Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση, η κατανάλωση αλλαντικών είναι καρκινογόνος και η κατανάλωση κόκκινου κρέατος είναι “πιθανόν” καρκινογόνος.
“Τα αποτελέσματα δικαιολογούν τις σημερινές συστάσεις για τη δημόσια υγεία για περιορισμό της κατανάλωση κρέατος”, σχολίασε ο δρ Κρίστοφερ Γουάιλντ, διευθυντής του Διεθνούς Κέντρου Έρευνας για τον Καρκίνο (CIRC), από όπου προέρχονται και τα συμπεράσματα. Το χοιρινό κρέας περιλαμβάνεται στα κόκκινα κρέατα, μαζί με το μοσχαρίσιο, το βοδινό, το αρνίσιο, το κατσικίσιο, καθώς και το κρέας του αλόγου.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ωστόσο, το Διεθνές Κέντρο Έρευνας για τον Καρκίνο επισημαίνει ότι το γεγονός ότι τα αλλαντικά και άλλα επεξεργασμένα προϊόντα κρέατος περιλαμβάνονται μαζί με παράγοντες όπως ο καπνός και ο αμίαντος στη λίστα των προϊόντων που προκαλούν καρκίνο δεν σημαίνει ότι είναι το ίδιο επικίνδυνα με αυτά.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του προγράμματος “Global Burden of Disease Project”, 34.000 θάνατοι από καρκίνο ετησίως στον κόσμο αποδίδονται σε μία διατροφή πλούσια σε αλλαντικά, έναντι 1.000.000 θανάτων που αποδίδονται στο κάπνισμα και 600.000 στην κατανάλωση αλκοόλ.
Τα συμπεράσματα του Διεθνούς Κέντρου Έρευνας για τον Καρκίνο βασίζονται σε περισσότερες από 800 μελέτες για την περίληψη του επεξεργασμένου κρέατος, κατηγορία στην οποία ανήκουν τα αλλαντικά, στους “καρκινογόνους για τον άνθρωπο παράγοντες (Ομάδα 1)”, βάσει “ικανών ενδείξεων σύμφωνα με τις οποίες η κατανάλωση επεξεργασμένου κρέατος προκαλεί καρκίνο του εντέρου”. “Ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται ανάλογα με την ποσότητα”, σύμφωνα με τον δρ Κουρτ Στράιφ του CICR.
Η κατανάλωση κόκκινου κρέατος θεωρείται “πιθανόν καρκινογόνος για τον άνθρωπο (Ομάδα 2Α), επί τη βάσει περιορισμένων ενδείξεων”. Το Διεθνές Κέντρο Έρευνας για τον Καρκίνο εντόπισε σύνδεση με τον καρκίνο του εντέρου, αλλά και του παγκρέατος και του προστάτη.