Σε ακρόαση που έγινε τη Δευτέρα σε δικαστήριο στην Ουάσινγκτον, ο Έρικ Ντουμπελιέρ, από την αμερικανική νομική εταιρία Reed Smith υποστήριξε ότι η υπόθεση κατά της ρωσικής εταιρίας συμβούλων, που είναι γνωστή με την επωνυμία Concord, πρέπει να κλείσει.
Η εταιρία φέρεται να χρηματοδότησε την παραγωγή μιας βιομηχανίας ψευδών ειδήσεων ή και να υπέκλεψε τα στοιχεία πολλών Αμερικανών στο διαδίκτυο και στο πλαίσιο μιας προσπάθειας αλλοίωσης του πολιτικού κλίματος, αλλά και της διασποράς προπαγάνδας.
Εάν οι άνθρωποι που παρουσιάζονται με ψευδή στοιχεία στο διαδίκτυο και εμπλέκονται σε πολιτικό διάλογο πρέπει να διωχθούν, τότε κάθε Αμερικάνος πολιτικός πρέπει να οδηγηθεί στην φυλακή. “Η επιχειρηματολογία τους είναι κάτι περισσότερο από προφανής. Θέλουν να χειραγωγήσουν αυτά που οι άνθρωποι λένε στο διαδίκτυο,” υποστήριξε ο δικηγόρος.
Ήταν το γραφείο του ειδικού ανακριτή με εισαγγελικά καθήκοντα Ρόμπερτ Μάλερ “που κατασκεύασε ένα έγκλημα που ταιριάζει στα γεγονότα τα οποία έχουν εντοπίσει,” τόνισε ο Ντουμπελιέρ.
Η Concord είναι μία από τις τρεις επιχειρηματικές οντότητες σε βάρος της οποίας απαγγέλθηκαν κατηγορίες μαζί με άλλους 13 Ρώσους πολίτες, τον Φεβρουάριο.
Οι κατηγορίες απαγγέλθηκαν από τον Μάλερ στο πλαίσιο της έρευνας για τη Ρωσία και αναφορικά με την “κατασκευή ειδήσεων,” πριν από την διεξαγωγή των προεδρικών εκλογών του 2016.
Από τους κατηγορούμενους, μόνο η αναφερόμενη εταιρία έχει εμφανιστεί στο δικαστήριο.
Ο «σεφ του Πούτιν» πίσω από την Concord
Οι αμερικανικές εισαγγελικές αρχές δηλώνουν ότι ιδιοκτήτης της Concord είναι ο Γεβγένι Πριγκοζίν, που θεωρείται πολιτικός σύμμαχος του Κρεμλίνου και είναι γνωστός ως “ο σεφ του Πούτιν.” Ο ίδιος κατηγορείται από τις αμερικανικές αρχές για τη διάπραξη συνωμοσίας με στόχο την εξαπάτηση της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Η εταιρία κι ο ίδιος υποστηρίζουν την αθωότητά τους.
Από την άλλη μεριά, η ομάδα έρευνας του Μάλερ υποστηρίζει ότι η συνωμοσία στην οποία έχει εμπλοκή η Concord εξαπάτησε και ενέπλεξε δύο υπουργεία και μία υπηρεσία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Πρόκειται για το υπουργείο Δικαιοσύνης, το υπουργείο Εξωτερικών, αλλά και την Ομοσπονδιακή Εκλογική Επιτροπή. Τόσο τα δύο υπουργεία, αλλά και η αναφερόμενη υπηρεσία, έχουν αρμοδιότητες που είναι σχετικές με τη συμμετοχή ξένων πολιτών σε πολιτικές δραστηριότητες, εντός των ΗΠΑ.
Από την πλευρά του, ο εισαγγελέας Τζόναθαν Κρέιβις, εκπροσωπώντας το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, υποστήριξε ότι η διάπραξη της συνωμοσίας έφτασε “πολύ παραπάνω” από τους ανθρώπους που συνομιλούσαν στο διαδίκτυο. Ο ίδιος την περιέγραψε ως “μία εκστρατεία που ήταν άρτια συντονισμένη και καλά χρηματοδοτούμενη.” Ουσιαστικό στοιχείο της συνωμοσίας αυτής ήταν ο πολύπλοκος δόλος, με στόχο την απόκρυψη της πηγής παραπληροφόρησης, αλλά και τις σχετικές μεταφορές χρημάτων.
Οι ενέργειες αυτές έγιναν από πρόθεση, σύμφωνα με τα όσα υποστήριξε ο Κρέιβις, για την παραπλάνηση όχι μόνο των μέσων Αμερικάνων πολιτών, αλλά και αμερικανικών υπηρεσιών, οι οποίες υπό άλλες συνθήκες θα επόπτευαν τις δραστηριότητες αυτές.
Μέσω της αποφυγής του ελέγχου από το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, για παράδειγμα, η συνωμοσία σε βάρος της αμερικανικής κυβέρνησης θα μπορούσε να συμπεριλάβει τη μη καταγραφή των κατηγορουμένων ως εκπροσώπων μιας ξένης κυβέρνησης, όπως και θα έπρεπε να είχαν δηλώσει τις δραστηριότητες τους.
“Αυτές δεν είναι δραστηριότητες πολιτικού διαλόγου. Αυτές, είναι πράξεις δόλου,” υποστήριξε χαρακτηριστικά ο Κρέιβις.
Σύμφωνα με την άποψη του εισαγγελέα, υπάρχουν αποδείξεις που δείχνουν ότι οι κατηγορούμενοι ήταν ενήμεροι για τα εγκλήματα που διέπρατταν. Ο ίδιος έκανε αναφορά σε ηλεκτρονικό μήνυμα, στο οποίο ένας από τους Ρώσους φέρεται να έγραψε σε ένα μέλος της οικογένειάς του ότι το FBI “εντόπισε την δραστηριότητά τους.”
Η δικαστής Ντάμπνι Φρίντριχ δήλωσε ότι θα εξετάσει τα επιχειρήματα των δύο πλευρών, καθώς θα λαμβάνει τις αποφάσεις της για την αίτηση να κλείσει η υπόθεση.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ (ABC News)