Το αδιέξοδο για το Brexit παραμένει, αλλά οι δύο πλευρές θα συνεχίσουν τις συνομιλίες τους, ενώ ο χρόνος έχει αρχίσει να πιέζει ασφυκτικά.
Η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ δεν κατάφεραν να άρουν το αδιέξοδο για το Brexit στη συνάντηση, διάρκειας μιάμισης ώρας, που είχαν σήμερα στις Βρυξέλλες, όμως θα συναντηθούν ξανά πριν από τέλη Φεβρουαρίου, όπως ανέφεραν οι ίδιοι σε μια κοινή ανακοίνωσή τους.
«Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν ότι οι συνομιλίες ήταν εποικοδομητικές. Προέτρεψαν τις ομάδες τους να συνεχίσουμε να εξετάζουν τις επιλογές σε θετικό πνεύμα» τονίζεται στην ανακοίνωση.
Η πρόβλεψη για το “backstop” στη συμφωνία για το διαζύγιο της Βρετανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που στοχεύει στο να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να υπάρξουν σκληρά σύνορα με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας μετά το Brexit είναι προσωρινή, διαβεβαίωσαν ο πρόεδρος της Κομισιόν και η Βρετανίδα πρωθυπουργός.
«Οι συνομιλίες τους αφορούσαν το ποιες εγγυήσεις θα μπορούσαν να δοθούν αναφορικά με το backstop, υπογραμμίζοντας για μία ακόμη φορά την προσωρινή φύση του και του να παρασχεθούν οι κατάλληλες νομικές διασφαλίσεις και στις δύο πλευρές».
Από την πλευρά της, η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι επισήμανε σήμερα ότι επιτεύχθηκε πρόοδος προς την επίλυση του αδιέξοδου σχετικά με τις διευθετήσεις για το backstop για τα ιρλανδικά σύνορα μετά το Brexit, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι ο χρόνος εξαντλείται για τη διασφάλιση αυτών των αλλαγών.
«Υπογράμμισα την ανάγκη που έχουμε να δούμε νομικά δεσμευτικές αλλαγές σχετικά με το backstop, που θα διασφαλίζουν ότι δεν θα είναι αόριστο. Ότι αυτό είναι το ζητούμενο… Συμφωνήσαμε ότι θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για την εξεύρεση μιας λύσης» δήλωσε η Μέι, σε ξένα τηλεοπτικά δίκτυα, μετά το τετ α τετ με τον Γιούνκερ στις Βρυξέλλες για το Brexit.
«Το γοργόν και χάριν έχει και είναι προς το συμφέρον και των δύο μας, όταν η Βρετανία αποχωρήσει από την ΕΕ να το κάνει με συντεταγμένο τρόπο. Επομένως, καταγράψαμε πρόοδο».
Πάντως, στη σημερινή ανακοίνωση Λονδίνου και Βρυξελλών, δεν τίθεται θέμα “επαναδιαπραγμάτευσης” της συμφωνίας για το Brexit, αλλά κυρίως να “υπάρξουν τροποποιήσεις” στην πολιτική διακήρυξη, που θα τη συνοδεύει.