Με αφορμή λοιπόν την πρώτη συνέντευξή του εδώ και πέντε χρόνια σε γερμανικά μέσα ενημέρωσης και σε ερώτηση αν αυτό δείχνει ότι οι σχέσεις με τη Γερμανία βρίσκονται σε καμπή, ο Τούρκος πρόεδρος καταλογίζει στα ΜΜΕ της χώρας την διεξαγωγή εκστρατείας συκοφάντησης εναντίον της Τουρκίας και επισημαίνει πως «μέρος αυτής της εκστρατείας αποτελούν συνεντεύξεις με τρομοκράτες».
Υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν ανεξάρτητα ΜΜΕ πουθενά στον κόσμο, ότι ακολουθούν ιδεολογίες ή συμφέροντα και σημείωσε: «Πηγαίνετε όπου φυσάει ο άνεμος. Και τα γερμανικά ΜΜΕ επίσης. Το γνωρίζουμε με ακρίβεια και κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει το αντίθετο».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Συνεχίζοντας σε αυτό το πλαίσιο, ανέφερε πως τα γερμανικά ΜΜΕ χαρακτηρίζουν τον Ερντογάν δικτάτορα και διερωτάται: «Πώς ορίζουν τα μέσα τον όρο δικτάτορα;». Ο δημοσιογράφος της γερμανικής εφημερίδας απαντά ότι του αποδίδεται ο χαρακτηρισμός αυτός λόγω του αριθμού των δημοσιογράφων που βρίσκονται στη φυλακή, για τις απολύσεις χιλιάδων ανθρώπων μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και την κατασκοπεία σε βάρος Γερμανών βουλευτών.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, ο Ερντογάν εφοδιάστηκε με σημειώσεις από το βοηθό του και απάντησε ότι τα στοιχεία που έχει ο δημοσιογράφος είναι λάθος, παραθέτοντας διεξοδικά κατά ομάδες αδικήματα που έχουν διαπράξει οι συλληφθέντες δημοσιογράφοι, με κυριότερη αυτή της τρομοκρατικής δράσης. Ο δημοσιογράφος εστιάζει στην περίπτωση του Γιουτζέλ (ο οποίος βρίσκεται φυλακισμένος 140 ημέρες στην απομόνωση, με καθυστέρηση παροχής προξενικής συνδρομής) και αναφέρει ότι στην Γερμανία κανένας δημοσιογράφος δεν θα βρισκόταν στη φυλακή ούτε για λίγες ημέρες με βάση υποψίες. «Εδώ δεν είναι Γερμανία. Η Τουρκία έχει τους δικούς της νόμους και κανονισμούς. Και έχει και μια ανεξάρτητη Δικαιοσύνη που πράττει όσα προβλέπει το σύνταγμα», απαντά ο Ερντογάν.
Ερωτηθείς εάν θεωρεί έναν δημοσιογράφο που παίρνει συνεντεύξεις από εξτρεμιστές δεξιούς ή αριστερούς, τρομοκράτη, ο Τούρκος πρόεδρος είναι της γνώμης ότι έτσι ο δημοσιογράφος ουσιαστικά βοηθάει και στηρίζει τη διάδοση των ιδεών της τρομοκρατίας, πράγμα που αποτελεί αδίκημα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Εστιάζοντας περαιτέρω στις γερμανο-τουρκικές σχέσεις, ο Τούρκος Πρόεδρος αναφέρει πως η Γερμανία αποτελεί τον κύριο εμπορικό εταίρο της Τουρκίας, «με όγκο συναλλαγών 35,5 δισ. δολ. και τονίζει πως εάν η γερμανική κυβέρνηση θέλει να θυσιάσει τις σχέσεις μας για μια τρομοκρατική οργάνωση θα ήταν μεγάλο λάθος». «Οι Γερμανοί βουλευτές στήριξαν το “όχι” στην εκστρατεία για τη συνταγματική μεταρρύθμιση. Και εσείς το στηρίξατε. Με έχετε βλάψει προσωπικά.
Δυστυχώς οι υψηλά ιστάμενοι σίγησαν. Εμείς θέλουμε να διατηρήσουμε καλές σχέσεις με τη Γερμανία ακόμα και σήμερα. Χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλο. Τρία εκατομμύρια Τούρκοι εκεί δεν είναι συνηθισμένο πράγμα», υπογράμμισε. Επίσης, ο Ερντογάν ανέφερε ότι 80.000 τουρκικές εταιρείες απασχολούν 480.000 εργαζομένους στη Γερμανία, σημειώνοντας πως είναι «κάτι που δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς».
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις του με την καγκελάριο Άγγελα Μέρκελ, ο κ. Ερντογάν τις χαρακτήρισε καλές και ανακοίνωσε πως θα της μιλήσει πάλι για το θέμα της τρομοκρατίας στη συνάντηση των G20 στο Αμβούργο.
Ο Ερντογάν εκμυστηρεύτηκε πως αναπολεί την περίοδο καγκελαρίας Σρέντερ, κατά την οποία οι γερμανο-τουρκικές σχέσεις ήταν πολύ καλές, όπως είπε.
Παράλληλα, ο Τούρκος Πρόεδρος ξεκαθάρισε δεν υπάρχει στην ατζέντα του θέμα εξόδου της χώρας του από το ΝΑΤΟ λόγω της ενόχλησης του από τη Δύση.
Ακόμα, τάσσεται υπέρ της κοινωνικής ένταξης των Τούρκων της Γερμανίας, αλλά δηλώνει πως είναι κατά της αφομοίωσης. «Όπως η Γερμανία προσπαθεί να διατηρήσει τις αξίες της, το ίδιο κάνει και η Τουρκία», αναφέρει ο Ερντογάν, υποστηρίζοντας ότι είναι σημαντικό να διατηρήσουν οι Τούρκοι της Γερμανίας τη γλώσσα, τη θρησκεία και τις παραδόσεις τους.
Σε ερώτηση ποιον εμπιστεύεται περισσότερο: τον Πούτιν ή τον Τραμπ, ο Ερντογάν αναφέρει ότι δεν υπάρχει δίλημμα, καθώς η Τουρκία προωθεί καλές σχέσεις και με τη γειτονική Ρωσία και με τις ΗΠΑ. Οι Ρώσοι βρίσκονται στη δεύτερη θέση στον κατάλογο των χωρών που επισκέπτονται την Τουρκία για τουρισμό, μετά τους Γερμανούς, «ίσως βρεθούν στην πρώτη θέση», σημείωσε και τόνισε πως στόχος είναι οι εμπορικές συναλλαγές να αγγίξουν τα 100 δισ. δολ. «Ο όγκος συναλλαγών με τις ΗΠΑ έχει μειωθεί. Κάθε χώρα ακολουθεί τα συμφέροντά της. Όπως και εμείς. Ο κυριότερος πάροχος ενέργειας για εμάς είναι η Ρωσία. Έχουμε από κοινού αναλάβει την κατασκευή του τουρκικού αγωγού, κατασκευάζουμε πυρηνικό εργοστάσιο (Akkuyu) και ελπίζουμε ότι θα είναι έτοιμο το 2023. Όλα αυτά ενισχύουν τις σχέσεις μας» ανέφερε.
Σχετικά με την κρίση στις σχέσεις Κατάρ-Σαουδικής Αραβίας, o Ερντογάν κατέστησε σαφές ότι θα στηρίξει με κάθε τρόπο το Κατάρ, «διότι μοιραζόμαστε τις ίδιες αξίες, διατηρούμε καλές σχέσεις και δεν μπορούμε να σιωπήσουμε μπροστά στην αδικία. Θα πάρουμε το μέρος του θύματος και του δίκαιου. Σε μια περιοχή που κατατρύχεται από κρίσεις, είμαστε εναντίον μιας νέας κρίσης».
«Θα σας ενδιέφερε να μάθετε πώς η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αξιολογεί την κατάσταση αναφορικά με το πραξικόπημα πέρυσι;» ρωτά ο δημοσιογράφος. «Φυσικά, εάν γνωρίζετε κάτι. Τότε θα πληροφορηθούμε ποιοι ήταν οι υποκινητές στις 15 Ιουλίου», απαντά ο Ερντογάν, όπως αναφέρεται στη συνέντευξη.
Με αφορμή την ερώτηση αυτή, ο Ερντογάν επανέρχεται ακόμα μια φορά στο αίτημά του για απέλαση Τούρκων που έχουν ζητήσει άσυλο στη Γερμανία –μεταξύ των οποίων και Τούρκοι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ- και δηλώνει: «Πρέπει να παραδώσετε τους τρομοκράτες στην Τουρκία. Όσο δεν το πράττετε, η Τουρκία θα θεωρεί τη Γερμανία ως χώρα που προστατεύει τους τρομοκράτες. Αυτό πρέπει να το γνωρίζετε».