Ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιακών παθήσεων αυξάνεται εάν οι ασθενείς αντιμετωπίζουν κάποια αυτοάνοση διαταραχή. Τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου, επιβεβαιώνει μια νέα μεγάλη διεθνής επιδημιολογική έρευνα.
Η έρευνα μάλιστα, αποκαλύπτει ότι ο αυξημένος κίνδυνος καρδιακών παθήσεων, αφορά ιδίως τους νεότερους ασθενείς.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Περίπου το 10% του πληθυσμού στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ έχουν διαγνωστεί με μία ή περισσότερες αυτοάνοσες διαταραχές, όπως ρευματοειδή αρθρίτιδα, ψωρίαση, συστημική σκλήρυνση, ερυθηματώδη λύκο, διαβήτη τύπου 1 κ.α.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρ. Ναταλί Κόνραντ του Καθολικού Πανεπιστημίου της Λουβέν, οι οποίοι έκαναν ανακοίνωση στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας στη Βαρκελώνη και σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet», βρήκαν ότι οι ασθενείς με αυτοάνοση πάθηση έχουν – ανάλογα με τη συγκεκριμένη νόσο – 1,4 έως 3,6 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου, σε σχέση με τους ανθρώπους χωρίς αυτοάνοση διαταραχή. Ο αυξημένος κίνδυνος είναι ανάλογος της αύξησης του καρδιαγγειακού κινδύνου, λόγω ύπαρξης διαβήτη τύπου 2.
Η μελέτη εκτιμά ότι ως ομάδα οι 19 αυτοάνοσες διαταραχές που μελετήθηκαν, ευθύνονται για το 6% περίπου των καρδιαγγειακών περιστατικών. Ο κίνδυνος δεν αφορά μόνο την κλασσική στεφανιαία νόσο, αλλά όλο το καρδιαγγειακό φάσμα, όπως καρδιοπάθειες λόγω λοίμωξης, φλεγμονή καρδιάς, θρομβοεμβολικές και εκφυλιστικές παθήσεις της καρδιάς.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι, από πλευράς παθοφυσιολογίας, οι υποκείμενοι μηχανισμοί για τη σχέση αυτοάνοσων διαταραχών και καρδιαγγειακού κινδύνου δεν έχουν ακόμη κατανοηθεί καλά. Η κυρίαρχη υπόθεση, όπως είπαν, είναι ότι η χρόνια και συστημική φλεγμονή, που είναι ο κοινός παρονομαστής στις αυτοάνοσες διαταραχές, μπορεί να πυροδοτήσει διάφορες καρδιαγγειακές παθήσεις.