«Τουλάχιστον στο επίπεδο της νευρικής δραστηριότητας ο εγκέφαλος των ανδρών και των γυναικών ανταποκρίνεται με τον ίδιο τρόπο στην πορνογραφία», δήλωσε ο Χαμίντ Νούρι, ένας από τους συγγραφείς της έρευνας από το Ινστιτούτο Βιολογικής Κυβερνητικής Μαξ Πλανκ, στην Γερμανία.
Οι μελετητές ανέλυσαν δεδομένα 61 δημοσιευμένων ερευνών στις οποίες συμμετείχαν ενήλικες από τα δύο φύλα και με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό. Οι συμμετέχοντες εκτίθεντο καθημερινά σε ερωτικές εικόνες που είχαν αξιολογήσει προηγουμένως ως διεγερτικές και στη συνέχεια υποβάλλονταν σε τομογραφίες εγκεφάλου.
Τα αποτελέσματα που δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση «Proceedings of the National Academy of Sciences» έδειξαν πως δεν υπήρχαν λειτουργικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων. Συγκεκριμένα, οι αλλαγές στη δραστηριότητα του εγκεφάλου παρατηρήθηκαν στις ίδιες περιοχές και στα δύο φύλα (αμυγδαλή, νησιωτικός φλοιός -δηλαδή το τμήμα εκείνο του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων που βρίσκεται βαθιά μέσα στην πλάγια αύλακα– ραβδωτό σώμα-δηλαδή ένα τμήμα των βασικών γαγγλίων). Οι ίδιες περιοχές ενεργοποιούνται και για την επεξεργασία συναισθηματικών ερεθισμάτων και ανταμοιβών.
Μεγαλύτερη ενεργητικότητα των περιοχών αυτών παρατηρήθηκε κατά την προβολή ερωτικών εικόνων παρά ερωτικών βίντεο. Βρέθηκαν επίσης μικρές διαφορές στις περιοχές εγκεφαλικής ενεργοποίησης ανάλογα με τον σεξουαλικό προσανατολισμό.
Σε δεύτερο χρόνο η ομάδα των ερευνητών ανέλυσε 30 δημοσιευμένες μελέτες για να διερευνήσει εάν υπάρχουν διαφορές στην φαιά ουσία στο νησιωτικό και κογχομετωπιαίο φλοιό (Σ.τ.Σ: ο οποίος έχει την «έδρα» του πίσω από τα μάτια και παίζει ρόλο-«κλειδί» στη λήψη αποφάσεων).
Δε βρέθηκαν όμως διαφορές σε αυτές τις περιοχές μεταξύ των δύο φύλων.
Ο Νούρι τονίζει ότι ενδεχομένως να υπάρχουν κοινωνικοί λόγοι που εξηγούν τη διαφοροποίηση στην ανταπόκριση στις ερωτικές εικόνες μεταξύ των δύο φύλων. Ο ίδιος υπογραμμίζει πως «η γυναικεία σεξουαλικότητα είναι έντονα στιγματισμένη» και υποστηρίζει ότι «δεν είναι πως στις γυναίκες δεν αρέσει το πορνό, ίσως όμως υπάρχουν δευτερεύοντες ανασταλτικοί παράγοντες που τις αποτρέπουν από το να εκφράσουν αυτό που πραγματικά νιώθουν».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ