Αγανακτισμένος εμφανίστηκε ο Τζο Μπάιντεν μετά το νέο περιστατικό με πυροβολισμούς στις ΗΠΑ, όπου ένας ένοπλος άνοιξε πυρ σε πανεπιστημιούπολη στο Μίσιγκαν. Παρά τον θρήνο που σκόρπισε το νέο αιματοκύλισμα, το λόμπι των όπλων παραμένει πανίσχυρο και οποιαδήποτε πρωτοβουλία για περιορισμό των όπλων να πέφτει στο κενό.
«Αρκετά». Αυτά ήταν τα λόγια του Τζο Μπάιντεν που αξίωσε την Τρίτη (15.2.2023), για νιοστή φορά, το Κογκρέσο να «αναλάβει δράση» για να αντιμετωπιστεί η «επιδημία» της βίας με τη χρήση πυροβόλων όπλων στις ΗΠΑ, έπειτα από τις τρεις δολοφονίες που διέπραξε ένοπλος μέσα σε πανεπιστημιούπολη στο Μίσιγκαν.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στη μοναδική οικονομικά ανεπτυγμένη χώρα που αιματοκυλίζεται καθημερινά από επιθέσεις με τη χρήση όπλων, τα οποία δεν σταματούν να εξαπλώνονται, ο αμερικανός πρόεδρος διαβεβαίωσε πως υποσχέθηκε στη δημοκρατική κυβερνήτρια της πολιτείας Μίσιγκαν (βόρεια), την Γκρέτσεν Γουίτμερ, πως θα αναπτύξει «επιπλέον μέλη των ομοσπονδιακών δυνάμεων επιβολής της τάξης», αφού ένοπλος σκότωσε το βράδυ της Δευτέρας τρεις φοιτητές και τραυμάτισε άλλους πέντε, προτού αυτοκτονήσει, στο δημόσιο πανεπιστήμιο της πολιτείας Μίσιγκαν (MSU).
Κατά τη διάρκεια συναισθηματικά φορτισμένης συνέντευξης Τύπου στη Λάνσινγκ, την πρωτεύουσα της πολιτείας αυτής των Μεγάλων Λιμνών, που συνορεύει με τον Καναδά, οι αρχές επιβεβαίωσαν τους τρεις θανάτους κι έκαναν λόγο για άλλους πέντε φοιτητές βαριά τραυματισμένους στην επίθεση την εφιαλτική νύχτα της Δευτέρας.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Όλα τα θύματα ανεξαιρέτως ήταν «φοιτητές του MSU», δήλωσε ο Κρις Ρόζμαν, αξιωματικός της πανεπιστημιακής αστυνομίας του ιδρύματος, από τα πιο περίβλεπτα στις ΗΠΑ, όπου σπουδάζουν κάπου 50.000 νέοι.
Πρόσθεσε ότι ο «43χρονος ύποπτος», ονόματι Άντονι Μακρέι, που βρέθηκε νεκρός επιτόπου τη Δευτέρα περί τα μεσάνυχτα, δεν είχε «καμία σχέση ούτε με το πανεπιστήμιο, ούτε με φοιτητή, ούτε με υπάλληλο του ιδρύματος, ούτε το τρέχον διάστημα, ούτε στο παρελθόν».
«Αμερικανικό πρόβλημα»
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, ενώ αξιωματούχοι αδυνατούσαν να συγκρατήσουν τα δάκρυά τους, η κυβερνήτρια Γουίτμερ, εμφανώς αναστατωμένη, καταδίκασε την «αιματοχυσία» σε ακόμα έναν χώρο «κοινής ζωής».
«Ξέρουμε πως αυτό είναι αποκλειστικά αμερικανικό πρόβλημα (…). Δεν γίνεται να συνεχίσουμε να ζούμε έτσι», έκρινε η δημοκρατική πολιτικός.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν έδωσε στη δημοσιότητα δυο ανακοινώσεις, τη μια πίσω από την άλλη. «Πάρα πολλές αμερικανικές κοινότητες έχουν χτυπηθεί σκληρά από τη βία με τη χρήση όπλων», θύμισε για μια ακόμη φορά. «Έχω αναλάβει δράση για να καταπολεμηθεί αυτή η επιδημία στην Αμερική, με ιστορικό αριθμό εκτελεστικών διαταγμάτων και τον πρώτο νόμο για την ασφάλεια των όπλων σε 30 χρόνια (…). Όμως πρέπει να κάνουμε περισσότερα», παραδέχθηκε, αποτίνοντας παράλληλα φόρο τιμής στα θύματα της σφαγής σε λύκειο της Πάρκλαντ (Φλόριντα) τη 14η Φεβρουαρίου 2018.
«Όλοι οι Αμερικανοί πρέπει να αναφωνήσουν ‘αρκετά’ και να απαιτήσουν το Κογκρέσο να αναλάβει δράση», συμπλήρωσε ο ογδοντάρης δημοκρατικός πρόεδρος.
Απαγόρευση (;)
Με τις προόδους που έχουν σημειωθεί να είναι οριακές και άτολμες, ο Μπάιντεν ζητά – μάταια – το Κογκρέσο να απαγορεύσει σε εθνική κλίμακα την πώληση τουφεκιών εφόδου, όπως την περίοδο από το 1994 ως το 2004, όμως προσκρούει στους ρεπουμπλικάνους, στις τάξεις των οποίων φιγουράρουν ανένδοτοι υπερασπιστές του συνταγματικού δικαιώματος της οπλοκατοχής. Η αντιπολίτευση έχει πλέον, από τον Ιανουάριο, ισχνή πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Ο δράστης της επίθεσης στο MSU άνοιξε πυρ προχθές περί τις 20:30 (τοπική ώρα· περί τις 04:30 της Τρίτης ώρα Ελλάδας) σε ένα από τα κτίρια του ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος, κατόπιν σε δεύτερο, σύμφωνα με την πανεπιστημιακή αστυνομία.
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις κραυγές των συμφοιτητών μου, τις κραυγές πόνου, τις κραυγές για βοήθεια», είπε στον τοπικό Τύπο η Κλερ Παπούλια, που έπεσε κάτω για να σωθεί από τις σφαίρες μέσα σε αίθουσα όπου παρακολουθούσε μάθημα.
Εκατοντάδες αστυνομικοί που κατέφθασαν γρήγορα επιτόπου επιδόθηκαν σε ανθρωποκυνηγητό και διένειμαν φωτογραφία του υπόπτου: επρόκειτο για μικρόσωμο αφροαμερικανό με τζιν πανωφόρι, καπελάκι του μπέιζμπολ, κόκκινα παπούτσια και πρόσωπο εν μέρει καλυμμένο.
Ο αξιωματικός της αστυνομίας Ρόζμαν εξήρε τα αντανακλαστικά όσων βρίσκονταν στην πανεπιστημιούπολη. «Χάρη στη γρήγορη δημοσιοποίηση της φωτογραφίας που τραβήχτηκε από κάμερες του κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης και (…) την υπόδειξη κάποιου που τηλεφώνησε» οι δυνάμεις επιβολής της τάξης «οδηγήθηκαν» στον ύποπτο, είπε, συμπληρώνοντας πως «δεν έχει ιδέα» ποιο ήταν το κίνητρο των φόνων.
Οι ΗΠΑ πληρώνουν φοβερό τίμημα για την ευρεία διάδοση των όπλων στην επικράτειά τους και για την ευκολία με την οποία μπορούν να αποκτούν πρόσβαση σ’ αυτά οι Αμερικανοί.
Η χώρα μετράει περισσότερα όπλα από ό,τι κατοίκους, ή με άλλα λόγια 400 εκατομμύρια· ο ένας στους τρεις ενηλίκους διαθέτει τουλάχιστον ένα όπλο, ο ένας στους δύο ζει σε νοικοκυριό με τουλάχιστον ένα όπλο.
Συνέπεια της εξάπλωσης αυτής είναι ο εξαιρετικά υψηλός αριθμός θανάτων στις ΗΠΑ εξαιτίας της οπλοχρησίας, που δεν χωράει σύγκριση με τους δείκτες σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες : πλησιάζει τους 50.000 σε ετήσια βάση, οι μισοί από τους οποίους είναι αυτοκτονίες.
Μια από τις πιο τραγικές συνιστώσες της κατάστασης αυτής είναι η μάστιγα των επιθέσεων με τη χρήση όπλων μέσα σε αμερικανικά εκπαιδευτικά ιδρύματα.