Όμως μια νέα αρχαιογενετική έρευνα, με επικεφαλής μία Ελληνίδα επιστήμονα, η οποία μελέτησε δείγματα DNA από τις δύο μούμιες, αποκάλυψε ότι στην πραγματικότητα αυτές είχαν διαφορετικό πατέρα, άρα ήταν ετεροθαλή αδέλφια.
Οι δύο μούμιες, που είναι οι παλαιότερες του μουσείου στο Μάντσεστερ και από τις πιο γνωστές μεταξύ των Αιγυπτιολόγων, προέρχονται από δύο άνδρες της αρχαίας αιγυπτιακής ελίτ που έζησαν περίπου το 1800 π.Χ.
Ο κοινός τάφος τους, γνωστός ως «Ο Τάφος των δύο Αδελφών», είχε ανακαλυφθεί το 1907 σε ένα χωριό περίπου 400 χιλιόμετρα νότια του Καΐρου. Οι ιερογλυφικές επιγραφές στα φέρετρά τους έδειχναν ότι ήταν οι γιοί ενός ανώνυμου τοπικού κυβερνήτη. Έτσι ονομάσθηκαν «τα δύο αδέλφια».
Οι υποψίες
Όμως στην πορεία δημιουργήθηκαν υποψίες για το πόσο συγγενείς ήταν. Η Βρετανίδα αιγυπτιολόγος Μάργκαρετ Μάρεϊ που πρώτη είχε μελετήσει τις μούμιες, είχε βρει σημαντικές σκελετικές διαφορές μεταξύ τους και είχε έτσι υποθέσει ότι ο ένας αδελφός ήταν υιοθετημένος. Η αλήθεια είναι τελικά πως η μαμά των δύο τούς έκανε από διαφορετικούς άνδρες!
Η Ελληνίδα ερευνήτρια
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Κωνσταντίνα Δρόσου της Σχολής Γεωλογικών και Περιβαλλοντικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αρχαιολογικό περιοδικό “Journal of Archaeological Science: Reports”, μελέτησαν δείγματα μιτοχονδριακού DNA και DNA του χρωμοσώματος Υ.
Είναι η πρώτη φορά που γίνεται σε μούμια τέτοια συνδυαστική γενετική ανάλυση. Η μελέτη επιβεβαίωσε ότι τα δύο αδέλφια είχαν την ίδια μητέρα, αλλά αποκάλυψε ότι είχαν διαφορετικό πατέρα.
Όπως δήλωσε η Κ. Δρόσου, «ήταν ένα μακρύ και εξαντλητικό ταξίδι μέχρι τα ευρήματά μας, αλλά τελικά φθάσαμε σε αυτά. Είμαι ευγνώμων που καταφέραμε να προσθέσουμε ένα μικρό αλλά πολύ σημαντικό κομμάτι στο μεγάλο παζλ της ιστορίας και είμαι βέβαιη ότι τα αδέλφια θα ήταν πολύ περήφανα για μας. Αυτές ακριβώς οι στιγμές είναι που μας κάνουν να πιστεύουμε στο αρχαίο DNA».
Η Κ. Δρόσου αποφοίτησε το 2008 από το Τμήμα Αρχαιολογίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, πήρε το διδακτορικό της στη Βιομοριακή Αρχαιολογία από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ το 2016 και έκτοτε είναι ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Βιοτεχνολογίας του ίδιου πανεπιστημίου.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ