Η Ζώμινθος (Ζόμινθος ή Ζόμιθος), είναι οροπέδιο στους πρόποδες του Ψηλορείτη (Ιδαίον Όρος) της Κρήτης. Βρίσκεται δυτικά του χωριού Ανώγεια, στη διαδρομή από την Κνωσσό προς το Ιδαίον Άντρον, την ιερή σπηλιά κοντά στην κορυφή της Νίδας. Η τοποθεσία έγινε γνωστή λόγω του μεγάλου κτιρίου της μινωικής εποχής που βρέθηκε εκεί. Μέσα στον αρχαιολογικό χώρο, 30 μέτρα από την είσοδο, βρίσκεται ένας μεγάλος κράταιγος.
Το δέντρο έχει ύψος 12 μέτρα, σε αντίθεση με τους περισσότερους κράταιγους που είναι θάμνοι ή μικρά δέντρα, και έχει χαρακτηριστεί μνημείο της Φύσης. Γύρω από τον κορμό του έχει κατασκευαστεί χαμηλό πέτρινο τοιχίο, ύψους 0,50μ.
Το 1982, έπειτα από μία τυχαία συνομιλία που είχε με ένα βοσκό, ο αρχαιολόγος Γιάννης Σακελλαράκης ανακαλύπτει τη μινωική εγκατάσταση της Ζωμίνθου, σε υψόμετρο 1.187 μέτρων. Οι συστηματικές ανασκαφές όμως θα ξεκινήσουν αργότερα. Ως σήμερα, κι ενώ το ανασκαφικό έργο βρίσκεται σε εξέλιξη, έχει αποκαλυφθεί το “κεντρικό κτίριο”.
Πρόκειται για ένα οικοδόμημα διώροφο (ή ίσως και τριώροφο) έκτασης 1.360 τ.μ. με προσανατολισμό από Βορρά προς Νότο, το οποίο είναι κτισμένο με την τοπική γκρίζα πέτρα. Η χρήση αυτού του οικοδομικού υλικού διαφοροποιεί το κτίριο αυτό από τα ανάκτορα της Φαιστού και της Κνωσσού, τα οποία είναι χτισμένα από πωρόλιθο, αλλά ταυτόχρονα βοηθά στην καλύτερη διατήρησή του. Είναι ένα τεράστιο και πολυτελές κτίριο (αφού αποτελείται από περίπου 80 δωμάτια, ανάμεσα στα οποία αποθήκες κι εργαστήρια), και είναι η πρώτη μινωική εγκατάσταση στα βουνά.
Όλα δείχνουν ότι πρόκειται για σημαντικό οικονομικό, θρησκευτικό και παραγωγικό κέντρο. Σύμφωνα με τις ως τώρα ενδείξεις στο κτίριο της Ζωμίνθου έχουν εντοπιστεί τρεις χρονικές φάσεις. Η πρώτη συμπίπτει με την ίδρυσή του περίπου το 1900 π.Χ., η δεύτερη περίπου το 1600 π.Χ. με την ακμή του και αργότερα με την καταστροφή του από το σεισμό της Θήρας, και τέλος κατά το 1400 π.Χ. με ένα άλλο οικοδόμημα σε μικρή απόσταση κτισμένο από τους μυκηναίους. Μετά το σεισμό, ακολούθησε πυρκαγιά κι έτσι προκλήθηκε η κατάρρευση των ορόφων του κτίσματος.
Στην ανασκαφή συμμετέχουν επιστήμονες πολλών διαφορετικών κλάδων από πολλές χώρες (αρχαιολόγοι, τοπογράφοι, αρχαιοζωολόγοι, αρχαιοβοτανολόγοι, παλαιογεωγράφοι, αρχιτέκτονες κ.α.), και αυτή η διεπιστημονική ομάδα μελετώντας το έδαφος και το υπέδαφος της περιοχής προσπαθεί να πετύχει την εικονική αναπαράσταση της φύσης κατά τη μινωική εποχή.
Η Ζώμινθος στη Μυθολογία
Σύμφωνα με τον Όμηρο ο Μίνωας ανέβαινε κάθε εννέα χρόνια στο ιερό Ιδαίον Άντρον του Ψηλορείτη (όπου είχε γεννηθεί ο Δίας) προκειμένου να πάρει από το θεό τους νόμους για να κυβερνήσει. Μαζί του ανέβαιναν και οι Μινωίτες ως προσκυνητές. Ο συντομότερος δρόμος προς το ιερό σπήλαιο του Ιδαίου Δία είναι αυτός της Κνωσσού, ο οποίος περνάει από τη Ζώμινθο.
Ο αρχαιολόγος Σακελλαράκης πιστεύει ότι το κτίριο της Ζωμίνθου ήταν ένας σταθμός προς το Ιδαίον Αντρον και ότι εάν όντως ισχύει ο μύθος για τον Μίνωα, το ερώτημα είναι αν ο μεγάλος σεισμός που κατέστρεψε τη Ζώμινθο έγινε τον πρώτο χρόνο ή τον τελευταίο. Με άλλα λόγια αν στη Ζώμινθο προετοίμαζαν την υποδοχή του βασιλιά έχοντας γεμάτες τις αποθήκες τους ή αν είχε ήδη περάσει και φύγει, παίρνοντας μαζί του όλα τα αγαθά. Αυτό που εμείς γνωρίζουμε είναι ότι η λατρεία του Κρηταγενούς Δία συνεχίστηκε κατά την ελληνική αλλά και τη ρωμαϊκή εποχή της Κρήτης. Αυτό αποδεικνύεται καθώς από τα πολλά λυχνάρια και αναθήματα που βρέθηκαν στο Ιδαίον Άντρον τα τελευταία χρονολογούνται στην εποχή του Ιουλιανού.
Ανασκαφές
Νέες εντυπωσιακές εισόδους στο μινωικό ανάκτορο της Ζωμίνθου στον Ψηλορείτη αποκάλυψε πρόσφατη ανασκαφή από την Επίτιμη Διευθύντρια Αρχαιοτήτων Δρα ‘Εφη Σαπουνά Σακελλαράκη. Νέα στοιχεία προέκυψαν και για την εσωτερική διαρρύθμιση του συγκροτήματος και την αρχιτεκτονική του (κλίμακες, πλούσιος διάκοσμος) ενώ πλήθος ήταν και τα ευρήματα από την έρευνα στο εσωτερικό του και στα δωμάτιά του, όπου μεταξύ άλλων εντοπίσθηκε ένα ιδιαίτερα σπάνιο νόμισμα Μάρκου Αυρηλίου (161- 180 μ.Χ.). Όλα αυτά είναι μάλιστα στοιχεία που υποδηλώνουν την σπουδαιότητα αυτού του τεράστιου, λαβυρινθώδους κτιρίου, εδραιώνοντας τις απόψεις για τον χαρακτήρα του σε υψόμετρο 1200 μέτρων.
Δύο είναι οι νέες είσοδοι, εκ των οποίων η πρώτη στην Βορειοανατολική γωνία του ανακτόρου είναι ιδιαίτερα προσεγμένη διαθέτοντας και προθάλαμο με θρανία στις δύο πλευρές του. H είσοδος αυτή οδηγεί μέσω ενός μεγάλου διαδρόμου στο σπουδαίο ιερό της ανατολικής πτέρυγας στο οποίο έχουν αποκαλυφθεί ήδη βαθμιδωτός βωμός και βόθρος.
Κατά την ανασκαφική έρευνα εντοπίσθηκε και η είσοδος της Νοτιοανατολικής γωνίας, η οποία όμως δυστυχώς δεν σώζεται σε καλή κατάσταση, καθώς υπέστη πολλές μετασκευές στα μεταγενέστερα χρόνια (Μυκηναϊκά και Ρωμαϊκά) αλλά και μεγάλη καταστροφή λόγω των αρχαιοκαπηλικών δράσεων της δεκαετίας του ’60. Φαίνεται ωστόσο, πως ήταν μεγαλοπρεπέστατη, οδηγώντας με κλίμακες, που ξεκινούσαν από το κατώτερο επίπεδο του λόφου, όπου είναι κτισμένο το ανάκτορο, στην Κεντρική αυλή του. Και οι δύο είσοδοι πάντως αποτελούν διαφορετικούς τύπους από αυτόν της κεντρικής βόρειας εισόδου, η οποία αρχιτεκτονικά είναι λιγότερο σύνθετη.
Διοικητικό κέντρο
Αξίζει να σημειωθεί ότι το σχετικά μεγάλο υψόμετρο, με τις ιδιαίτερες καιρικές συνθήκες -κρύο και χιόνια το χειμώνα- δεν αποτέλεσε εμπόδιο για την μόνιμη κατοίκηση από τους Μινωίτες, άρα μπορούμε πιθανόν με ασφάλεια να υποθέσουμε ότι οι Μινωίτες στη Ζώμινθο είχαν αναπτύξει την τεχνολογία για να επιβιώσουν σε αυτές τις εξαιρετικά ακραίες καιρικές συνθήκες.
Η ιδιαιτερότητα της Ζωμίνθου έχει να κάνει με το ότι πρόκειται για μια αρχαιότατη μινωική πόλη στα βουνά, και είναι μάλιστα ο μόνος ανασκαμμένος ορεινός μινωικός οικισμός. Η προσεγμένη κατασκευή των κτιρίων, αλλά και τα σπουδαία ευρήματα από την ανασκαφή υποδηλώνουν μάλιστα ότι πρόκειται για μία μινωική πολιτεία: βιοτεχνικό, θρησκευτικό αλλά πιθανόν και διοικητικό κέντρο.
Οι τοίχοι που είναι χτισμένοι με πέτρα της περιοχής ήταν επιχρισμένοι με πηλό και διακοσμημένοι με τοιχογραφίες. Επίσης κατά την συνεχιζόμενη ανασκαφή αποκαλύπτονται πλήθος χρηστικών αντικειμένων, κοσμήματα, πήλινα αντικείμενα κ.ά.