Κρίθηκε ότι οι θέσεις αυτές των κρατικών φορέων είναι πολιτικής εμπιστοσύνης.
Ειδικότερα, η Ολομέλεια ΑΠ έκρινε με μειοψηφία 9 μελών ότι είναι συνταγματικές οι διατάξεις των άρθρων 10 και 11 του νόμου 3260/2004 που προβλέπουν την αυτοδίκαιη λήξη των συμβάσεων ιδιωτικού δικαίου, χωρίς την πρόβλεψη οποιασδήποτε αποζημιώσεως.
Η επίμαχη νομοθετική ρύθμιση προβλέπει τη λήξη «των συμβάσεων προσώπων που προσελήφθησαν από δημόσιες υπηρεσίες και νομικά πρόσωπα, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας για ορισμένο χρόνο ως μονομελή όργανα διοίκησης (μεταξύ των άλλων και οι γενικοί διευθυντές, διευθυντές ή προϊστάμενοι υπηρεσιών), χωρίς την καταβολή της αποζημιώσεως που τα συμβαλλόμενα μέρη» (εργοδότης-εργαζόμενος) συμφώνησαν για την περίπτωση πρόωρης λύσης της συμβάσεως.
Οι αρεοπαγίτες έκριναν ότι με τον νόμο Παυλόπουλου έγινε αυτοδίκαιη λήξη των συμβάσεων κρατικών φορέων δια μέσου των οποίων ασκείται κυβερνητική πολιτική.
Σύμφωνα με τις αποφάσεις της Ολομέλειας του ΑΠ, η αντικατάσταση των προσώπων αυτών, «υπαγορεύθηκε προεχόντως από λόγους πολιτικής εμπιστοσύνης, όπως συμβαίνει ύστερα από μια κυβερνητική μεταβολή, όποτε εκτιμάται ότι πρόσωπα που έχουν επιλεγεί και προσληφθεί με βασικό κριτήριο την, προς αυτά, εμπιστοσύνη μιας συγκεκριμένης πολιτικής ηγεσίας βρίσκονται σε δυσχέρεια να εξακολουθήσουν την άσκηση των καθηκόντων τους και να συνεργαστούν με τη νέα πολιτική ηγεσία, μετά την αποχώρηση εκείνου που τα είχε επιλέξει».
Την Ολομέλεια του ΑΠ την απασχόλησε περίπτωση διευθύνοντος συμβούλου του Οργανισμού Λιμένος Βόλου, που εργαζόταν με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, ο οποίος απολύθηκε κατ’ εφαρμογή του Ν. 3260/2004, χωρίς την καταβολή αποζημίωσης.
Οι αρεοπαγίτες έκριναν ότι ο Οργανισμός Λιμένος Βόλου είναι ΝΠΙΔ ελεγχόμενο από το Δημόσιο και «αποτελεί φορέα άσκησης της εκάστοτε κυβερνητικής πολιτικής στον τομέα ευθύνης νομικού προσώπου που συντάσσεται στην εθνική οικονομία» και ο διευθύνων σύμβουλος «αποτελούσε κύριο εκφραστή της εν λόγω πολιτικής δια μέσου της εταιρικής δραστηριότητας».
Αναφέρεται στην δικαστική απόφαση ότι ο διευθύνων σύμβουλος όταν προσελήφθηκε «κυριαρχικό ρόλο διαδραμάτισε η, προς το πρόσωπο του, εμπιστοσύνη της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας η οποία είχε την διακριτική ευχέρεια της επιλογής του χωρίς οποιοδήποτε έλεγχο από ανεξάρτητη αρχή». Εξάλλου, προσθέτουν οι αρεοπαγίτες και ο διευθύνων σύμβουλος γνώριζε από την αρχή ότι πρόκειται για θέση πολιτικής εμπιστοσύνης.
Υπενθυμίζεται ότι αντίθετες εισηγήσεις είχαν κάνει ενώπιον της Ολομέλειας του ΑΠ, ο τέως εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννης Τέντες και η σημερινή εισαγγελέας Ευτέρπη Κουτζαμάνη.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Δημόσιο: θα “μετράει” περισσότερο η συνέντευξη από τα πτυχία!
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ