Επιπλέον, υπάρχει ανησυχία ότι ο αριθμός των καταναλωτών με αδυναμία πρόσβασης σε πηγές ενέργειας λόγω οικονομικής δυσχέρειας θα αυξηθεί μέσα στα επόμενα 20 χρόνια.
Τα ευρήματα μελέτης της PwC για τις προοπτικές στον παγκόσμιο κλάδο παροχής ηλεκτρικής ενέργειας (Global Power & Utilities report – «The shape of power to come»), προέκυψαν από τις απόψεις στελεχών 72 εταιρειών παροχής ηλεκτρικής ενέργειας που λειτουργούν σε 43 χώρες.
Με τη ζήτηση της ηλεκτρικής ενέργειας να αναμένεται να αυξηθεί από 17.200 TWh το 2009 σε 31.700 TWh το 2035, οι μονάδες με βάση το φυσικό αέριο είναι πρώτες στη λίστα των επενδυτικών προτεραιοτήτων σε διπλάσιο ποσοστό από αυτό των επενδύσεων για μονάδες με βάση την πυρηνική ενέργεια ή τις λιγνιτικές μονάδες. Παρ’ όλα αυτά, οι ερωτηθέντες υποστηρίζουν ότι δεν πρόκειται να αλλάξει δραστικά η υπάρχουσα ενεργειακή ισορροπία, με το μερίδιο του φυσικού αερίου να αναμένεται να αυξηθεί από 29% που είναι σήμερα σε 33% το 2030.
Σε γενικές γραμμές, οι εταιρείες παροχής ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπουν μεταβολή της σύνθεσης του ενεργειακού μείγματος από 66% ορυκτά καύσιμα και 34% μη ορυκτά καύσιμα που ισχύει σήμερα σε 57% και 43% αντίστοιχα το 2030, γεγονός το οποίο καθιστά πολύ μακρινό το στόχο που έχει τεθεί για τον περιορισμό της ανόδου θερμοκρασίας του πλανήτη.
H αδυναμία ανταπόκρισης των καταναλωτών στο κόστος παροχής ηλεκτρικής ενέργειας έχει ανέβει υψηλότερα στην ατζέντα, με την πλειοψηφία να παραδέχεται ότι το θέμα αυτό αποτελεί θεμελιώδη προβληματισμό για τον κλάδο, αφού ο αριθμός των καταναλωτών που δυσκολεύεται να έχει πρόσβαση σε οικονομικές πηγές ενέργειας να αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά μέσα στα επόμενα 20 χρόνια, ιδιαίτερα στην Ευρώπη και τη Νότιο Αμερική. Τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων θεωρούν ότι η αδυναμία ανάκτησης του κόστους των απαιτούμενων επενδύσεων από τον καταναλωτή θα αποτελέσει εμπόδιο στη δυνατότητα ανταπόκρισης στην αυξανόμενη ζήτηση.
Οι απόψεις για τα έξυπνα δίκτυα και τους έξυπνους μετρητές αντικατοπτρίζουν το κενό που πρέπει να γεφυρωθεί μεταξύ των οικιακών καταναλωτών και των επιχειρήσεων του κλάδου. Το φαινόμενο δυσπιστίας είναι εντονότερο στη Βόρειo Αμερική και την Ευρώπη, όπου το 80% και 74% των ερωτηθέντων αντίστοιχα προβληματίζονται για την αποδοχή αυτών από τους καταναλωτές και θεωρούν ότι αυτό αποτελεί πιθανό εμπόδιο για την πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων των νέων τεχνολογιών.
Η νέα παραγωγική δυναμικότητα που χρειάζεται για να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ζήτηση θα ενισχύσει τον κλάδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με πολλούς ερωτηθέντες- πάνω από το 80% – να πιστεύουν ότι μέχρι το 2030 η αιολική ενέργεια, η βιομάζα καθώς και όλες οι μορφές ηλιακής ενέργειας δεν θα χρειάζονται πια επιδοτήσεις για να είναι ανταγωνιστικές. Γενικά, οι συμμετέχοντες στην έρευνα αναμένουν μια τεράστια ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εκτός των υδροηλεκτρικών ώστε να υπάρξει ανταπόκριση στα σενάρια ενεργειακής ζήτησης για το 2030.