Για την αναμέτρησή του με το θάνατο (στα χρόνια των δημοκρατικών του αγώνων) έγραφε ο λογοτέχνης, Χρόνης Μίσσιος στο αφήγημά του «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» (1985).
Η τελευταία σελίδα αυτής της αναμέτρησης γράφτηκε σήμερα το μεσημέρι, με την κηδεία του συγγραφέα και αγωνιστή από το νεκροταφείο στο Μικροχώρι Καπανδριτίου Αττικής.
Τον συγγραφέα συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία, υπό καταρρακτώδη βροχή, μεταξύ άλλων ο υπουργός Δικαιοσύνης, Αντώνης Ρουπακιώτης, ο βουλευτής της ΔΗΜΑΡ, Σπύρος Λυκούδης, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, Μανόλης Γλέζος και Νίκος Βούτσης, ο γραμματέας της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του Συνασπισμού, Δημήτρης Βίτσας, οι πρώην βουλευτές Πέτρος Κουναλάκης και Φοίβος Ιωαννίδης, ο πρώην υπουργός, Θοδωρής Ρουσόπουλος, καθώς και πολύ φίλοι και συναγωνιστές του, προερχόμενοι από όλες τις γενιές της Αριστεράς.
Στεφάνια απέστειλαν ο αναπληρωτής υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Κώστας Τζαβάρας, ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Φώτης Κουβέλης, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, ο Μίκης Θεοδωράκης και η Εταιρεία Συγγραφέων.
Γεννημένος στην Καβάλα το 1930, ο Χρόνης Μίσσιος μετακόμισε με την οικογένειά του στη Θεσσαλονίκη σε ηλικία έξι ετών, λόγω πολιτικών διώξεων. Οργανώθηκε νωρίς στην Αριστερά και στην περίοδο της Κατοχής πήρε μέρος στην Αντίσταση. Το 1947 συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο και ακολούθως βρέθηκε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης μέχρι το 1962. Με την απελευθέρωσή του οργανώθηκε στη Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη, στην οποία υπήρξε στέλεχος. Συνιδρυτής του ΠΑΜ μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967, συνελήφθη και φυλακίστηκε μέχρι το 1973.
Το πρώτο λογοτεχνικό κείμενο που εξέδωσε ήταν το αφήγημα «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς», ενώ ακολούθησε το πεζογράφημα «Χαμογέλα, ρε… Τι σου ζητάνε;» (1988) και τα μυθιστορήματα «Τα κεραμίδια στάζουν» (1991), «Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι» (1996) και «Ντομάτα με γεύση μπανάνας» (2001).
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πέθανε ο Χρόνης Μίσσιος