Είναι η πιο διάσημη πράξη αυτο-ακρωτηριασμού στην ιστορία της τέχνης, αλλά το ακριβές κίνητρο -αγάπη; ζήλια; εκδίκηση; – της απόφασης του Βίνσεντ βαν Γκογκ να κόψει το αυτί του παρέμενε άγνωστο για πάνω από έναν αιώνα. Σύμφωνα με νέα έρευνα από την Προβηγκία, για την περίοδο εκείνη, ο καλλιτέχνης οδηγήθηκε στη φρικτή διαδικασία όταν έμαθε ότι ο αδελφός του Τεό, ο πιο πιστός έμπιστος και οικονομικός υποστηρικτής του ήταν έτοιμος να παντρευτεί μετά από θυελλώδες ειδύλλιο. Στην έρευνα διατυπώνονται αμφιβολίες για τη θεωρία ότι ο Βαν Γκογκ έκοψε το αυτί του μετά από καυγά με τον καλλιτέχνη Πολ Γκογκέν.
Ήταν γνωστό ότι ο Βαν Γκογκ ήταν στενοχωρημένος από την είδηση του γάμου – ο οποίος θα μπορούσε να απειλήσει την εγγύτητα της σχέσης τους και επίσης να αποκτήσει ο Τεό οικογένεια, την οποία θα συντηρούσε με αποτέλεσμα να μην μπορεί πλέον να ενισχύει οικονομικά τον ζωγράφο, που δεν είχε πουλήσει ούτε έναν πίνακα. Μέχρι πρότινος υπήρχε η άποψη ότι είχε μάθει το νέο αφού είχε κόψει το αυτί του.
Όμως ο ιστορικός τέχνης, Μάρτιν Μπέιλι στο νέο του βιβλίο “Studio of the South” αποκάλυψε ότι ο Βαν Γκογκ έμαθε για τον γάμο του Τεό, από μια επιστολή που του παραδόθηκε την Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 1888.
Αργότερα εκείνο το βράδυ ξέσπασε πράγματι διαμάχη, αφού οι δύο καλλιτέχνες είχαν περάσει ημέρα ζωγραφίζοντας μαζί υπό συνεχή βροχή, και ο Γκογκέν έφυγε από το σπίτι απειλώντας ότι θα επιστρέψει στο Παρίσι – όμως την απελπισία του Βαν Γκογκ δεν πυροδότησε αυτό, αλλά η είδηση που αφορούσε τον αδελφό του, πιστεύει ο ιστορικός τέχνης.
Μαζί με την επιστολή ο Τεό είχε στείλει και 100 φράγκα. Στο γράμμα ανέφερε ότι είχε συναντήσει ένα δεκαπενθήμερο νωρίτερα την παλιά φίλη του, Jo Bonger, η οποία προηγουμένως τον είχε απορρίψει και ότι αυτή τη φορά, μέσα σε μια εβδομάδα, συμφώνησε να τον παντρευτεί.
Ο Μπέιλι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Τεό είχε ήδη γράψει στη μητέρα του, ζητώντας την άδεια να παντρευτεί και ότι η Jo είχε γράψει στον μεγαλύτερο αδελφό της, ο οποίος απάντησε με συγχαρητήριο τηλεγράφημα που έφθασε στις 23 Δεκεμβρίου. Ο Μπέιλι είναι σίγουρος ότι ο Τεό έγραψε την ίδια στιγμή και στον αδελφό του και ότι η είδηση ήταν στο γράμμα που παραδόθηκε στο διάσημο Κίτρινο Σπίτι της Αρλ στις 23 Δεκεμβρίου.
Όταν ο ζωγράφος έκοψε το αυτί του με το ξυράφι, το τύλιξε σε ένα κομμάτι χαρτί και πήγε στο αγαπημένο του πορνείο. Το έδωσε σε μια νεαρή γυναίκα που γνώριζε. Σύμφωνα με άλλο βιβλίο που επίσης εκδόθηκε πρόσφατα, της Bernadette Murphy, η νεαρή δεν ήταν πόρνη, αλλά η κόρη ενός αγρότη που εργαζόταν στο πορνείο ως υπάλληλος. Η νεαρή κοπέλα έχασε τις αισθήσεις της και ο Βαν Γκογκ έφυγε προτού φθάσει η αστυνομία.
Ο Γκογκέν επέστρεψε στο σπίτι το άλλο πρωί, παραμονή Χριστουγέννων και βρήκε την αστυνομία στην πόρτα και τον καλλιτέχνη ξαπλωμένο στο αιματοβαμμένο κρεβάτι του. Ο Τεό, ο οποίος είχε την ελπίδα να περάσει τα πρώτα Χριστούγεννα με την αρραβωνιαστικιά του, τελικά την ημέρα των Χριστουγέννων επισκέφθηκε τον αδελφό του στο νοσοκομείο. Ο Βαν Γκογκ αφού κρατήθηκε για λίγο σε ένα δωμάτιο απομόνωσης – πήρε εξιτήριο στις 7 Ιανουαρίου, και έγραψε στον Τεό: “Σύντομα οι υπέροχες ημέρες θα έρθουν και θα ξεκινήσω για τους οπωρώνες και πάλι”.
Παρά την περαιτέρω κατάρρευση και μία ακόμη εισαγωγή στο νοσοκομείο, συνέχισε να ζωγραφίζει μέχρι που έφυγε από την Αρλ τον Απρίλιο. Τα έργα ζωγραφικής από αυτή την περίοδο απελπισίας της ζωής του είναι μεταξύ εκείνων που αγαπήθηκαν περισσότερο. Ο Μπέιλι αναφέρεται στο έργο “Η κρεβατοκάμαρα”. Ήταν ένα από τα δύο διπλά κρεβάτια που αγόρασε όταν εξόπλιζε με έπιπλα το νοικιασμένο σπίτι για να υποδεχθεί τον Γκογκέν, σημειώνει ο Μπέιλι και προσθέτει «Τα δύο μαξιλάρια στο έργο δείχνουν ότι ακόμα είχε μια επίμονη ελπίδα ότι θα μπορούσε να μοιραστεί τελικά το κρεβάτι του με μια γυναίκα”.
Το 1890, ο Βαν Γκογκ έστειλε το κρεβάτι σιδηροδρομικώς στο Auvers, βόρεια του Παρισιού, όπου δημιούργησε τα τελευταία έργα του πριν από την αυτοκτονία του τον Ιούλιο. Ο Τεό πέθανε το επόμενο έτος, και η χήρα του κληρονόμησε το κρεβάτι και το χρησιμοποίησε σε ένα μικρό ξενώνα στην Ολλανδία. Συζητήθηκε η επιστροφή του σε ένα μουσείο στο Κίτρινο Σπίτι, αλλά το κτίριο καταστράφηκε κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και το κρεβάτι δωρήθηκε από τον ανιψιό του σε χωρικούς των οποίων τα σπίτια είχαν καταστραφεί. Ο Μπέιλι δεν μπόρεσε να βρει τα ίχνη του, αλλά εικάζει ότι το ανθεκτικό ξύλινο κρεβάτι θα μπορούσε να είναι ακόμα κάπου εκεί έξω…
Ο Βαν Γκογκ είναι σήμερα ένας από τους πιο γνωστούς καλλιτέχνες στον κόσμο, αλλά το πόσο άγνωστος ήταν τη δεκαετία του 1880 φαίνεται από τις αναφορές σε τέσσερις εφημερίδες της εποχής του περιστατικού του ακρωτηριασμού του αυτιού του. Ο Μπέιλι εντόπισε τα δημοσιεύματα, σε δύο από τα οποία το όνομά του καλλιτέχνη είναι γραμμένο λάθος. Στο τρίτο δημοσίευμα αναφερόταν ότι “υπέστη σοβαρό τραυματισμό” ένας άνδρας πολωνικής υπηκοότητας.