Σύμφωνα με τη μελέτη, οι ΑΠΕ αποτελούν ακόμα μικρό μέρος της καθαρής εγχώριας παραγωγής ενέργειας, φθάνοντας περίπου το 5% το 2011. Ο Ν. 3851/2010 έχει επιταχύνει τις διαδικασίες αδειοδότησης. Έτσι, η συνολική εγκατεστημένη ισχύς των σταθμών ΑΠΕ στην Ελλάδα ενισχύθηκε σημαντικά, υπερβαίνοντας το 2011 τα 2.500 MW (+44% από το 2010). Συνολικά, κατά τη διάρκεια του έτους προστέθηκαν επιπλέον 770 MW.
Τα φωτοβολταϊκά συστήματα εμφάνισαν τη μεγαλύτερη άνοδο, πολλαπλασιάζοντας την ισχύ τους στα 626 MW, από 198 MW το 2010.
Άνοδος καταγράφηκε και στον τομέα των αιολικών πάρκων, ο οποίος διατηρεί την κυρίαρχη θέση στον κλάδο, με τη συνολική ισχύ να ανέρχεται σε 1.636 MW (2/3 του συνόλου), από 1.300 MW το 2010 (+26%).
Ενδεικτικό της ανάπτυξης της αγοράς αποτελεί το υψηλό μέγεθος σε ισχύ των συμβάσεων αγοραπωλησίας στο τέλος του 2011: 2.530 MW, έναντι 1.670 MW πριν από ένα χρόνο (+185%). Επιπλέον, η ισχύς των αδειών εγκατάστασης διαμορφώθηκε σε 1.840 MW (+10%), ενώ των αδειών παραγωγής σε 2.600 MW (+51%).
Στη μελέτη της Hellastat αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 206 επιχειρήσεων. Όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα της μελέτης, παρά το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον, το 2011 υλοποιήθηκαν αρκετά έργα κατασκευής νέων μονάδων ΑΠΕ, κάτι που διαφαίνεται και στην επιτάχυνση του ρυθμού ανόδου της αγοράς. Ειδικότερα, ο κύκλος εργασιών του δείγματος αυξήθηκε κατά 36,8%, στα 635,61 εκατ. ευρώ, με το 65% των επιχειρήσεων να εμφανίζουν βελτιωμένα έσοδα έναντι του 2010.
Θετικό θεωρείται, σύμφωνα με τη Hellastat, το γεγονός ότι το 85% και 72% των εταιρειών κατατάχθηκαν στο κερδοφόρο τμήμα αναφορικά με τα κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (ΚΠΤΦΑ) και κέρδη προ φόρων (ΚΠΦ) αντίστοιχα. Το περιθώριο μικτού κέρδους συνέχισε την ανοδική του πορεία, φθάνοντας στο 49,3%, ενώ τα περιθώρια ΚΠΤΦΑ και ΚΠΦ ενισχύθηκαν σε 58,6% και 20% αντίστοιχα.
Ο δείκτης κεφαλαιακής μόχλευσης είναι ιδιαίτερα χαμηλός (0,8 προς 1) ενώ η ικανότητα κάλυψης τόκων βελτιώθηκε οριακά στις 3,9 φορές. Ο εμπορικός κύκλος σχηματίστηκε στις -56 ημέρες, με τις εταιρείες να απολαμβάνουν του πλεονεκτήματος της επαρκούς πίστωσης των προμηθευτών. Τέλος η αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων (RoE) διαμορφώθηκε στο 7,7%, συνεχίζοντας την ανοδική της πορεία.