Οι δύο αντίπαλοι θα αντιπαρατεθούν σήμερα το βράδυ σε μια κρίσιμη τηλεμαχία τέσσερις ημέρες πριν από τις εκλογές.
Με στόχο να πείσουν τους αναποφάσιστους και όσους σκοπεύουν να απόσχουν προκειμένου να κερδίσουν τις εκλογές, οι δύο φιναλίστ δεσμεύονται να δώσουν σκληρή μάχη στις 19:00 (τοπική ώρα, 20:00 ώρα Ελλάδας) ενώπιον εκατομμυρίων τηλεθεατών.
Η αποχή, που για πολλούς ενδέχεται να ωφελήσει την άκρα δεξιά, εκτιμάται μεταξύ του 22% και του 28%, ενώ το 18% των ψηφοφόρων που είναι σίγουροι ή σχεδόν σίγουροι ότι θα ψηφίσουν είναι αναποφάσιστοι, σύμφωνα με χθεσινή δημοσκόπηση του Elabe.
Η παγκοσμιοποίηση στην καρδιά της διαμάχης
«Καλή ή κακή»: η παγκοσμιοποίηση, στην καρδιά της διαμάχης στο μεσοδιάστημα των δύο γύρων των γαλλικών προεδρικών εκλογών ανάμεσα στη Μαρίν Λε Πεν και τον Εμανουέλ Μακρόν, έχει ανάμικτες συνέπειες για τους Γάλλους, που δεν επωφελούνται όλοι από το άνοιγμα του διεθνούς εμπορίου.
Η «άγρια παγκοσμιοποίηση θέτει σε κίνδυνο τον πολιτισμό μας», διαβεβαιώνει η ηγέτιδα της άκρας δεξιάς, υπέρμαχος «του ευφυούς προστατευτισμού». Το άνοιγμα του διεθνούς εμπορίου είναι μια «θαυμάσια ευκαιρία», εκτιμά από την πλευρά του ο κεντρώος υποψήφιος, θιασώτης του ελεύθερου εμπορίου και πολέμιος του εθνικισμού.
Μια συμβολική διχοτόμηση των ελπίδων και των φόβων που προκαλεί το φαινόμενο στη γαλλική κοινωνία — μία από τις πιο απείθαρχες στο διεθνές εμπόριο, με το 74% να δηλώνουν εχθρικοί στην παγκοσμιοποίηση, σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου Ipsos που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο.
Πού οφείλονται αυτές οι επιφυλάξεις; Οι μετεγκαταστάσεις και οι απώλειες θέσεων εργασίας που προκαλούν, και προβάλλονται συχνά στα πρωτοσέλιδα της επικαιρότητας, όπως στην περίπτωση της αμερικανικής Whirlpool, που αποφάσισε να κλείσει τον εργοστάσιό της στην Αμιένη, μια πόλη της βόρειας Γαλλίας όπου γεννήθηκε ο Εμανουέλ Μακρόν, για να μεταφέρει την παραγωγή της στην Πολωνία αρχής γενομένης από τον Ιούνιο του 2018.
«Αυτό θέτει πολιτικά ή ηθικά θέματα που είναι νόμιμα» υπογραμμίζει στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Σεμπαστιάν Ζαν, διευθυντής του Κέντρου προοπτικών μελετών και διεθνών πληροφοριών (Cepii), για τον οποίο οι μισθωτοί «έχουν την εντύπωση ότι πληρώνουν» τις πολιτικές των μετόχων.
Εδώ και πολλά χρόνια η Μαρίν Λε Πεν έστρεψε την πολιτική του κόμματός της, του Εθνικού Μετώπου, προς την κατεύθυνση των χαμένων της παγκοσμιοποίησης, εκθειάζοντας τον προστατευτισμό και υποσχόμενη να επαναδιαπραγματευθεί τις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες και να επαναφέρει τους τελωνειακούς φραγμούς.
Είναι, ωστόσο, οι μετεγκαταστάσεις ένα μαζικό φαινόμενο στη Γαλλία; Σύμφωνα με μια μελέτη του ινστιτούτου στατιστικής για την περίοδο 2009-2011, το 4,2% των εταιριών μετέφεραν στο εξωτερικό τουλάχιστον μία δραστηριότητά τους αυτή την περίοδο, με αποτέλεσμα να χαθούν περίπου 20.000 άμεσες θέσεις εργασίας.
«Μπορεί στο μικροοικονομικό επίπεδο να είναι λίγο, αλλά τοπικά μπορεί να είναι πολύ», σχολιάζει ο Σεμπαστιάν Ζαν, ο οποίος κάνει λόγο για ιδιαίτερα σημαντικές επιπτώσεις στον βιομηχανικό τομέα, ιδίως στην υφαντουργία και στη σιδηρουργία, που υπόκεινται στον ισχυρό ανταγωνισμό των χωρών χαμηλού εργατικού κόστους.
«Προβλέποντας τα σοκ»
«Τα τοπικά σοκ είναι εξαιρετικά ισχυρά», επιβεβαιώνει στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ελ Μουχούμπ Μουχούντ, του Πανεπιστημίου Παρί-Ντοφίν και συγγραφέας του βιβλίου «Παγκοσμιοποίηση και μετεγκατάσταση επιχειρήσεων». Όμως «αυτό που καταστρέφει την απασχόληση, είναι περισσότερο η τεχνική πρόοδος και η αύξηση της παραγωγικότητας παρά οι μετεγκαταστάσεις», προσθέτει.
Σύμφωνα με μια μελέτη του υπουργείου Οικονομικών, η Γαλλία έχει χάσει σχεδόν δύο εκατομμύρια θέσεις εργασίας στον βιομηχανικό τομέα τις τελευταίες δεκαετίες. Όμως μόνο το 15% έως το 20% αυτών των απωλειών θέσεων εργασίας αποδίδονται στη μεταφορά εργοστασίων στο εξωτερικό, σύμφωνα με πολλές μελέτες.
Η παγκοσμιοποίηση, εξάλλου, παρουσιάζει μια σειρά πλεονεκτημάτων για τη γαλλική οικονομία, που επωφελείται πλήρως από τις ευκαιρίες που της προσφέρει το άνοιγμά της στον κόσμο, κυρίως στους τομείς ειδών πολυτελείας, των χημικών προϊόντων, της αεροναυπηγικής και των αγροτοδιατροφικών προϊόντων.
Η Γαλλία, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομίας, έχει σήμερα 124.000 εξαγωγικές επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων τα βαριά χαρτιά διεθνώς, όπως η Oreal (είδη ομορφιάς), η Danone (αγροτοδιατροφικός τομέας) ή ακόμη η Safran (αεροναυπηγική και άμυνα). Και παρά τη διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματός της, η Γαλλία παραμένει η έβδομη εξαγωγική δύναμη σε παγκόσμιο επίπεδο.
Στη Γαλλία, «πέντε εκατομμύρια θέσεις εργασίας εξαρτώνται από το εξωτερικό», υπενθυμίζει ο Σεμπαστιάν Ζαν, που βλέπει στην παγκοσμιοποίηση μια σημαντική πηγή «τεχνικών προόδων».
Ο Εμανουέλ Μακρόν ελπίζει ότι θα φθάσει πιο μακριά, ενισχύοντας τις ελεύθερες ανταλλαγές, επικυρώνοντας τη CETA (την εμπορική συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης-Καναδά) και βαθαίνοντας την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, μέσω της δημιουργίας ενός ξεχωριστού προϋπολογισμού για την ευρωζώνη.
Σύμφωνα με μα ανάλυση του Cepii, αν η Γαλλία έκλεινε την πόρτα στο εμπόριο με τις αναδυόμενες χώρες, οι απώλειες θα ήταν της τάξης των 1.270 έως 3.770 ευρώ τον χρόνο ανά νοικοκυριό. Χωρίς να υπολογίσουμε τις υφεσιακές επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει κάτι τέτοιο.
«Δεν είναι τόσο η παγκοσμιοποίηση που διακυβεύεται, όσο η ικανότητα των δημοσίων αρχών να προβλέπουν τα σοκ», προειδοποιεί έτσι ο Ελ Μουχούμπ Μουχούντ. Μια άποψη που συμμερίζεται ο συνάδελφός του Γκιγιόμ Ντοντίν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Παρί-Ντοφίν και ερευνητής το OFCE (γαλλικό Παρατηρητήριο οικονομικής κατάστασης), που εκτιμά πως είναι απαραίτητο να «δημιουργηθούν μηχανισμοί αποζημίωσης και επανα-δυναμοποίησης» για την υποστήριξη των «χαμένων» της παγκοσμιοποίησης.
πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ