Το ιταλικό δημοψήφισμα για τις προωθούμενες από τον Ιταλό πρωθυπουργό συνταγματικές αλλαγές, θεωρείται από πολλούς, η αρχή του... ξηλώματος του πουλόβερ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι υποστηρικτές του “ΟΧΙ” είχαν σταθερό προβάδισμα μέχρι και τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, ενώ ο Ιταλός πρωθυπουργός σε ομιλία του δήλωνε πως “η διαφορά είναι ελάχιστη” και ως εκ τούτου αναστρέψιμη.
Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, η Λέγκα του Βορρά και τα Πέντε Αστέρια του Μπέπε Γκρίλο επέμειναν μέχρι το τέλος ότι αν ο Ματέο Ρέντσι χάσει το δημοψήφισμα, θα πρέπει να παραιτηθεί.
Τι λέει ο διεθνής Τύπος;
Μερίδα του βρετανικού και του γερμανικού τύπου γράφει αυτές τις ημέρες ότι «ο Ρέντσι μπορεί να παραμείνει τελικά έστω και αν δεν πετύχει τον στόχο του δημοψηφίσματος». Ο Ιταλός πρωθυπουργός έχει συνδέσει το πολιτικό του μέλλον με το συγκεκριμένο δημοψήφισμα.
Ενδεχόμενο «όχι» των Ιταλών αύριο είναι πιθανό να τον οδηγήσει σε παραίτηση. Σε περίπτωση που η έκβαση είναι αρνητική για τον Ιταλό πρωθυπουργό και παραιτηθεί όντως, αναλυτές εκφράζουν φόβους για πολιτική αστάθεια με αρνητικές συνέπειες στις χρηματαγορές, ενώ εκτιμούν ότι ενδέχεται να υπάρξουν πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις στο σύνολο της ευρωζώνης.
Ο ιταλικός Τύπος
Εκτεταμένη αναφορά, με σχόλια και αναλύσεις, έκανε το Σάββατο ο ιταλικός Τύπος στο για το συνταγματικό δημοψήφισμα. «Φτάσαμε στη στιγμή της αλήθειας μετά από μια απ΄τις κουραστικότερες εκστρατείες της ιστορίας της αβασίλευτης Δημοκρατίας», γράφει η εφημερίδα του Μιλάνου Κοριέρε Ντέλα Σέρα.
Σύμφωνα με τον διευθυντή της εφημερίδας, Λουτσιάνο Φοντάνα, «διχάστηκαν οικογένειες, έγινε ουσιαστική κατάληψη και μονοπωλήθηκε από την πολιτική ο τηλεοπτικός χρόνος, μέρος των ξένων εφημερίδων έγραψε ότι είμαστε στον τρίτο σταθμό της παρακμής της Δύσης, μετά το Brexit και τη νίκη του Tραμπ».
Ο Φοντάνα υπογραμμίζει ότι η εφημερίδα του αμφιβάλλει σοβαρά πως «οι μεταρρυθμίσεις αυτές άξιζαν όλα αυτά». «Θεωρούμε ότι ήταν σαφώς πιο σημαντικές, κάποιες μεταρρυθμίσεις σχετικά με το φορολογικό σύστημα, την ανταγωνιστικότητα, τη γραφειοκρατία, την παιδεία και την έρευνα, οι οποίες θα έδιναν, επιτέλους, νέα ώθηση σε μια χώρα η οποία δεν αναπτύσσεται αρκετά», προσθέτει η Κοριέρε.
«Τώρα δεν μπορούμε παρά να περιμένουμε το ελεύθερο και δημοκρατικό αποτέλεσμα που αύριο θα προκύψει από τη βούληση των πολιτών», σημειώνει η εφημερίδα του Μιλάνου. Παράλληλα, καθιστά σαφές ότι «από τη Δευτέρα, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, πρέπει να αποκατασταθεί το πολιτικό κλίμα, να βρεθεί και πάλι ο ορθολογισμός και να εντοπισθούν οι αναγκαίες προτεραιότητες».
Ο διευθυντής της εφημερίδας Λα Ρεπούμπλικα, Μάριο Καλαμπρέζι, σε σχόλιό του με τίτλο «πώς να επανενωθεί μια δηλητηριασμένη χώρα», γράφει ότι «οι σημερινοί τόνοι και το όλο κλίμα, αλλά και η λεκτική βία, φέρνουν στον νου, κυρίως, τους διχασμούς της περιόδου που ακολούθησε τον Πρώτο και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο». Ο Καλαμπρέζι υπενθυμίζει ότι «από την πρώτη περίπτωση, πριν από σχεδόν έναν αιώνα, προέκυψε ένα αυταρχικό καθεστώς, ενώ από τη δεύτερη, η ανοικοδόμηση της χώρας στέφθηκε με επιτυχία».
«Σήμερα ζούμε σε μια εποχή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί μια τρίτη μεταπολεμική περίοδος: η σύγκρουση έγινε θεσμική, με το τέλος των κομματικών δομών, αλλά και οικονομική, με μια κρίση η οποία κατέστρεψε τη μέση αστική τάξη, τις προσδοκίες, και διέλυσε το κοινωνικό σύμφωνο, το οποίο βασιζόταν στην πεποίθηση ότι τα παιδιά θα είχαν μια καλύτερη ζωή από εκείνη των γονιών τους», τονίζει ο διευθυντής της εφημερίδας της Ρώμης.
Ο Μάριο Καλαμπρέζι πιστεύει, επίσης, ότι «ο Ρέντσι εργάσθηκε για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, η κυβέρνηση αυτή ενδιαφέρθηκε, όντως, για τα κοινωνικά δικαιώματα και την υποδοχή των προσφύγων, αλλά απουσιάζουν υπερβολικά, από την ατζέντα, τα προβλήματα των νέων και υπάρχει, επίσης, μια δυσκολία στο να κατανοηθεί και να μειωθεί η δυσαρέσκεια».
Ζητά από όλες τις πολιτικές δυνάμεις να αποδεχθούν το αποτέλεσμα που θα προκύψει από τις κάλπες, χωρίς διαμαρτυρίες και εκδικητικές τάσεις, «σε μια προσπάθεια να καταφέρουν να οικοδομήσουν κάτι, αντί να νομίζουν ότι υπάρχει ακόμη οτιδήποτε που πρέπει να καταστραφεί».
Η εφημερίδα Ιλ Φάτο Κουοτιντιάνο, σε «εξώφυλλο» πριν το καθιερωμένο πρωτοσέλιδο, παρουσιάζει γνωστά πρόσωπα της τέχνης και του πολιτισμού, τα οποία δηλώνουν «περήφανα για το ότι ψηφίζουν όχι». Ανάμεσά τους, οι φωτογραφίες του συγγραφέα Αντρέα Καμιλέρι, του συνταγματολόγου Στέφανο Ροντοτά, του πρώην διευθυντή της εφημερίδας Κοριέρε Ντέλα Σέρα, Φερούτσιο Ντε Μπόρτολι και του μουσικού της ραπ J-Αx.
Ο Αντρέα Καμιλέρι δηλώνει ότι «πρόκειται για μια συγκεχυμένη μεταρρύθμιση, η οποία δεν επιτρέπει στους Ιταλούς να επιλέγουν τους πολιτικούς που πρέπει να τους εκπροσωπούν». Ο συνταγματολόγος Στέφανο Ροντοτά τονίζει ότι «εντυπωσιάζει η γλωσσική φτώχεια αλλά και εκείνη του περιεχομένου», στην προτεινόμενη αλλαγή του Συντάγματος, ενώ η επικεφαλής του κεντροαριστερού συνδικάτου Cgil, Σουζάνα Καμούσο, θεωρεί ότι «είναι μια χαμένη ευκαιρία, ενώ θα μπορούσαν να γίνουν οι αλλαγές εκείνες που μπορούν να απλοποιήσουν, αλλά και να ενισχύσουν τους θεσμούς».
O Φαμπρίτσιο Ροντολίνο, τέλος, σχολιαστής της εφημερίδας «Λ’ Ουνιτά», η οποία πρόσκειται στο Δημοκρατικό Κόμμα του Ρέντσι, εκτιμά ότι «υπάρχει ένας ψυχολογικός διπολισμός» αφού «το ναι είναι αισιόδοξο και το όχι απαισιόδοξο».
Σύμφωνα με την ανάλυσή του «με τη θετική ψήφο δηλώνεις ότι είσαι έτοιμος για τα νέα πράγματα που θα ακολουθήσουν. Με την αρνητική επιλογή, αναδιπλώνεσαι στα όσα ήδη υπάρχουν». Ο Ροντολίνο, δηλαδή, πιστεύει ότι «στην πραγματικότητα είναι σαν να έχουν γράψει, πάνω στα ψηφοδέλτια: είσαι αισιόδοξος;».
ΠΗΓΗ: deutsche welle, ΑΠΕ-ΜΠΕ