Οι ευρωβουλευτές εκτιμούν πως είναι «αδύνατο» να επικυρώσουν μια ενδεχόμενη συμφωνία για μετά το Brexit εγκαίρως προκειμένου να τεθεί σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου, έπειτα από την υπέρβαση της καταληκτικής ημερομηνίας που είχαν ορίσει για τα μεσάνυχτα της Κυριακής.
Την ίδια ώρα το Brexit, πόσω μάλλον χωρίς εμπορική συμφωνία, προκαλεί δυνατούς τριγμούς μέσα στο, σε σημείο που μπορεί να οδηγήσει στον θρυμματισμό του.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Τα πολιτικά παιχνίδια του Ουεστμίνστερ οδήγησαν στο να χαθεί πολύς χρόνος. Είναι τώρα αδύνατο για το Κοινοβούλιο να αξιολογήσει μια συμφωνία πριν από το τέλος του έτους. Δεν θα εγκρίνουμε κανένα κείμενο, αυτό είναι πολύ σημαντικό», δήλωσε σήμερα ο επικεφαλής της ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάνφρεντ Βέμπερ, στο Twitter.
Προσωρινή συμφωνία και τι σημαίνει
Κρίνοντας πως «δεν πρέπει να επισπευσθεί» μια απόφαση για ένα ενδεχόμενο κείμενο, υποσχέθηκε πως το ημικύκλιο θα παραμείνει ένας «εποικοδομητικός εταίρος» και παρέπεμψε σε «άλλες διαδικασίες» προκειμένου μια ενδεχόμενη συνθήκη να τεθεί σε ισχύ, 10 ημέρες μόνο πριν από την οριστική ρήξη ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Βρετανία.
Μια in extremis συμφωνία μπορεί για παράδειγμα να εφαρμοστεί προσωρινά την 1η Ιανουαρίου, με μια εκ των υστέρων επικύρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Όμως, σύμφωνα με πολλές ευρωπαϊκές πηγές, ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν είναι τεχνικά δυνατό παρά μόνο αν έχει εξευρεθεί ένας συμβιβασμός πριν από τα Χριστούγεννα, χωρίς τον οποίο μια «μη συμφωνία», τουλάχιστον για μερικές ημέρες, μοιάζει αναπόφευκτη.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
click4more: Βρετανία – «Καμπανάκι» από τα Sainsbury’s: Σε λίγο οι ελλείψεις στα σούπερ μάρκετ θα είναι εμφανείς
«Θα υπάρχει πράγματι μια ‘μη συμφωνία’, τεχνική ή όχι, όμως την 1η Ιανουαρίου πρόκειται να υπάρξει εκεί μια μεγάλη απαγκίστρωση, πρέπει να προετοιμαστούμε», προειδοποίησε από την πλευρά της η Γαλλίδα Ναταλί Λουαζό (Renew, φιλελεύθεροι).
Η ομάδα των ευρωβουλευτών που παρακολουθεί τις διαπραγματεύσεις εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επρόκειτο να συνέλθει σήμερα στις 10:45 ώρα Ελλάδας «προκειμένου να αξιολογήσει την κατάσταση και να συζητήσει τα επόμενα στάδια», δήλωσε ο πρόεδρός της, ο Γερμανός Ντέιβιντ ΜακΆλιστερ (ΕΛΚ).
Οι διαπραγματεύσεις, που προσκρούουν κυρίως στο ακανθώδες ζήτημα της πρόσβασης των Ευρωπαίων ψαράδων στα βρετανικά ύδατα, αναμένεται να επαναληφθούν σήμερα.
Μια εμπορική συμφωνία πρέπει να βρεθεί προτού η Βρετανία –η οποία αποχώρησε επισήμως από την ΕΕ στις 31 Ιανουαρίου– βγει από την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά και την τελωνειακή ένωση στις 23:00 ώρα Γκρίνουιτς της 31ης Δεκεμβρίου (01:00 της 1ης Ιανουαρίου 2021, ώρα Ελλάδας).
Σε αντίθετη περίπτωση, οι ανταλλαγές ανάμεσα στην ΕΕ και στο Λονδίνο θα γίνονται βάσει των κανόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, που σημαίνει ότι θα υπάρχουν τελωνειακοί δασμοί και ποσοστώσεις, με βαριές συνέπειες για οικονομίες που ήδη πλήττονται σκληρά από την πανδημία.
“Το Brexit ίσως οδηγήσει στο τέλος του Ηνωμένου Βασιλείου”
«Είναι με βεβαιότητα πιθανόν ότι το Brexit θα οδηγήσει στο τέλος του Ηνωμένου Βασιλείου και, μάλιστα, αυτή είναι εν δυνάμει η πιο πιθανή έκβαση», δηλώνει ο Τζον Σπρίνγκφορντ, υποδιευθυντής του Centre for European Reform (CER).
Με εμπορική συμφωνία ή όχι ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρώπη, η επίπτωση του Brexit θα εντείνει τις τοπικές διαιρέσεις όταν θα γίνει αισθητή. Δηλαδή , από την 1η Ιανουαρίου, όταν η χώρα θα έχει αποσπασθεί από την τελωνειακή ένωση και την ενιαία αγορά, έπειτα από μία μεταβατική περίοδο που εξουδετέρωσε το σοκ, λέει ο Τζον Σπρίνγκφορντ.
Ενωση τεσσάρων εθνών, η χώρα είναι βαθιά διαιρεμένη μετά το δημοψήφισμα του 2016 για το Brexit. Αν η Αγγλία, η πολυπληθέστερη επαρχία του Ηνωμένου Βασιλείου, και η Ουαλία ψήφισαν υπέρ της ρήξης με την Ευρωπαϊκή Ενωση, η Βόρεια Ιρλανδία και η Σκωτία ψήφισαν με μεγάλη πλειοψηφία υπέρ της παραμονής στην ΕΕ.
Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της ανεξαρτησίας αυτών των δύο επαρχιών, το μήνυμα του πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον, που επαναλαμβάνει μετ΄επιτάσεως ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα ευημερήσει όταν θα έχει γυρίσει οριστικά την πλάτη στην Ευρωπαϊκή Ενωση την 1η Ιανουαρίου, δεν έχει απήχηση.
Οι συνέπειες της πανδημίας
Στην Σκωτία, το Brexit ήταν ισχυρός καταλύτης για την επαναφορά στο προσκήνιο του θέματος της ανεξαρτησίας, που είχε διευθετηθεί μετά το δημοψήφισμα για την αυτοδιάθεση του 2014.
Οι συνέπειες της πανδημίας, η οποία έγινε αντικείμενο διαχείρισης σε τοπικό επίπεδο στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενίσχυσε το κίνημα υπέρ της ανεξαρτησίας. Η πρωθυπουργός της Σκωτίας Νίκολα Στέρτζον, υπέρμαχος της ανεξαρτησίας, επαινείται για την στέρεη διαχείριση της κρίσης του κορονοϊού, απέναντι στην τσαπατσούλικη διαχείριση της κρίσης από τον Μπόρις Τζόνσον και την κυβέρνησή του και τροφοδοτεί τις επιθυμίες να κοπεί ο ομφάλιος λώρος.
click4more: Κορονοϊός: Σωρηδόν οι χώρες απαγορεύουν τις πτήσεις από και προς την Βρετανία
«Οι περίοδοι χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης τείνουν να αυξήσουν την πολιτική πόλωση», λέει ο Τζον Σπρίνγκφορντ. «Προσθέστε το Brexit, μία συντηρητική κυβέρνηση πολύ αντιδημοφιλή και η υποστήριξη προς την ανεξαρτησία αυξάνεται περαιτέρω».
Η απόσχιση δεν είχε ποτέ τόσο ρεύμα, όπως δείχνουν οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις στην Σκωτία , στις οποίες το «ναι» στην ανεξαρτησία εξασφαλίζει το 58%, την ώρα που το «όχι» είχε νικήσει με 55% το 2014.
Η Νίκολα Στέρτζον εννοεί να κεφαλαιοποιήσει αυτήν την δημοφιλία για να κερδίσει τις τοπικές βουλευτικές εκλογές τον Μάιο του 2021 και να εντείνει την πίεση επί του Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος έχει κατηγορηματικά απορρίψει το ενδεχόμενο να επιτρέψει την διεξαγωγή νέου δημοψηφίσματος για τη ανεξαρτησία στη Σκωτία.
«Το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας ελπίζει ότι οι εκλογικές του επιδόσεις θα είναι ισχυρές και ότι θα είναι δύσκολο για τον βρετανό πρωθυπουργό να συνεχίσει να αρνείται», σύμφωνα με τον Νίκολα ΜακΓιούαν, καθηγητή Εδαφικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου.
Εντίνεται η πίεση για νέο δημοψήφισμα στην Σκωτία
Τίποτε ωστόσο δεν επιτρέπει την πρόβλεψη ότι ο Μπόρις Τζόνσον θα δεχθεί τελικά την διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησίας. Και μία ανεξάρτητη Σκωτία, ενταγμένη στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως επιθυμεί, θα ήταν αναγκασμένη να εγκαταλείψει την στερλίνα και να υψώσει ένα τείχος με την Αγγλία, ένα σκληρό σύνορο για την διασφάλιση της ακεραιότητας της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς.
Ωστόσο, αυτά τα οικονομικά επιχειρήματα θα μπορούσαν να μην έχουν την αποτρεπτική αξία που είχαν το 2014. «Η Covid και το Brexit έχουν μειώσει την αξιοπιστία της οικονομικής ασφάλειας που παρέχει το Ηνωμένο Βασίλειο», τονίζει ο Νίκολα ΜακΓιούαν.
Δημοψήφισμα στην Βόρεια Ιρλανδία
Στην απέναντι ακτή, το θέμα της επανένωσης της Ιρλανδίας επανέρχεται στο προσκήνιο, περισσότερο από είκοσι χρόνια μετά το τέλος των “Troubles” που αιματοκύλισαν την βρετανική επαρχία της Βόρειας Ιρλανδίας.
Μέχρι την ειρηνευτική συμφωνία του 1998, καθολικοί, υποστηρικτές της επανένωσης και προτεστάντες, υποστηρικτές της παραμονής υπό το βρετανικό στέμμα, συγκρούσθηκαν με μεγάλη βιαιότητα (3.500 νεκροί σε τριάντα χρόνια).
Πολλοί είναι αυτοί που αντιμετωπίζουν αρνητικά την επαναφορά του συνόρου που θα χωρίζει την Δημοκρατία της Ιρλανδίας, μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, από την βρετανική επαρχία, ακόμη και αν Ευρωπαίοι και Βρετανοί επιδιώκουν να καταστήσουν όσο το δυνατόν πιο αόρατο το σύνορο αυτό.
Το Φεβρουάριο, με το επιχείρημα ότι το Brexit άλλαξε τα δεδομένα, η ηγέτις του Σιν Φέιν Μέρι Λου ΜακΝτόναλντ, το κόμμα της οποίας κέρδισε την λαϊκή ψήφο στις εκλογές στην Βόρεια Ιρλανδία, έκανε την εκτίμηση ότι ένα δημοψήφισμα για την επανένωση του νησιού μπορεί να διεξαχθεί σε τρία έως πέντε χρόνια.
Ομως για το Δουβλίνο, βασικό μέλημα του οποίου είναι η ειρήνη, «το σενάριο καταστροφής θα ήταν η οριακή επικράτηση του “ναι” για την επανένωση, προκαλώντας βίαιη αντίδραση των προτεσταντών, ενωτικών», εκτιμά ο Τζον Σπρίνγκφορντ.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ