Με χειροπέδες στα χέρια βγήκαν, σχεδόν μια ώρα αφού έφτασαν στο κτίριο 16 της Ευελπίδων, οι γονείς της μικρής Μαρίας Ειρήνης Πρίντεζης, του κοριτσιού που εξαφανίστηκε το μεσημέρι της Κυριακής του Πάσχα από τη μάντρα που διατηρεί ο παππούς της στο Σκαραμαγκά και όπου η οικογένειά της είχε συγκεντρωθεί για να γιορτάσει την ημέρα της Λαμπρής. Η μικρή Μαρία βρέθηκε σχεδόν 20 ώρες αργότερα από έναν λιμενικό και δυο γυναίκες, να περιπλανιέται στη λεωφόρο Καβάλας, στο ύψος της Αφαίας Χαϊδαρίου.
Ο πατέρας και η μητέρα του παιδιού κρατήθηκαν από το μεσημέρι της Δευτέρας του Πάσχα, αφού βρέθηκε η 3,5 ετών Μαρία, και το πρωί της Τρίτης οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα για να απολογηθούν. Σε βάρος τους είχε σχηματιστεί από την πρώτη στιγμή δικογραφία για έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο. Σχεδόν μια ώρα αφού μπήκαν στο γραφείο του εισαγγελέα, βγήκαν αλλά με χειροπέδες στα χέρια, αφού ο εισαγγελικός λειτουργός φάνηκε πως ήθελε να εξαντλήσει την αυστηρότητά του.
Σε βάρος τους ασκήθηκε ποινική δίωξη για έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο κατά συναυτουργία σε βαθμό πλημμελήματος και παραπέμφθηκαν να δικαστούν στο Αυτόφωρο Μονομελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας. Σύμφωνα με πληροφορίες οι γονείς υποστήριξαν ενώπιον του εισαγγελέα ότι το άφησαν για πολύ λίγο διάστημα μόνο του και κάποιος το άρπαξε.
Οι δυο γονείς πρέπει να περάσουν αυτόφωρο αλλά επειδή σήμερα έχει μεταφερθεί η αργία της Πρωτομαγιάς, κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατό. Έτσι, θα κρατηθούν στη ΓΑΔΑ έως το πρωί της Τετάρτης όταν θα οδηγηθούν στο αυτόφωρο μονομελές για να δικαστούν. Αλλά επειδή οι δικηγόροι συνεχίζουν την απεργία τους, αναμένεται η δίκη τους να αναβληθεί και τότε θα αφεθούν ελεύθεροι για να δουν το παιδί τους.
Όλα αυτά ενώ πλέον απομακρύνεται το ενδεχόμενο η εξαφάνιση της μικρής Μαρίας την ημέρα του Πάσχα να είναι απόπειρα απαγωγής. Οι συνθήκες της εξαφάνισης του μικρού παιδιού παραμένουν αδιευκρίνιστες αλλά όλα οδηγούν στο συμπέρασμα πως το κοριτσάκι απομακρύνθηκε μόνο του από τους γονείς του και στη συνέχεια χάθηκε.
Σύμφωνα με αρμόδιο αξιωματικό της Ασφάλειας Αττικής, που ερευνά την υπόθεση, η εξαφάνιση της μικρής δεν φαίνεται να σχετίζεται με «εξωτερικό παράγοντα». Να μην την πήρε δηλαδή κάποιος από το σημείο όπου βρισκόταν με την οικογένειά της και να την άφησε στη λεωφόρο Καβάλας, στο ύψος του Χαϊδαρίου στην περιοχή Αφαία, όπου βρέθηκε περίπου στις 12:50 το μεσημέρι της Δευτέρας του Πάσχα (02.05.2016) από δύο γυναίκες και έναν λιμενοφύλακα, να περιπλανάται κλαίγοντας. Ο παππούς της, πάντως, λίγες ώρες αφού είχε βρεθεί, είχε ξεκάθαρα μιλήσει για απόπειρα απαγωγής, λέγοντας κιόλας πως υποπτεύεται ποιος μπορεί να το έκανε.
Το κοριτσάκι, που αρχικά μεταφέρθηκε στο αστυνομικό τμήμα Χαϊδαρίου πριν την πάνε στο Παίδων για εξετάσεις, είπε στον παιδοψυχολόγο που της μίλησε πως έφυγε μόνη της γιατί έψαχνε ένα πόνι που έχει ο παππούς της στη μάντρα που διατηρεί στο Σχιστό και μετά δεν μπορούσε να γυρίσει στη μαμά και τον μπαμπά της.
“Κάποια στιγμή κατάλαβα ότι έχω χαθεί. Φώναζα τους γονείς μου άλλα δεν με άκουγαν. Φοβόμουν, κρύωνα και έτρεμα το βράδυ. Κοιμήθηκα στο δάσος… Βρήκα το δρόμο και βγήκα εκεί, μήπως με βρουν οι γονείς μου”, φέρεται να είπε το παιδί. Επίσης, σε αστυνομικούς και τον ψυχολόγο της ΕΛ.ΑΣ. , οι οποίοι συζήτησαν μαζί της διακριτικά, η μικρή δεν ανέφερε τίποτα για τρίτο άτομο, αυτοκίνητο, ή κάτι άλλο που να αφήνει υπόνοιες για απαγωγή.
Το κοριτσάκι μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο προληπτικά για εξετάσεις, καθώς από την εξέτασή του και από ιατροδικαστή δεν διαπιστώθηκε κακοποίηση ή κάτι άλλο σοβαρό για την υγεία του, πέρα από την εμφανή ταλαιπωρία του και τις γρατζουνιές στα χέρια και στα πόδια οι οποίες, όπως εκτιμάται, προκλήθηκαν από τα χόρτα και τα κλαδιά της περιοχής. Επίσης έχει γρατζουνιές στο πρόσωπο και πάλι από την ίδια αιτία, γι’ αυτό εκτιμάται ότι πιθανόν κοιμήθηκε τη νύχτα κάπου στα χωράφια.