Αναλυτές προειδοποιούν για επιπτώσεις στην εύθραστη εκεχειρία στην περιοχή
Για διαπραγματευτικό τέχνασμα του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ γίνεται λόγος σε διεθνή Μέσα αναφορικά με το σχέδιο του Τραμπ για τη Λωρίδα της Γάζας που άφησε τον πλανήτη με το στόμα ανοιχτό ωστόσο κάποιοι αναλυτές προειδοποιούν για επιπτώσεις στην εύθραυστη εκεχειρία.
Από την πλευρά του ο Λευκός Οίκος ανέφερε ότι ο Τραμπ δεν έχει αποφασίσει «για την ώρα» να στείλει τον αμερικανικό στρατό στη Λωρίδα της Γάζας, ωστόσο ίδιος ο Ρεπουμπλικάνος διαβεβαίωσε παρόλα αυτά πως «όλος ο κόσμος λάτρεψε» την πρότασή του να πάρουν οι ΗΠΑ τον έλεγχο στη Λωρίδα της Γάζας – την οποία θα μετατρέψει σε «Ριβιέρα της Μέσης Ανατολής» – και να εκτοπίσουν τους Παλαιστίνιους από εκεί.
Οι δηλώσεις αυτές του Αμερικανού προέδρου έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την ομοβροντία καταδίκης από σχεδόν σύσσωμη τη διεθνή κοινότητα για αυτό του σχέδιο. Μόνος ένθερμος υποστηρικτής του παραμένει ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου και η κυβέρνησή του.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Fox News, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός είπε χαρακτηριστικά:
«Στην πραγματικότητα η ιδέα είναι να επιτραπεί σε όσους θέλουν να φύγουν να φύγουν. Δηλαδή ποιο είναι το κακό σ’ αυτό; Μπορούν να φύγουν, μπορούν να γυρίσουν πίσω μετά, μπορούν να μετεγκατασταθούν και να έρθουν πίσω. Αλλά πρέπει να ανοικοδομηθεί η Γάζα».
Μετά την κατακραυγή από τον ΟΗΕ, τις ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τους Άραβες ηγέτες ήρθε και η διευκρίνιση του υπουργού Εξωτυερικών Μάρκο Ρούμπιο, ο οποίος δήλωσε ότι η πρόταση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για επανεγκατάσταση του πληθυσμού της Γάζας θα είναι μόνο προσωρινή.
Γιατί το σχέδιο δεν μπορεί να υλοποιηθεί
Σε ανάλυσή του το BBC εξηγεί πως το σχέδιο του Ντόναλντ Τραμπ να αναλάβουν οι ΗΠΑ τον έλεγχο της Γάζας, εκτοπίζοντας τον πληθυσμό της στη διαδικασία, δεν πρόκειται να συμβεί και αυτό γιατί απαιτεί τη συνεργασία των αραβικών κρατών που το έχουν απορρίψει.
Ιορδανία, Αίγυπτος και Σαουδική Αραβία είναι κατηγορηματικά αντίθετες σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο και από την πρώτη στιγμή του πολέμου ήταν ξεκάθαρο πως δεν είναι διατεθειμένες να υποδεχθούν Παλαιστινίους πρόσφυγες.
Οι δυτικοί σύμμαχοι των ΗΠΑ και του Ισραήλ είναι επίσης κατά της ιδέας. Μερικοί – ή ίσως και πολλοί – Παλαιστίνιοι στη Γάζα μπορεί να έμπαιναν στον πειρασμό να φύγουν αν είχαν την ευκαιρία. Αλλά ακόμα κι αν έφευγε ένα εκατομμύριο, 1,2 εκατομμύρια άλλοι θα ήταν ακόμα εκεί. Προφανώς οι Ηνωμένες Πολιτείες – οι νέοι ιδιοκτήτες της «Ριβιέρας της Μέσης Ανατολής» του Τραμπ – θα έπρεπε να χρησιμοποιήσουν βία για να τους απομακρύνουν.
Μετά την καταστροφική επέμβαση της Αμερικής στο Ιράκ το 2003, αυτό θα ήταν βαθιά αντιδημοφιλές στις ΗΠΑ.
Η λύση των δύο κρατών
Μία τέτοια εξέλιξη θα σήμαινε επίσης το οριστικό τέλος κάθε ελπίδας ότι είναι δυνατή μια λύση δύο κρατών. Η κυβέρνηση Νετανιάχου είναι κατηγορηματικά αντίθετη στην ιδέα και μετά από χρόνια αποτυχημένων ειρηνευτικών συνομιλιών, το «δύο κράτη για δύο λαούς» έγινε ένα κενό σύνθημα.
Αλλά ήταν ένα κεντρικό σημείο της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Και προεκλογικά τουλάχιστον δεν είχε ποτέ αφήσει να εννοηθεί ο Τραμπ ότι το εγκαταλείπει.
Το σχέδιο Τραμπ θα παραβίαζε επίσης το διεθνές δίκαιο. Και αυτό όπως επισημαίνουν ειδικοί θα τροφοδοτούσε τις βλέψεις άλλων αναθεωρητικών δυνάμεων. Αν οι ΗΠΑ κάνουν ό,τι θέλουν χωρίς να υπολογίζουν το διεθνές δίκαιο γιατί όχι και οι υπόλοιποι;
Όσο δύσκολο κι αν να εφαρμοστεί το σχέδιο, οι δηλώσεις Τραμπ θα έχουν συνέπειες, σημειώνει το BBC.
Είναι ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, ο πιο ισχυρός άνθρωπος στον κόσμο – δεν είναι πλέον παρουσιαστής τηλεοπτικού ριάλιτι ούτε απλά ένας υποψήφιος.
Βραχυπρόθεσμα, η αναστάτωση που προκλήθηκε από τη σοκαριστική ανακοίνωσή του θα μπορούσε να αποδυναμώσει την εύθραυστη κατάπαυση του πυρός στη Γάζα. Μια ανώτερη αραβική πηγή σχολίασε ότι θα μπορούσε να είναι η ταφόπλακά της.
Η απουσία σχεδίου για τη μελλοντική διακυβέρνηση της Γάζας είναι ήδη ένα σφάλμα στη συμφωνία.
Με τις δηλώσεις του ο Τραμπ θρέφει τα σχέδια και τα όνειρα των υπερεθνικιστών Εβραίων που πιστεύουν ότι όλη η γη ανάμεσα στη Μεσόγειο και τον Ιορδάνη ποταμό, και ίσως πιο πέρα, είναι μια θεόδοτη εβραϊκή ιδιοκτησία. Οι ηγέτες τους είναι μέρος της κυβέρνησης του Νετανιάχου και τον κρατούν στην εξουσία – και είναι ενθουσιασμένοι. Θέλουν να ξαναρχίσει ο πόλεμος στη Γάζα με μακροπρόθεσμο στόχο την απομάκρυνση των Παλαιστινίων και την αντικατάστασή τους με Ισραηλινούς.
Την ίδια ώρα η Χαμάς και άλλες παλαιστινιακές ένοπλες ομάδες μπορεί να αισθάνονται την ανάγκη να απαντήσουν στον Τραμπ με κάποιο είδος επίδειξης δύναμης εναντίον του Ισραήλ.
Για τους Παλαιστίνιους, η σύγκρουση με το Ισραήλ καθοδηγείται από τη μνήμη αυτού που αποκαλούν al-Nakba, «η καταστροφή». Αυτή ήταν η έξοδος των Παλαιστινίων καθώς το Ισραήλ κέρδισε τον πόλεμο για την ανεξαρτησία του το 1948. Περισσότεροι από 700.000 Παλαιστίνιοι είτε διέφυγαν είτε αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους από τις ισραηλινές δυνάμεις. Τώρα ο φόβος θα είναι ότι θα ξανασυμβεί.
Πολλοί Παλαιστίνιοι ήδη πίστευαν ότι το Ισραήλ χρησιμοποιούσε τον πόλεμο εναντίον της Χαμάς για να καταστρέψει τη Γάζα και να εκδιώξει τον πληθυσμό. Είναι μέρος της κατηγορίας τους ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία.
Το… Νόμπελ Ειρήνης και στο βάθος το Ιράν
Επειδή ο Τραμπ λέει κάτι, αυτό δεν το κάνει αληθινό ή σίγουρο. Οι δηλώσεις του μοιάζουν συχνά περισσότερο με άνοιγμα σε μια διαπραγμάτευση ακινήτων παρά με εκφράσεις της σταθερής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο ίδιος εξάλλου έχει, όπως λέγεται, έναν βασικό στόχο. Το Νόμπελ Ειρήνης, που αν και πιστεύει ότι το αξίζει δεν θα του το δώσουν.
Καθώς ο κόσμος προσπαθούσε να χωνέψει ακόμη την ανακοίνωσή του για τη Γάζα, δημοσίευσε στην πλατφόρμα του Truth Social την επιθυμία του για μια «πυρηνική ειρηνευτική συμφωνία» με το Ιράν.
Για πολλά χρόνια ο Νετανιάχου ήθελε οι ΗΠΑ, με τη βοήθεια του Ισραήλ, να καταστρέψουν τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν. Το να κάνει μια συμφωνία με το Ιράν δεν ήταν ποτέ μέρος του σχεδίου του.
Αν ο Τραμπ ήθελε να «πετάξει» κάτι στους Ισραηλινούς σκληροπυρηνικούς για να τους κρατήσει ευτυχισμένους καθώς ανοίγει δρόμο διαπραγμάτευσης με το Ιράν, τα κατάφερε.
Αλλά δημιούργησε επίσης αβεβαιότητα και έφερε περισσότερη αστάθεια στην πιο ταραγμένη περιοχή του κόσμου, καταλήγει το BBC.