεση, κάνοντας λόγο για «εμπρησμό του κτιρίου από αναρχικούς».
Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, έξι χρόνια αργότερα, όμως, χαρακτήρισε την πυρκαγιά «βομβιστική ενέργεια» και αποδόθηκε είτε σε ρίψη βόμβας μολότοφ από τους αναρχικούς, είτε σε ρίψη δακρυγόνων από τους αστυνομικούς, αφήνοντας ανοιχτό για πάντα το τι πραγματικά συνέβη.
«Εγώ ήμουν μέχρι τις 18:00 στο κατάστημα. Κάποια στιγμή που άρχισαν οι συμπλοκές, έφυγα να πάω στο εργοστάσιο να πάρω νοβοπάν για να προστατεύσω το μαγαζί που ήταν στο ισόγειο. Στο διάστημα αυτό, μου είπαν ότι πήρε φωτιά. Ο κόσμος είχε εγκλωβιστεί στους πάνω ορόφους από τους καπνούς. Έγινε παρανάλωμα του πυρός. Το μαγαζί κάηκε ολοσχερώς» περιγράφει ο Δημήτρης Μαρούσης, γιου του ιδιοκτήτη του καταστήματος «Κ. Μαρούσης» σε κυριακάτικη εφημερίδα αρκετά χρόνια μετά.