Ο Μπαρτολομέο Κριστοφόρι γεννήθηκε στις 4 Μαίου 1655 στην Πάντουα της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας (σημερινή Πάντοβα Ιταλίας). Λίγα είναι γνωστά για τη ζωή του και η ανακάλυψή του δεν ήταν αρκετά γνωστή ενόσω αυτός ζούσε. Γύρω στο 1690 πήγε από την Πάντοβα στη Φλωρεντία, μετά από πρόσκληση τού πρίγκιπα Φερδινάνδου των Μεδίκων, έχοντας εδραιώσει την φήμη του ως κατασκευαστής αρπίχορδων οργάνων (σπινέτο, τσέμπαλο, κ.α).
Ο Κριστοφόρι επινόησε το πιάνο γύρω στο 1709 και, σύμφωνα με πηγές της εποχής του, υπήρχαν το 1711 τέσσερα πιάνα. Το 1713 ο Φερδινάνδος πέθανε και ο Κριστοφόρι παρέμεινε στην υπηρεσία του μεγάλου δούκα Κόζιμο Γ΄. Αργότερα (1716) ορίστηκε υπεύθυνος για τη φροντίδα τής συλλογής οργάνων που είχε συγκεντρώσει ο Φερδινάνδος. Από τα 84 όργανα, τα 7 ήταν κατασκευής του Κριστοφόρι.
Ο Ιταλός οργανοποιός είναι ο πρώτος που χρησιμοποίησε μικρά σφυριά για να πλήττονται αντί να νύσσονται οι χορδές και έτσι έδωσε την δυνατότητα στον ήχο να γίνεται απαλότερος (piano) ή εντονότερος (forte), ανάλογα με την πίεση που ασκούσε στα πλήκτρα ο εκτελεστής. Γι’ αυτό στην αρχή ο νέος τύπος του πληκτροφόρου οργάνου που πρότεινε, ονομάσθηκε pianoforte ή fortepiano και με την πάροδο του χρόνου επικράτησε η ονομασία πιάνο.
Ο Κριστοφόρι τελειοποίησε το πιάνο μέχρι τού σημείου ώστε, από το 1726, είχε φτάσει, ως προς τα ουσιαστικά του στοιχεία, στην ολοκλήρωση τού σύγχρονου πιάνου. Το σχέδιο του δεν ήταν ευρύτερα γνωστό στην Ιταλία, αλλά φρόντισε να το διαδώσει στον ευρωπαϊκό χώρο με ένα άρθρο του ο συμπατριώτης του τεχνοκριτικός Σιπιόνε Μαφέι (1675-1755).
Ο Μπαρολομέο Κριστοφόρι πέθανε στις 27 Ιανουαρίου 1731, σε ηλικία 75 ετών.
Το πιάνο μπορεί να αποδώσει μουσική είτε ως σόλο όργανο, είτε μέσα σε μια ορχήστρα. Αν και πολλοί πιστεύουν πώς χρησιμοποιείται κυρίως στην κλασική μουσική, το πιάνο κατέχει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο και στην τζαζ, την μπλουζ και το ροκ εν ρολ, καθώς και στη λαϊκή μουσική όπου είτε κυριαρχεί είτε λειτουργεί ως βοηθητικό για άλλα όργανα.
Όσον αφορά τη λειτουργία του, πατώντας κάποιο πλήκτρο η χορδή που του αντιστοιχεί «χτυπιέται» από ένα μαλακό σφυράκι καλυμμένο από τσόχα που επιστρέφει πίσω στη θέση του όταν χτυπηθεί η χορδή.
Επιπρόσθετα το πιάνο έχει και δύο πεντάλ κάτω στο κέντρο στο ύψος του πέλματος. Το αριστερό είναι το σιγανό: πατώντας το, σηκώνεται ένας μοχλός που μετακινεί τα σφυράκια κοντύτερα στις χορδές με αποτέλεσμα ο ήχος να είναι σαφώς σιγανότερος. Το δεξί πεντάλ που ονομάζεται πεντάλ διαρκείας ή δυνατό πεντάλ ανασηκώνει τους σιωπητήρες από τις χορδές και διατηρεί τον ήχο.
Το πιάνο είναι από τα πιο δημοφιλή μουσικά όργανα στον κόσμο. Χρησιμοποιείται ευρέως στην κλασσική και τζάζ μουσική, στην εκκλησιστική αλλά και στη συνοδεία (ακκομπανιαμέντο). Αν και είναι βαρύ και πολύ δύσκολο στη μεταφορά του, ωστόσο, η ευελιξία και άλλα προτερήματά του το κάνουν το πιο οικείο μουσικό όργανο. Υπάρχουν πιάνα με ουρά και όρθια. Τα πιάνα με ουρά εμφανίστηκαν πρώτα και θεωρούνται πολύ καλύτερα σε ποιότητα απ’ ό’ τι τα όρθια. Τα δεύτερα εμφανίστηκαν για να καλύψουν ανάγκες όπως η έλλειψη χώρου.