Μετά από θρίλερ αρκετών ωρών, όπου Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και διεθνή ΜΜΕ είχαν προαναγγείλει τις υποβαθμίσεις χωρών της Ευρωζώνης, ο οίκος αξιολόγησης S&P’s, έβγαλε και τις σχετικές ανακοινώσεις. Συγκεκριμένα οι χώρες που υποβαθμίζονται είναι:
Γαλλία: υποβιβάστηκε κατά 1 μονάδα από ΑΑΑ σε ΑΑ+
Ισπανία: κατά 2 μονάδες, από ΑΑ- σε Α
Ιταλία: κατά 2 μονάδες, από Α σε ΒΒΒ+
Πορτογαλία: κατά 2 μονάδες, από ΒΒΒ- σε ΒΒ
Κύπρος: κατά 2 μονάδες, από ΒΒΒ σε ΒΒ+
Αυστρία: κατά 1 μονάδα, από ΑΑΑ σε ΑΑ+
Μάλτα: κατά 2 μονάδες, από Α σε Α-
Σλοβενία: κατά 2 μονάδες, από ΑΑ- σε Α+
Σλοβακία κατά 1 μονάδα, από Α+ σε Α
Κατα τον οίκο αξιολόγησης “οι πολιτικές πρωτοβουλίες των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων ίσως δεν αρκούν για την πλήρη αντιμετώπιση των συστημικών πιέσεων στην ευρωζώνη”, δηλαδή τις συνθήκες στον χρηματοπιστωτικό τομέα, το κλίμα για τα ομόλογα χωρών της ευρωζώνης στις αγορές κεφαλαίου, την επιδείνωση των προοπτικών για ανάπτυξη αλλά και την “ανοικτή και παρατεταμένη διάσταση απόψεων στις κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων”.
Ο διεθνής οίκος αξιολόγησης στέρησε από Γαλλία -τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης- και Αυστρία το πολύτιμο τριπλό Α “καθαιρώντας” τις δύο χώρες στην κατηγορία ΑΑ+, αφήνοντας όμως Γερμανία, Ολλανδία, Φινλανδία και Λουξεμβούργο στην ανώτατη βαθμίδα.
Τη σταθερή προοπτική για τις οικονομίες τους διατηρούν κατά τον S&P μόνον η Σλοβακία και, βέβαια, η Γερμανία.
Πίσω απο τις υποβαθμίσεις η βασικότερη ανησυχία κυρίως της Γαλλίας, είναι οι επιπτώσεις στην αξιολόγηση του EFSF, του ταμείου στήριξης για την ευρωζώνη: το “ΑΑΑ” του Ταμείου δικαιολογείται ουσιαστικά με την άριστη αξιολόγηση Γερμανίας και Γαλλίας, που συνεισφέρουν και εγγυώνται το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων του.
Για τα 15 συνολικά μέλη της ΕΕ, που ο ίδιος οίκος αναθεώρησε την ανάλυσή του για τις οικονομίες τους, η προοπτική της οικονομίας τους γίνεται αρνητική, αναθεώρηση με την οποία που προοιωνίζονται υποβαθμίσεις πιστοληπτικής ικανότητας κατά την προσεχή 2ετία, “τουλάχιστον κατά μία, στις 3, πιθανότητες”. Ανάμεσά τους : Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, Αυστρία, Βέλγιο, Πορτογαλία, Φινλανδία, Σλοβενία, Εσθονία, Ιρλανδία.
Ο γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Φιγιόν δήλωσε σήμερα ότι η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Γαλλίας ήταν μια “αναμενόμενη” απόφαση, αλλά ήλθε σε “ακατάλληλη στιγμή” και επίσης ότι δεν πρέπει να “δραματοποιηθεί, αλλά ούτε και να υποτιμηθεί”.
“Μπορούμε να πούμε ότι ήλθε σε ακατάλληλη στιγμή δεδομένων των προσπαθειών της ευρωζώνης, προσπαθειών που αναγνωρίζουν άλλωστε και οι επενδυτές “, τόνισε ο Φιγιόν και πρόσθεσε ότι “η απόφαση αυτή αποτελεί ένα σήμα συναγερμού που δεν πρέπει να δραματοποιηθεί, αλλά ούτε και να υποτιμηθεί”.
Ο γάλλος πρωθυπουργός διαβεβαίωσε εξάλλου ότι “δεν υπάρχει κανένας λόγος” “ν΄αλλάξουν” οι σχέσεις ανάμεσα στη Γαλλία και τη Γερμανία, μετά την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Γαλλίας.
“Δεν υπάρχει κανένας λόγος ν΄αλλάξουν οι σχέσεις μας”, υπογράμμισε ο Φιγιόν απαντώντας σε σχετική ερώτηση γερμανού δημοσιογράφου στο πρωθυπουργικό γραφείο.
“Οι τύχες της Γαλλίας και της Γερμανίας είναι απολύτως συνδεδεμένες”, τόνισε ο γάλλος πρωθυπουργός.
Αυθαίρετη η υποβάθμιση της Κύπρου λέει ο υπουργός Οικονομικών
«Σκοπιμότητες κρύβει» η υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Κύπρου και άλλων οκτώ χωρών – μελών της Ευρωζώνης από το διεθνή οίκο Standard & Poor’s , δήλωσε ο Κύπριος υπουργός Οικονομικών Κίκης Καζαμίας.
Μιλώντας σε συνέντευξη Τύπου ο κ. Καζαμίας αποκάλυψε ότι χθες το Υπουργείο Οικονομικών είχε αποστείλει πολυσέλιδη επιστολή προς τον εν λόγω διεθνή οίκο με την οποία επεξηγούσε εκτενώς τα νέα θετικά δεδομένα της κυπριακής οικονομίας.
«Θεωρώ αυθαίρετη την υποβάθμιση της κυπριακής οικονομίας» σημείωσε ο κ. Καζαμίας υποστηρίζοντας παράλληλα ότι «πίσω από την αξιολόγηση των S&P είναι ο νομισματικός πόλεμος μεταξύ δολαρίου και ευρώ».
Χαρακτήρισε ακόμη απαράδεκτη την όλη συμπεριφορά του διεθνούς αυτού οίκου, κάνοντας και πάλι λόγο «για αξιολόγηση σκοπιμοτήτων».
Εξάλλου, σε ανακοίνωση του, το Κυπριακό Υπουργείο Οικονομικών εκφράζει έντονη δυσφορία για την απόφαση των Standard and Poor’s να υποβαθμίσουν την αξιολόγηση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε junk (σκουπίδια).
Στην ανακοίνωση επισημαίνονται μεταξύ άλλων και τα εξής:
(1) Ο οίκος αποφάσισε να προχωρήσει σε υποβάθμιση της Κύπρου, μόλις δυο ημέρες μετά που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία έχει πάρει τα αναγκαία μέτρα για την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών της παραγνωρίζοντας πλήρως το γεγονός αυτό, ενώ σε προηγούμενες εκτιμήσεις τους το θεωρούσαν ένα σημαντικό αρνητικό παράγοντα.
(2) Αγνόησε εντελώς αυθαίρετα το γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι μια από τις λίγες χώρες που έχουν καλύψει τις χρηματοδοτικές τους ανάγκες για το 2012.
(3) Ο οίκος Standard & Poor’s έχει παραγνωρίσει εντελώς τη θετική δυναμική που άρχισε να δημιουργείται για τις προοπτικές της κυπριακής οικονομίας με τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων με τα οποία αποδεικνύεται η ύπαρξη σημαντικών αποθεμάτων φυσικού αερίου στην κυπριακή ΑΟΖ.
Τέλος , σημειώνεται ότι ο οίκος Standard and Poor’s «αρνήθηκε εντελώς αυθαίρετα, το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας για αναθεωρητική προσφυγή στην πιο πάνω απόφαση του, όπως ήταν μέχρι τώρα η πάγια πρακτική».
Ο ευρωπαίος επίτροπος αρμόδιος για την Εσωτερική Αγορά Μισέλ Μπαρνιέ δήλωσε “κατάπληκτος” για τη στιγμή που επέλεξε ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s να υποβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα αρκετών χωρών.
“Την ώρα που όλες οι κυβερνήσεις και όλα τα ευρωπαϊκά όργανα έχουν κινητοποιηθεί” για την ενίσχυση του ελέγχου των δημοσιονομικών και τη διακυβέρνηση της νομισματικής ένωσης, “μένω κατάπληκτος για τη στιγμή που επέλεξε ο οίκος αξιολόγησης S&P, και επί της ουσίας, για την αξιολόγησή του που δεν λαμβάνει υπόψη την πρόοδο που έχει σημειωθεί”, δήλωσε ο Μπαρνιέ σε ανακοίνωσή του.
“Πέρα από τη συγκεκριμένη αξιολόγηση, που είναι μια γνώμη μεταξύ άλλων, αυτό που νομίζω είναι το σημαντικότερο, είναι η αντικειμενική οικονομική εκτίμηση της παρούσας κατάστασης που κάνουμε”, είπε ο γάλλος επίτροπος.
Ο Μπαρνιέ επισήμανε το γεγονός ότι “παντού, σε κάθε χώρα, καταβάλλεται πρωτοφανής προσπάθεια για τον έλεγχο των δημοσίων δαπανών, κοινοί κανόνες καθιερώνονται διασφαλίζοντας για το μέλλον μια οικονομική και δημοσιονομική ένωση που πρέπει να συμβαδίσει με την νομισματική ένωση, και στο τέλος, υπάρχει σαφής δέσμευση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας” να υποστηρίξει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ευρωζώνης.