Η καγκελάριος της Γερμανίας μιλώντας στην Μπούντεσταγκ τόνισε πως “η Γερμανία θέλει -και πρέπει- να υπάρξει ευρωπαϊκή συνολική λύση”, καθώς επίσης ότι “η Ελλάδα θα πρέπει να στηριχτεί”.
Αναφερόμενη στην αυριανή Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κυρία Μέρκελ δεν θέλησε να προκαταλάβει την έκβασή της, καθώς, όπως είπε, υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά μέχρι αύριο, κυρίως σε ό,τι αφορά το άνοιγμα Κεφαλαίων της ενταξιακής διαπραγμάτευσης της Τουρκίας με την Ε.Ε. Διευκρίνισε πάντως ότι η ένταξη της Τουρκίας δεν βρίσκεται αυτή την στιγμή στην ημερήσια διάταξη.
«Αυτή τη στιγμή χωρίς καμία αμφιβολία ωφελούμαστε στην Γερμανία από το γεγονός ότι η προσφυγική ροή – λόγω μονομερών αποφάσεων της Αυστρίας και των χωρών κατά μήκος της Βαλκανικής Διαδρομής – έχει σταματήσει. Αλλά δεν μπορώ να προειδοποιώ αρκετά συχνά να μην παραπλανηθούμε από αυτό. Διότι η πρόσκαιρη ανακούφιση που νιώθουν η Γερμανία και άλλα κράτη-μέλη αυτή την στιγμή είναι η μία πλευρά, αλλά η άλλη πλευρά είναι η κατάσταση στην Ελλάδα και πρέπει να μας ανησυχεί πολύ όλους. Διότι δεν θα μείνει αυτό χωρίς συνέπειες για κανέναν μας στην Ευρώπη», τόνισε η Καγκελάριος στην καθιερωμένη ομιλία της στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο ενόψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και πρόσθεσε ότι «η κατάσταση εκεί δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να διαρκέσει».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το αποφασιστικό ερώτημα, επισήμανε, παραμένει το ίδιο: «Πώς θα καταφέρουμε να μειώσουμε τον αριθμό των προσφύγων, όχι μόνο για κάποιους, αλλά για όλους και μάλιστα βιώσιμα και μόνιμα και χωρίς να αποδυναμωθούν βασικά επιτεύγματα της ζωής μας στην Ευρώπη». Επανέλαβε δε ότι «μόνο με μία πανευρωπαϊκή λύση θα μπορέσουμε να αποτρέψουμε να μετακινηθούν οι προσφυγικές διαδρομές» λόγω του κλεισίματος των εσωτερικών συνόρων και να βρεθούν νέες, πιο επικίνδυνες διαδρομές, από τις οποίες θα ωφεληθούν μόνο οι διακινητές.
«Μόνο με μια πανευρωπαϊκή προσέγγιση μπορούμε να δημιουργήσουμε λύσεις, οι οποίες δεν θα εγκαταλείπουν το τελευταίο κράτος-μέλος στην σειρά, σε αυτή την περίπτωση την Ελλάδα», δήλωσε με έμφαση η κυρία Μέρκελ και υπενθύμισε ότι η Γερμανία πηγαίνει βιώσιμα καλά, μόνο όταν πηγαίνει καλά και η Ευρώπη ως σύνολο. Αναφερόμενη στην βοήθεια που προσφέρεται στην Ελλάδα, χαιρέτισε τις σχετικές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και επισήμανε ότι και η Γερμανία έχει προσφέρει την βοήθειά της σε διμερές επίπεδο και για αυτό βρίσκεται και η ίδια σε στενή επαφή με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, αλλά και οι υπουργοί Εσωτερικών και Εξωτερικών με τους έλληνες ομολόγους τους.
Εξίσου σημαντικό, τόνισε η Καγκελάριος, είναι η Ελλάδα να υλοποιήσει τις δικές της υποχρεώσεις και σε αυτές περιλαμβάνονται η πλήρης λειτουργία των Hotspots και η συνολική καταγραφή όλων των προσφύγων που φθάνουν.
«Έχουμε σημαντική πρόοδο στην καταγραφή, αυτό ισχύει και για την διάθεση καταλυμάτων, έπειτα από πάρα πολλές καθυστερήσεις. Μιλάμε για αυτό από το φθινόπωρο του 2015. Τον Οκτώβριο είχαμε μια Σύνοδο των Δ. Βαλκανίων και της Ελλάδας και συμφωνήσαμε ότι κάθε χώρα θα διαθέσει επαρκή καταλύματα. Αλλά και σε αυτό τώρα μπορεί κανείς να διαπιστώσει ουσιαστική πρόοδο στην Ελλάδα», δήλωσε η Γερμανίδα Καγκελάριος, η οποία τόνισε μεταξύ άλλων ότι «η Ελλάδα θέλει από κοινού με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη και την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες να λύσει την κρίση με ανθρώπινο τρόπο, άρα με ασφαλή και ανθρώπινη φροντίδα και στέγη – και την βοηθούμε σε αυτό, τόσο οικονομικά όσο και επιτόπου».
Αναφερόμενη στις προοπτικές των προσφύγων που βρίσκονται στην Ελλάδα, η ‘Αγκελα Μέρκελ διευκρίνισε ότι δεν έχουν δικαίωμα ασύλου σε συγκεκριμένη χώρα, αλλά δικαιούνται ανθρώπινη μεταχείριση. «Και για αυτό εργαζόμαστε με την Ελλάδα. Και για αυτούς που περιμένουν τώρα στην Ειδομένη και οι οποίοι θα έπρεπε να εμπιστευθούν την ελληνική κυβέρνηση – ότι θα είναι αισθητά καλύτερα στα νέα καταλύματα στην Ελλάδα από ό,τι στην Ειδομένη», τόνισε.
Σε ό,τι αφορά την αναγνωριστική επιχείρηση του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο, η κυρία Μέρκελ επισήμανε ότι υπάρχουν ήδη οι πρώτες δυνατότητες παρακολούθησης για την Λέσβο και ανέφερε ότι «χρειαζόμαστε περαιτέρω πρόσβαση στα τουρκικά χωρικά ύδατα προκειμένου να μπορούν να παρακολουθούνται όλα τα νησιά, διότι έχει αποδειχτεί τις τελευταίες μέρες ότι, όταν παρακολουθείται έντονα η Λέσβος, φτάνουν περισσότεροι στην Χίο και αυτό δεν αποτελεί βιώσιμη λύση».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Εκτενή αναφορά επιφύλαξε η Καγκελάριος και στην συνεργασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία, αναλύοντας την τουρκική πρόταση. Εξέφρασε δε την κατανόησή της για τα οικονομικά ανταλλάγματα που ζητά η ‘Αγκυρα, ενώ έκανε λόγο για «ανεκτίμητη» συνεισφορά της χώρας στην αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης τα τελευταία χρόνια. «Το ότι η Τουρκία εκφράζει τα συμφέροντά της σε ό,τι αφορά την ένταξή της στην ΕΕ δεν μπορεί και δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει, συνέχισε, αναφερόμενη στις απαιτήσεις της ‘Αγκυρας σχετικά με το άνοιγμα ενταξιακών Κεφαλαίων για να προσθέσει:
«Το αποφασιστικό είναι και εδώ το πώς το χειριζόμαστε, το εάν και πώς μπορούμε να εξισορροπήσουμε τα συμφέροντα, τα οποία αντικατοπτρίζουν τις αξίες μας. Η Τουρκία είναι εδώ και πολλά χρόνια υποψήφια προς ένταξη. Για μένα και για την κυβέρνηση ίσχυε πάντα η αρχή «Pacta sunt servanda» (οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται). Αυτό σήμαινε και σημαίνει: Αν σε περίπτωση μιας περισσότερο σε βάθος συνεργασίας ανοίξουμε νέα Κεφάλαια της διαπραγμάτευσης, τότε παραμένει αποφασιστικό ότι οι διαπραγματεύσεις με την Τουρκία θα συνεχίσουν να διεξάγονται με ανοιχτό αποτέλεσμα. Και μόνο από αυτό βγαίνει το συμπέρασμα ότι η ένταξη της Τουρκίας αυτή την στιγμή δεν βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη».
Σχετικά με την διαπραγμάτευση για τα Κεφάλαια, η Καγκελάριος απέκλεισε το ενδεχόμενο να γίνουν «εκπτώσεις από τις αρχές μας», αλλά ταυτόχρονα σημείωσε: «Το άνοιγμα νέων Κεφαλαίων δεν είναι τόσο δύσκολο εξαιτίας μας, αλλά λόγω του άλυτου προβλήματος με την Κύπρο – αυτό σημαίνει ότι έχουμε ακόμη δουλειά μπροστά μας μέχρι την αυριανή Σύνοδο και δεν μπορώ να προβλέψω την έκβαση. Παρακαλώ ειδικά σε ό,τι αφορά το άνοιγμα των Κεφαλαίων 23 και 24 να δούμε ιδιαίτερα και την ευκαιρία να μπούμε με την Τουρκία σε έναν σημαντικό διάλογο, ο οποίος είναι επείγων».
Καταλήγοντας, η ‘Αγκελα Μέρκελ επαίνεσε την Τουρκία για την φιλοξενία εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων ως τώρα και τόνισε ότι «δεν περιποιεί τιμή στην Ευρώπη, ως ένωση 28 κρατών-μελών, με 500 εκατομμύρια πολίτες, να είναι τόσο δύσκολο ως τώρα να μοιραστούμε τα βάρη». Οι προτάσεις του Τούρκου Πρωθυπουργού, εκτίμησε, δείχνουν ότι έχουμε φτάσει σε ένα αποφασιστικό σημείο της διαπραγμάτευσης.
«Μια σε βάθος συνεργασία, όπως την προσδοκούμε με την Τουρκία, είναι πάντα μια υπόθεση πάρε-δώσε, συμβιβασμού και εξισορρόπησης συμφερόντων. Αυτό ισχύει εξίσου για τις δύο πλευρές. Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι απέναντι στην Τουρκία, θέτουμε αποφασιστικά τις πεποιθήσεις μας, π.χ. για τον σεβασμό της ελευθερίας του Τύπου ή για την μεταχείριση των Τούρκων», ανέφερε και πρόσθεσε ότι διαπιστώνει σοβαρή βούληση για επίλυση προβλημάτων στο θέμα της προσφυγικής πολιτικής και από τις δύο πλευρές.
«Ακόμη όμως το αποτέλεσμα δεν έχει επιτευχθεί. Μένουν ακόμη να διευκρινιστούν δύσκολα νομικά και πολιτικά θέματα», διευκρίνισε, κάνοντας για μια ακόμη φορά λόγο για την ανάγκη πανευρωπαϊκής λύσης, στην οποία, όπως είπε, περιλαμβάνεται και η μεταρρύθμιση μακροπρόθεσμα του Δουβλίνου. «Μόνο με μια μεταρρύθμιση του Δουβλίνου θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε μακροπρόθεσμα την Σένγκεν», δήλωσε.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ