«Ένας χρόνος "σωτηρίας" της Ελλάδας. Αυταρχικοί είναι πάντα οι άλλοι» τιτλοφορείται το άρθρο του Τόμας Φρίκε στον Spiegel, που παίρνει θέση κατά του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, στην πολιτική που ακολούθησε απέναντι στην Ελλάδα, στις διαπραγματεύσεις του περσινού καλοκαιριού.
Ο Τόμας Φρίκε υπήρξε επικεφαλής οικονομολόγος της γερμανικής έκδοσης των Financial Times, από το 2002 ως το 2012.
Ολόκληρο το κείμενό του:
“Τι γίνεται αλήθεια με τους Έλληνες; Πριν ένα χρόνο ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών ανάγκασε τους Έλληνες να δεχτούν ένα πακέτο σωτηρίας το οποίο μόλις είχε απορρίψει ο λαός. Και δεν είχε αποτέλεσμα.
Περιστασιακά γίνεται λόγος για πολιτικούς στο εξωτερικό, οι οποίοι λαμβάνουν αυταρχικά μέτρα και καταργούν τη Δημοκρατία, ή θα το έκαναν αν εξελέγοντο. Ευτυχώς που δεν συμβαίνει καταρχάς σε μας. Καταρχάς. Εκτός εάν αφορά, ας σκεφτώ λιγάκι, τους Έλληνες.
Ο υπουργός μας των Οικονομικών έπρεπε φυσικά πριν ένα χρόνο να αναστείλει για λίγο τη Δημοκρατία λόγω έσχατης ανάγκης και -θα θυμάστε- να υποδείξει στην κυβέρνηση της Αθήνας να αποφασίσει υπέρ ενός πακέτου εξυγίανσης εναντίον του οποίου είχε ψηφίσει περισσότερο από το 60% των Ελλήνων πριν μερικές μέρες σε ένα δημοψήφισμα.
Η αιτιολογία για την μεταστροφή ήταν σαφής: διαφορετικά η Ελλάδα δεν θα έπαιρνε πια από μας δάνειο, σαφώς. Κάτι το οποίο δεν είχε να κάνει φυσικά σε τίποτα με εκβιασμό. Χρήματα από μας και Δημοκρατία; Δεν πρέπει να υπερβάλει κανείς.
Τότε ήταν φυσικά κάτι το εντελώς διαφορετικό. Επρόκειτο, ας πούμε, για το ότι οι Έλληνες δεν ήθελαν να καταλάβουν τι είναι καλό γι΄αυτούς: να ξανακάνουν τις δέουσες περικοπές, να αυξήσουν τους φόρους και να ξεπουλήσουν τη δημόσια περιουσία, επειδή μετά όλα θα ήταν καλύτερα. Η οικονομία θα δημιουργούσε εμπιστοσύνη, θα αναπτυσσόταν και θα δημιουργούνταν θέσεις εργασίας. Έπρεπε, λοιπόν, ο υπουργός των Οικονομικών να βοηθήσει λίγο, ας πούμε, στο να εκτραπεί/να αναστραφεί ελαφρά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Και άξιζε. Βέβαια δεν φαίνεται ακόμα πολύ καθαρά. Οι δημοσκοπήσεις ανάμεσα σε μάνατζερ των επιχειρήσεων δείχνουν ένα χρόνο μετά μια (ακόμα) ελαφρά συρρίκνωση της βιομηχανίας. Τέλεια.
Το (ελληνικό) ΑΕΠ μειώθηκε το 2016 κατά 1%. Αυξάνονται οι θέσεις εργασίας μήνα με το μήνα (μερικώς χάρη στο κράτος), αν και η ανεργία ένα χρόνο μετά το πακέτο σωτηρίας βρίσκεται ακόμα στο 23,5% (αντί 24,5% πριν).
Εντάξει, πάει καλά ο τουρισμός, κάτι το οποίο για να είμαστε ειλικρινείς έχει να κάνει με την τρομοκρατία των γειτόνων και λιγότερο με το πακέτο το οποίο υπαγόρευσε ο Σόιμπλε.
Κατά βάση η ελληνική κυβέρνηση -παρά τις αντιστάσεις- έχει κάνει υπάκουα αρκετά από όσα ο λαός λανθασμένα δεν ήθελε αρχικά. Και για τα οποία βοήθησαν ο Σόιμπλε και οι φίλοι του υπουργοί Οικονομικών. Μόνο που η μαζική ανεργία και η μιζέρια δεν εξαφανίστηκαν. Η εξήγηση γι’ αυτό πρέπει να είναι κάποια άλλη.
Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι οι υψηλοί φόροι, οι εισφορές και οι περικοπές συνέβαλαν αποφασιστικά απλώς στο να μην ανακάμπτει η οικονομία. Και φυσικά κανένας δεν θέλει να επενδύει σε μια χώρα όπου λόγω έλλειψης αγοραστικής δύναμης δεν μπορείς να πουλήσεις τίποτα. Δεν είναι τυχαίο το ότι κινείται μόνο ο τουρισμός, διότι έρχονται χρήματα απ΄ έξω και έτσι κινείται και η ελληνική οικονομία.
Ίσως τελικά ο ελληνικός λαός να μην έσφαλε εκφράζοντας συγκεκριμένες αμφιβολίες στο να αποδεχτεί ένα νέο πακέτο και να γίνουν ακόμα περισσότερες περικοπές, αντί να ληφθεί μέριμνα να έλθουν περισσότερα χρήματα στην οικονομία.
Στο θέμα αυτό λίγο βοηθά και η κυνική επισήμανση, εδώ στη χώρα μας, ότι όποιος δίνει το δάνειο (δηλαδή εμείς) επιτρέπεται να αποφασίζει/να καθορίζει. Επιτέλους αυτό δεν είναι λευκή επιταγή για να κάνει κάποιος μια πολιτική ενάντια στη θέληση του λαού η οποία δεν βοηθά κανέναν τελικά. Ειδικά όταν τα δάνειά μας ήταν ως γνωστόν ούτως ή άλλως στο μεγαλύτερο μέρος τους προς όφελος των τραπεζών μας και όχι των Ελλήνων.
Αλλά και η ελληνική οικονομία θα ανακάμψει αν υποχωρήσει λίγο ο ζήλος. Θα μπορούσε όμως να είναι μόνο πολύ μικρή (η υποχώρηση) και πολύ αργά για να αποτρέψει κανείς τη μεγάλη ζημιά.
Ας το πούμε προσεκτικά: (Όσα έγιναν) δεν ήταν τα καλύτερα. Ούτε για τους Έλληνες ούτε για τη δική μας πειστικότητα. Θα ήμασταν έστω και λίγο πιο αξιόπιστοι ως υπέρμαχοι της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας και της ευημερίας, εάν δεν αγνοούσαμε δημοκρατικές αποφάσεις άλλων χωρών (ή εάν τουλάχιστον διαμαρτυρόμασταν εναντίον όταν το πράττει ο υπουργός μας τον Οικονομικών), απλώς διότι εξαρτώνται από τα χρήματά μας.
Ιδίως τώρα, που θεωρούμε ως μέτρο σύγκρισης τόσο άσχημες και οικονομικά αμφιλεγόμενες συνταγές μιας υποτιθέμενης ανάπτυξης μέσω του σφίξιμου του ζωναριού. Πρόκειται για μια μαύρη στιγμή για την Ευρώπη.”