“Η Βρετανία έκανε εντυπωσιακό λάθος στην διάγνωσή της για την Ευρώπη. Αντί το Brexit να επιφέρει πλήγμα και να υπονομεύσει το ευρωπαϊκό εγχείρημα, γαλβάνισε την ΕΕ και τα 27 εναπομείναντα μέλη της” γράφει το πρακτορείο Bloomberg. “Ούτε μια από τις 27 χώρες δεν αντέγραψε το παιχνίδι του Ηνωμένου Βασιλείου. Καθώς οι διαπραγματεύσεις τραβούσαν σε μάκρος και το Λονδίνο υποχώρησε στην εσωστρέφεια, οι σφυγμομετρήσεις στις χώρες της ΕΕ έδειχναν αύξηση της υποστήριξης προς το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Οι βρετανικές προσπάθειες να αποσπαστούν μεμονωμένες χώρες απέτυχαν“.
Όπως τονίζει το Bloomberg, “τα ξημερώματα της 24ης Ιουνίου 2016, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο συνειδητοποίησε ότι η πλειοψηφία είχε ταχθεί υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Νάιτζελ Φάρατζ, εκ των πρωτοστατών της εκστρατείας υπέρ του Brexit, δήλωσε πως η ημέρα αυτή θα καταγραφεί ως «ημέρα ανεξαρτησίας». Δυόμιση χρόνια μετά οι όροι της συμφωνίας αποχώρησης προβλέπουν ότι για το ορατό μέλλον η Βρετανία θα παραμείνει προσδεδεμένη στην ΕΕ. Πείθοντας το Ηνωμένο Βασίλειο να παραμείνει στην τελωνειακή ένωση, ο επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας της ΕΕ, Μισέλ Μπαρνιέ εξασφάλισε τη συμμόρφωση της Βρετανίας προς τους κανόνες της ΕΕ. Όπως αναφέρουν επιφανείς πολέμιοι της Τερέζα Μέι, η Βρετανία θα είναι ένα κράτος υποτελές στις Βρυξέλλες. «Ο τρόπος που προπαγανδίστηκε το Brexit ήταν ανέκαθεν ένας μύθος, δεν είχε την παραμικρή αξιοπιστία. Η ΕΕ προσγείωσε τους Brexiteers στην πραγματικότητα», δήλωσε ο Τζέικομπ Φανκ Κίρκεργκαρντ του Peterson Institute for International Economics της Ουάσινγκτον.
Οι υπέρμαχοι της παραμονής αιφνιδιάστηκαν ολοκληρωτικά από το πείσμα των ψηφοφόρων και ο τότε πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον ανακοίνωσε αμέσως την πρόθεσή του να παραιτηθεί. Όπως γνωρίζουμε πλέον, οι υπέρμαχοι της αποχώρησης αιφνιδιάστηκαν ακόμη περισσότερο, επειδή δεν διέθεταν σχέδιο για τα επόμενα βήματά τους. Επειδή όμως ήταν δικαιωμένοι από το αποτέλεσμα οι δυνατότητές τους φαίνονταν απεριόριστες. Ο Φάρατζ προέβλεπε ότι την Βρετανία θα ακολουθήσουν η Ολλανδία, η Δανία, η Σουηδία και η Αυστρία. Ο εμβληματικός Μπόρις Τζόνσον, που τοποθετήθηκε υπουργός Εξωτερικών, αλλά παραιτήθηκε εξαιτίας της τροπής που έλαβαν οι διαπραγματεύσεις, δήλωσε μετά το δημοψήφισμα ότι ο βρετανικός λαός «ψήφισε υπέρ της δημοκρατίας, στην Βρετανία και την Ευρώπη». Όμως -πάντα κατά το Bloomberg- η υπόλοιπη Ευρώπη δεν ήθελε να έχει καμία σχέση… Οι συνεχείς δυσάρεστες ειδήσεις για την βρετανική οικονομία έπαιξαν προειδοποιητικό ρόλο για επίδοξους μιμητές.
Δεν είναι όλα ρόδινα στην ΕΕ
Το Brexit συνέβαλε να εκδηλωθεί πολλή απογοήτευση για το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η Ιταλία δοκιμάζει τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ. Οι εθνικιστικές κυβερνήσεις σε Πολωνία και Ουγγαρία έχουν έρθει σε σύγκρουση με τις Βρυξέλλες. Η Σουηδία αιωρείται σε ένα πολιτικό κενό μετά την ανάδειξη στην τρίτη θέση ενός ακροδεξιού, ευρωσκεπτικιστικού κόμματος. Όμως, ακόμη και για τα προβληματικά παιδιά της, το πρόβλημα με την ΕΕ είναι η μεταρρύθμισή της, παρά η αποχώρηση από αυτήν. Η δισεπίλυτη φύση της αποχώρησης έγινε εμφανής στην προσπάθεια να αποφευχθεί η ανασύσταση ενός αστυνομευόμενου συνόρου μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας και της Ιρλανδικής Δημοκρατίας. Το ζήτημα ελάχιστα αναφέρθηκε κατά την περίοδο πριν το δημοψήφισμα, έγινε όμως το κυρίαρχο θέμα των διαπραγματεύσεων. Κομβικό ζήτημα των δυσκολιών που αντιμετώπισε η Βρετανία στις διαπραγματεύσεις ήταν το ασυμβίβαστο των απαιτήσεών της. Ήθελε να έχει προνομιακή πρόσβαση στην ενιαία αγορά χωρίς να αποδέχεται τη μετανάστευση που απορρέει από τις τέσσερις ελευθερίες μετακίνησης ανθρώπων, κεφαλαίων, αγαθών και υπηρεσιών. Οι Βρετανοί έκαναν το λάθος να θεωρήσουν σύμμαχό τους την Άνγκελα Μέρκελ, που θα υποστήριζε το Λονδίνο έναντι των Βρυξελλών, μη κατανοώντας ότι η Γερμανία και πολλά άλλα μέλη θεωρούν την ΕΕ εγγυήτρια της ευρωπαϊκής ασφάλειας και ευημερίας. Οριακό σημείο υπήρξε η παραίτηση του Ιβάν Ρότζερς , ενός από τους ελάχιστους Βρετανούς αξιωματούχους με γνώση του τρόπου λειτουργίας της ΕΕ. Έχοντας λάβει αντιφατικές οδηγίες, η απροετοίμαστη βρετανική διαπραγματευτική ομάδα απέμεινε μόνη να αντιμετωπίσει τις υπηρεσίες της ΕΕ, που διαθέτουν εμπειρία λεπτομερών διαπραγματεύσεων σε συνθήκες κρίσης. Οι εμπορικές συμφωνίες είναι βούτυρο στο ψωμί της ΕΕ και, μαζί με τις αντιμονοπωλιακές ρυθμίσεις, το πεδίο που η Ένωση αντλεί την παγκόσμια επιρροή της. Στα εμπορικά ζητήματα το μέγεθος έχει σημασία και το Λονδίνο διαπραγματεύεται με ένα μια οικονομική δύναμη πενταπλάσια της δικής του. Το 2016 ο Φάρατζ δήλωσε ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος «γκρεμίζει αυτό το αποτυχημένο εγχείρημα». Τώρα, έμεινε να καταφέρεται εναντίον «της χειρότερης συμφωνίας στην ιστορία”, τονίζει το Bloomberg.