Το όχι και τόσο απίθανο σενάριο ο Βλαντιμίρ Πούτιν να έχει προχωρήσει σε όλες αυτές τις κινήσεις και τις απειλές στον πόλεμο στην Ουκρανία με την ανοχή ή και τη σύμφωνη γνώμη του Ντόναλντ Τραμπ δεν αποκλείουν διεθνείς αναλυτές.
Κι αυτό γιατί ο Ντόναλντ Τραμπ θέλει ο πόλεμος αυτός να τελειώσει το συντομότερο δυνατό – άλλωστε ήταν από τις προεκλογικές του δεσμεύσεις – και αφήνει ελεύθερο το πεδίο στον Βλαντιμίρ Πούτιν ο οποίος απέναντι σε μια μουδιασμένη Δύση εξωθεί τα πράγματα στα άκρα προκειμένου να πετύχει το καλύτερο για τον ίδιο.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ο νέος Αμερικανός Πρόεδρος εκτιμάται ότι είναι σε ανοικτή γραμμή με τον Πούτιν και γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν θα πραγματοποιήσει τις απειλές του. Το αντίθετο. Η περίεργη σιωπή του Τραμπ τις τελευταίες ημέρες εκλαμβάνεται από κάποιους ως ύποπτη αλλά αν ανατρέξει κανείς και στις σχέσεις των δυο ηγετών στο πέρασμα του χρόνου δεν θα εκπλαγεί.
Ο Τραμπ ήταν από τους πρώτους Αμερικανούς ηγέτες που έδειξαν ενδιαφέρον για την προσωπική σχέση με τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Εξέφρασε ανοιχτά τον θαυμασμό του για τον Ρώσο πρόεδρο, αναφέροντας ότι θεωρούσε τον Πούτιν «έξυπνο» και «καταξιωμένο ηγέτη». Η φιλική αυτή προσέγγιση σε έναν ηγέτη που είχε επανειλημμένα απομονωθεί διεθνώς για τις επιθετικές του ενέργειες μπορεί να εκληφθεί ως ένδειξη ότι ο Τραμπ δεν ήθελε να κλιμακώσει τη σύγκρουση με τη Ρωσία. Ο Τραμπ φάνηκε να προτιμά να διατηρήσει ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με τη Ρωσία και να ενισχύσει τη διπλωματική συνεργασία, αντί να αντιμετωπίσει τις ενέργειες του Πούτιν με σφοδρή αντίσταση.
Αυτή η στάση ήταν επίσης μέρος της πολιτικής του «America First», στην οποία ο Τραμπ προτιμούσε να επικεντρώνεται σε ζητήματα εσωτερικής ανάπτυξης και να μειώνει την εμπλοκή των ΗΠΑ σε διεθνείς συγκρούσεις. Γι αυτόν, το να έχει μια καλύτερη σχέση με τη Ρωσία μπορεί να φαινόταν ωφέλιμο για τα συμφέροντα των ΗΠΑ, ειδικά στον τομέα της στρατηγικής συνεργασίας και της εμπορικής συναλλαγής.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ο Τραμπ επίσης ήταν και είναι έντονα επικριτικός προς το ΝΑΤΟ και τις παραδοσιακές στρατηγικές πολιτικές της Δύσης, ειδικά εκείνες που επηρεάζουν τη σχέση με τη Ρωσία. Ήταν υπέρ μιας πολιτικής λιγότερης «ενεργού ανάμιξης» των ΗΠΑ στις διεθνείς υποθέσεις και συχνά υποστήριζε ότι οι ΗΠΑ είχαν επενδύσει υπερβολικά σε στρατιωτικές δαπάνες για την υπεράσπιση άλλων χωρών και είχαν ελάχιστη επιστροφή σε ό,τι αφορούσε τα εθνικά τους συμφέροντα.
Ο Τραμπ επίσης θέλει αυτός ο πόλεμος να τελειώσει το συντομότερο δυνατόν αφού ο κανόνας για τον ίδιο είναι ότι πρέπει να ενισχυθεί η οικονομία των ΗΠΑ και οι διεθνείς συγκρούσεις και κυρώσεις δεν ωφελούν τα αμερικανικά συμφέροντα.
Η θεωρούμενη «στήριξη» ή «ανεκτικότητα» του Τραμπ προς τον Πούτιν δεν συνίσταται σε μια άμεση υποστήριξη της επιθετικότητας του Ρώσου ηγέτη, αλλά μάλλον σε μια στρατηγική αποφυγής σύγκρουσης, που προέκυψε από τον ιδεολογικό του ατομικισμό και την επιθυμία για καλύτερη σχέση με τη Ρωσία, αλλά και από μια γενικότερη άρνηση να ακολουθήσει τις παραδοσιακές πολιτικές της Δύσης. Ενδεχομένως, αυτό να έδινε στον Πούτιν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων, ειδικά στην Ουκρανία, χωρίς να συναντήσει σφοδρή αντίσταση από τις ΗΠΑ.